Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)

Sully Prudhomme

Μόλις το μνήμα σ’ έκλεισε, και πριν ακόμα φτάσει απάνου από το μνήμα σου να ξεφυτρώσ’ η χλόη, μια Μούσα ήρθε και κάθισε στο μνήμα σου αποπάνω· Πολύμνια τάχα ή Ερατώ, Καλλιόπη γιά Ουρανία; 5 Πολύμνια μήτε, ουδ’ Ερατώ, Καλλιόπη ή Ουρανία. Δεν ξέρω αν είχε κι όνομα, κορόνα δε φορούσε, μια Μούσα, και δεν έλαμπε και λύρα δεν κρατούσε, αστόλιστη κι αφάνταχτη, στα γκρίζα τυλιμένη, κι έσφιγγε το ’να χέρι της γραμματικού κοντύλι, 10 σ’ ένα δεφτέρι σκύβοντας, και δεν καλονοούσες, δουλεύτρα του λογαριασμού κι αν ήτανε ή του στίχου. Και τ’ άλλο χέρι αγκάλιαζε δροσάτους μενεξέδες και τόσο βαθιογάλαζους που φαντάζανε μαύροι. Μα η δύναμη στα μάτια της, και η χάρη στο γραμμένο 15 στόμα με τα χειλάκια του, τρεμουλιαστό μπουμπούκι κι ανήσυχο και σιγαλό, σαν όλα τα μεγάλα του κόσμου αργορωτήματα, δίχως απόκριση όλα. Μα η δύναμη στα μάτια της που βλέπαν και δε βλέπαν, στα μάτια τα λυπητερά, δακρυοπνιμένα μάτια, 20 που φέγγαν μύρια αχνόφεγγα και χρώμα λες δεν είχαν, και αφίλητα και ακοίμιστα και πάντα γυρισμένα στον ουρανό το μέσα μας πιο απέραντο απ’ τον άλλο… Ω Μούσα, εσύ των είκοσι χρονώ μου η ερωμένη! Και κάτω από τα πόδια της τα κουρασμένα, ω ξένη, 25 τώρα η ζωή μου σα γρικά να τρίζουνε τα φύλλα τα χρυσά του χινόπωρου, δε σε ξεχάνει, ω Μούσα!

1907