Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)

Για τον τάφο του ζωγράφου Γύζη

Τεχνίτη Χάρε, το συντριμμένο του συμμάζωξε κοντύλι μέσ’ από της αυγής τα χρυσοστέφανα και μέσ’ από της Δύσης την πορφύρα· 5 το συντριμμένο του κοντύλι ήτανε σα βαθύφωνη μια λύρα. Οι ολόφωτες Κυκλάδες οι γεννήτρες του. Τεχνίτη Χάρε, το πιο λευκό κυκλαδικό μάρμαρο πάρε, 10 τον κοιμισμένο ανάστησε ζωγράφο στον άξιο τάφο. Σβήσε το χρώμα, της βασίλισσας ζωής το γέλασμα το θείο, σκάλισε απάνου 15 στης πέτρας το σκληρό και το χλωμό στοιχείο, στην άσπρη λύπη του σαβάνου, σκάλισε απάνου όσα ιστορούσε το κοντύλι του που ήτανε σα βαθύφωνη μια λύρα, 20 όσα ιστορούσε το κοντύλι του μέσ’ από της αυγής τα χρυσοστέφανα και μέσ’ από της δύσης την πορφύρα.

Και μην ξεχάσεις τα νεραϊδόπλαστα της βάβως παραμύθια 25 προς τα παιδάκια γύρω της τα θαμπωμένα, και την Παρθένα με το τάξιμο, την πονεμένη της αγάπης, μη την ξεχάσεις, σμίξε τα ταπεινά και διαβατάρικα 30 με τα μεγάλα και με τα αιώνια και την αρχαία την Αθηνά και την Ιδέα με του χωριού τα ειδύλλια και της σκλαβιάς τα χρόνια.

Και μην ξεχάσεις, κάμε να φεύγει της ζωής ο θρίαμβος 35 προς τα βαθιά κάποιας αγέννητης ακόμα πλάσης, και σκάλισε αυτού πέρα σε αμίλητο φιλί τη γη και τον αιθέρα, και σκάλισε όλα 40 όσα ιστορούσε του ζωγράφου το κοντύλι και σπείρε ανάμεσα, κι εδώ κι εκεί, παντού, ρόδα παρμένα από πρωτόφαντον Απρίλη. Και κάτου κάτου σκάλισε ακόμα 45 αναβρυσμένο από το πάτριο χώμα, το μέγα όραμα, τη Δόξα. Και στο βιβλίο της κλιτή στοχαστικά ας γράφει η Δόξα τ’ όνομά του!

1901