Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)

Βιολέτα

Η κόρη που τραγούδησα όταν ήμουν αγόρι δεκοχτώ χρονών. Ανθούσε τ’ αγιόκλημα στον κήπο της, η χάρη των άκακων πουλιών γραμμένη απάνου 5 στ’ ανάστημά της.

Την έφαγες, αγιούπα της αρρώστιας! Πέθανε ψες· της κάμανε το ξόδι, μα της νιότης η φλόγα ήτανε στάχτη, και πριν πεθάνει· στάχτη κι η ομορφιά της, 10 και το χρυσάφι

που τα ’κανε κορόνα τα μαλλιά της. Τ’ όνομά της Βιολέτα. Δε μιλούσε· γελούσε· ήταν κελάηδισμα το γέλιο. Τ’ αγιόκλημα της το ’πλεξα τραγούδι 15 και της το πήγα,

δεκοχτώ χρόνων άγουρος. Και τώρα που γύρω μου όλα της ζωής κι εμένα σταχτιά γερνάν, απ’ τη φωτιά της νιότης ίσαμε τα μαλλιά μου που γυαλίζαν 20 καθώς απάνου

στ’ αλώνι η μαυρογάλανη σταφίδα,— αφήστε με στο μνήμα της γυναίκας που τη γλυκοτραγούδησα όταν ήμουν αγόρι δεκοχτώ χρονώ, να στήσω 25 το μοιρολόι.

Αφήστε με να ξανατραγουδήσω στο μνήμα της απάνου το τραγούδι που το ’πλεξε η καρδιά μου για του κήπου τ’ αγιόκλημα μαζί και για την κόρη, 30 τα δυο λουλούδια.

Θα βάλω μέσα στο παλιό τραγούδι τ’ ανοιξιάτικο κάποιους βουβούς πόνους, στερνούς, χινοπωριάτικους· γερμένα λυπητερά μελιτζανιά ζουμπούλια 35 δετά στα ρόδα.

Όμοια οι μοιρολογήτρες καλεσμένες το λείψανο να κλάψουν, ανταμώνουν με το θρήνο του πεθαμένου κλάμα που για νεκρούς δικούς τους ακριβούς τους 40 ξάφνου αναβρύζει.