Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)

Εκείνος

Τριγύρω του νιάτα περνούν χαρωπά, μιλούν, ζευγαρώνουν, γελούνε οι άλλοι, κι εκείνος σωπαίνει χλωμός κι ακουμπά στο χέρι επάνω γλυκά το κεφάλι.

5 Διαβαίνει μια κόρη, γοργά τον θωρεί, και μ’ ένα γοργότερο γέλιο της λέει: «Αχ! να ’ξερα ποιά είν’ εκείν’ η σκληρή που τόσο βαθιά την καρδούλα του καίει!»

Τον βλέπει μια μάνα, και πώς τον πονεί! 10 «Φτωχό παλικάρι! δε θα ’χει μανούλα…» Βαθύπλουτος γέρος πετά μια φωνή: «Την άδεια του κλαίει ο μαύρος σακούλα».

Τρανός βουλευτής εμπροστά του περνά και λέει με τρανής βεβαιότητος σχήμα: 15 «Σε όνειρ’ ο νους του μεγάλο γυρνά· ποιός ξέρει μην είν’ όνειρό του το Βήμα!»

Τριγύρω του νιάτα περνούν χαρωπά, μιλούν, ζευγαρώνουν, γελούνε οι άλλοι, κι εκείνος σωπαίνει χλωμός κι ακουμπά 20 στο χέρι επάνω γλυκά το κεφάλι.

Αυτός για το Βήμα δεν έχει τρεμούλα. Και πλέον απ’ όλα τα εύγε αγαπά του γέρου φτωχού την εγκάρδια ευχούλα, στο δίσκο του όταν ελέη σκορπά.

25 Ορφάνιας φαρμάκι δεν ήπιεν ακόμα, καλότυχος γέρνει σε μάνας πλευρό· και πλούτη; Στης μάνας του βρίσκει το στόμα Τον πιο ζηλεμένο φιλιών θησαυρό.

Ο έρως τις πλέον βαθιές ευωδίες 30 τις σκόρπισεν όλες σ’ αυτή την καρδιά· μα τώρα και άλλες διψά ευτυχίες, ατίμητου ανθού λαχταρεί μυρουδιά.

Συχνά στης καρδιάς του τα πύρινα βάθη, αφτιάζεται ήχους κρυφής μουσικής 35 και βάλσαμο θέλει στου κόσμου τα πάθη, να χύσει τους ήχους σε στίχους γλυκείς.

Την άπλαστη θέλει αυτή μουσική να πλάσει σε στίχων σειρά φτερωμένη, καθώς ο τεχνίτης μια πέτρα λευκή 40 σ’ αγάλματος όψη χιονάτη ανασταίνει.

Για τούτο μπροστά του ενώ χαρωπά μιλούν, ζευγαρώνουν, γελούνε οι άλλοι, εκείνος σωπαίνει ωχρός κι ακουμπά στο χέρι επάνω γλυκά το κεφάλι.

1883 *