Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές
Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)
Για τη ζωή και το έργο του | Το ελληνόγλωσσο έργο του |
Διονύσιος Σολωμός (1798-1857)
[5]
Από την άπειρην ερμιά τα μάτια μαθημένα χαμογελάσαν κι άστραψαν, κι είπαν τα μαύρα χείλη: «Παιδί, στην πόρτα χαίρεσαι με τη βοή που στέρνεις· μπροστά, λαγέ, στον κυνηγό, κατακαμπίς καπνίζεις· 5 γλάρε, στρειδόφλουντσα ξερνάς, αφρό, σαλιγκοκαύκι.» Και τώρα δα, τ’ αράθυμο πάτημ’ αργοπορώντας, κατά το κάστρο το μικρό πάλι κοιτά, και σφίγγει, σφίγγει στενά τη σπάθη του στο λαβωμένο στήθος, π’ αγρίκα μέσα την καρδιά μεγάλη και τη θλίψη. |
___ |
στ. 3-5 |
Τους έδωσα εις το κείμενο καθώς τους άκουσα συχνά από τον ποιητή. Εις τα χειρόγραφα ευρίσκονται μόνον οι εξής: * |
Γέρνεις, παιδάκι, στην μπασιά και στέρνεις τη φωνή σου·
γρικώ σε, γλάρε, που ξερνάς φλούντσια στρειδιού στο βράχο· δουλειά ’χεις, γδυμνοσάλιγκα, και βλέπω τους αφρούς σου. |
* |
Ξερνώντας τα φλουντσόστρειδα, γλάρε, βαρείς το βράχο |
* |
Γλάρε, στρειδόφλουντσα ξερνάς, πολύν αφρόν, σαλίγκι |
στ. 4 |
κατακαμπίς ο κυνηγός λαγό ’δε να καπνίζει |
* |
μακριά λαγό ’δ’ ο κυνηγός κατακαμπίς ν’ αχνίζει |
στ. 6-9 |
Τώρα με την πανάγρια θωριά ταπεινωμένη
κοιτά, και σφίγγει το σπαθί στο λαβωμένο στήθος, που μέσ’ αγρίκα την ψυχή μεγάλη και τη θλίψη. |
* |
Και τώρα
πάλε βαρώντας με το νου κατά το φως, και πάλε κοιτώντας, και τ’ αράθυμο πάτημ’ αργοπορώντας, καταπλακώνει το σπαθί στο λαβωμένο στήθος, π’ αγρίκα μέσα την καρδιά μεγάλη και τη θλίψη. |
στ. 7-8 |
κατά το κάστρο το μικρό, και με τα δυο του χέρια
σφίγγει σφιχτά τη σπάθη του […] |