Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές
Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)
Για τη ζωή και το έργο του | Το ελληνόγλωσσο έργο του |
Διονύσιος Σολωμός (1798-1857)
[9]
Ετούτ’ είν’ ύστερη νυχτιά· όλα τ’ αστέρια βγάνει· ολονυχτίς ανέβαινε η δέηση, το λιβάνι. |
Ο Αράπης, τραβηγμένος από τη μυρωδιά που εσκορπούσε το θυμίαμα, περίεργος και ανυπομόνος, με βιαστικά πατήματα πλησιάζει εις το τείχος, |
και απάνου, ανάγκη φοβερή! σκυλί δεν του ’λυχτάει. |
Και ακροάζεται· αλλά τη νυχτική γαλήνη δεν αντίσκοβε μήτε φωνή, μήτε κλάψα, μήτε αναστεναγμός· ήθελε πεις ότι είχε παύσει η ζωή· οι ήρωες είναι ενωμένοι και, μέσα τους, λόγια λένε |
για την αιωνιότητα, που μόλις τα χωράει· 5 Στα μάτια και στο πρόσωπο φαίνοντ’ οι στοχασμοί τους· τους λέει μεγάλα και πολλά η τρίσβαθη ψυχή τους. Αγάπη κι έρωτας καλού τα σπλάχνα τους τινάζουν· τα σπλάχνα τους κι η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν· γλυκιά κι ελεύθερ’ η ψυχή σα να ’τανε βγαλμένη, 10 κι υψώναν με χαμόγελο την όψη τη φθαρμένη. |
___ |
στ. 10 |
κι υψώναν στο χαμόγελο την όψη τη φθαρμένη. |