ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
- Καραλή, Μ. 2001. Η ταξινόμηση των αρχαίων ελληνικών διαλέκτων. (σελ. 284-285)
- Κοντοσόπουλος, Ν. Γ. 2001. Διάλεκτοι και ιδιώματα της νέας ελληνικής. (σελ. 1-2)
- Walter, H. 1994. L'Aventure des langues en Occident.
- Κακριδή, Μ., Δ. Κατή & Β. Νικηφορίδου. 1999. Γλωσσική ποικιλία και σχολική εκπαίδευση.
- Brixhe. C. 2003. Η ελληνική διαλεκτολογία μια "σχολή του Nancy". (σελ. 42-43)
- Brixhe, C. 2001. Μια σύγχρονη προσέγγιση των αρχαίων ελληνικών διαλέκτων. (σελ. 365-367)
- Brixhe, C. 2001. Μια σύγχρονη προσέγγιση των αρχαίων ελληνικών διαλέκτων. (σελ. 361)
- Καραλή, Μ. 2001. Η ταξινόμηση των αρχαίων ελληνικών διαλέκτων. (σελ. 285-286)
- Βrixhe, C. 2001. Μια σύγχρονη προσέγγιση των αρχαίων ελληνικών διαλέκτων. (σελ. 369-370)
- Παντελίδης, Ν. 2001. Πελοποννησιακός ιδιωματικός λόγος και κοινή νεοελληνική.
- α) Trudgill, P. 1986. Dialects in contact. - β) Bubenik, V. 2001. Η δημιουργία κοινής.
- Χριστίδης, Α.-Φ. 2001. Εισαγωγή [στη Γ΄ ενότητα του "Ιστορία της ελληνικής γλώσσας: Από τις αρχές έως την ύστερη αρχαιότητα"]
- α) Bοιωτική. Tιμητικό ψήφισμα για κάποιον αθηναίο δάσκαλο. - β, γ) Τριανταφυλλίδης, Μ. [1938] 1981. Νεοελληνική Γραμματική. Ιστορική Εισαγωγή. - δ, ε) Κοντοσόπουλος, Ν. Γ. 2001. Διάλεκτοι και ιδιώματα της νέας ελληνικής.
- Κοντοσόπουλος, Ν. Γ. 2001. Διάλεκτοι και ιδιώματα της νέας ελληνικής. (σελ. 2-3)
- Τριανταφυλλίδης, Μ. [1938] 1981. Νεοελληνική Γραμματική. Ιστορική Εισαγωγή. (σελ. 64)
- Τριανταφυλλίδης, Μ. [1938] 1981. Νεοελληνική Γραμματική. Ιστορική Εισαγωγή. (σελ. 81)
- Κοντοσόπουλος, Ν. Γ. 2001. Διάλεκτοι και ιδιώματα της Νέας Ελληνικής. (σελ. 36)
- Trudgill, P. 2003. Modern Greek dialects: A premilinary classification.
- Σετάτος, Μ. 1977. Προβλήματα και μέθοδοι διαλεκτολογίας.
- Brixhe, C. 2003. Ελληνική διαλεκτολογία: μια "σχολή του Nancy". (σελ. 40-42)
- α) Brixhe, C. 2001. Μια σύγχρονη προσέγγιση των αρχαίων ελληνικών διαλέκτων (σελ. 363) - β) Chadwick, J. 2001. Μυκηναϊκή ελληνική.
Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας
Διάλεκτος
Μαρία Κακριδή-Φερράρι (2007)
Εξαίρεση αποτελεί ο Παντελίδης (2001), ο οποίος, βασιζόμενος σε ιστορικά αλλά κυρίως διαλεκτικά δεδομένα της Πελοποννήσου, θεωρεί ότι το ζήτημα αυτό δεν έχει βρει οριστική λύση και ότι έχει υποτιμηθεί η συμβολή των κωνσταντινουπολίτικων και των επτανησιακών στοιχείων στη δημιουργία της πρότυπης/κοινής νέας ελληνικής.
Παντελίδης, Ν. 2001. Πελοποννησιακός ιδιωματικός λόγος και κοινή νεοελληνική.
Στο Μελέτες για την ελληνική γλώσσα, Πρακτικά της 21ης ετήσιας συνάντησης του Τομέα Γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ (12-14 Μαίου 2000), 550-559. Θεσσαλονίκη, σελ. 550-551.© Νίκος ΠαντελίδηςΗ γενικότερα αποδεκτή άποψη είναι ότι η "ΚΝΕ" βασίστηκε στη γλωσσική ποικιλία της Πελοποννήσου [Browning 1995 (σελ. 137, 159), Mackridge 1994 (σελ. 44-45), Tonnet 1995 (σελ. 96, 162, 179), Μπαμπινιώτης 1979 (σελ. 20, όπου γίνεται λόγος για "Πελοποννησιακή Κοινή"]. Συνήθως βέβαια αναφέρεται ρητώς ότι στη διαμόρφωση της "ΚΝΕ" συνέβαλαν και άλλες γλωσσικές ποικιλίες, όπως η Επτανησιακή (προφανώς διά των ποιητών) και η Κωνσταντινουπολίτικη. Η άποψη περί πελοποννησιακής προελεύσεως της "ΚΝΕ" στηρίχτηκε κυρίως σε εξωγλωσσικά δεδομένα (κυρίως ιστορικά): Στη σημασία και το ρόλο της Πελοποννήσου ως κέντρου και κυρίως χώρου των χερσαίων ελληνοτουρκικών πολεμικών αναμετρήσεων κατά την Επανάσταση του 1821 και στη συνακόλουθη πολιτιστική και ειδικότερα γλωσσική επιρροή που θα άσκησαν τα πολυάριθμα δημοτικά της τραγούδια με θέματα σχετιζόμενα με τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Στο γεγονός επίσης, ότι πολιτικοστρατιωτικοί παράγοντες της Πελοποννήσου θα συμμετείχαν στη διαμόρφωση του νεοελληνικού κράτους, καθώς και στο γεγονός ότι πελοποννησιακό πληθυσμιακό στοιχείο θα εισέρρευσε στην Αθήνα, θέτοντας έτσι τη σφραγίδα του και στο κοινό γλωσσικό όργανο που θα άρχισε να διαμορφώνεται εκεί. Η επικέντρωση όμως στον καθοριστικό ρόλο της Πελοποννήσου ως κύριου διαμορφωτή του κοινού γλωσσικού οργάνου του Ελληνικού Έθνους παρουσιάζει αδυναμίες τόσο από εξωγλωσσικής όσο και από καθαρώς γλωσσικής άποψης. Ειδικότερα:
- (α) Περιορίζει το χρονικό ορίζοντα μιας κατά κανόνα τόσο σύνθετης και πολύπλοκης διαδικασίας όπως είναι η ανάδειξη μιας γλωσσικής ποικιλίας σε ποικιλία "κύρους" και υπερτοπικής εμβέλειας και η διαμόρφωσή της σε "Κοινή", σε ελάχιστες δεκαετίες, δηλαδή τη δεκαετία του 1820 και τις αμέσως επόμενες.
- (β) Οι περισσότεροι ερευνητές αναφέρονται με σαφήνεια στην ύπαρξη μιας "αστικής" ή "πολίτικης" Κοινής, συνέχειας της ελληνιστικής Κοινής, χωρίς έντονο τοπικό χαρακτήρα, ήδη από τους μεσαιωνικούς χρόνους. Η "κοινή" αυτή, η οποία χρησιμοποιήθηκε τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, φαίνεται ότι συνέχισε να υπάρχει και στους αιώνες της Τουρκοκρατίας. Το γεγονός ότι ομιλείτο από τον ελληνικό πληθυσμό της Κωνσταντινούπολης, πόλη, η οποία ως πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ενσάρκωνε τους πόθους των Ελλήνων για εθνική αποκατάσταση, σε συνδυασμό με τη χρήση της στο γραπτό λόγο, της προσέδιδαν χαρακτήρα γλωσσικού προτύπου, το οποίο πιθανώς διαχεόταν προς όλες τις ελληνόφωνες περιοχές, γεγονός που επισημαίνεται συχνά. Παρά ταύτα, οι περισσότεροι ερευνητές, ενώ επισημαίνουν το ρόλο της Κωνσταντινούπολης αλλά και το ρόλο των λογίων του Νεοελληνικού Διαφωτισμού στη διαμόρφωση του κοινού γλωσσικού οργάνου, επανέρχονται τελικά στο ρόλο της Πελοποννήσου συνδέοντας άμεσα τη διαδικασία αυτή με τη σύσταση του ελληνικού κράτους. Η διαδικασία όμως της δημιουργίας κοινού γλωσσικού οργάνου υπήρξε πολύ πιο μακροχρόνια και πολυεπίπεδη, ενώ αποτέλεσε και πεδίο έντονου προβληματισμού από την πλευρά των λογίων.
[….]
Συνοψίζοντας θα μπορούσαν να ειπωθούν τα εξής: Το ζήτημα της γένεσης της Κοινής Νεοελληνικής είναι περίπλοκο και πολυσχιδές και δεν μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να περιοριστεί στο ερμηνευτικό σχήμα που περιλαμβάνει αναγωγή της στην πελοποννησιακή ποικιλία της Νέας Ελληνικής. Στη λύση του ζητήματος μπορούν να συμβάλουν τόσο η γλωσσολογία, όσο και άλλες επιστήμες όπως η φιλολογία και η ιστορία. Αυτό που οπωσδήποτε πρέπει να γίνει από πλευράς γλωσσολογίας είναι η περαιτέρω έρευνα επί της εσωτερικής και εξωτερικής ιστορίας της ελληνικής γλώσσας στους χρόνους της Τουρκοκρατίας γενικότερα, και των διαλέκτων ειδικότερα. Επιπλέον πρέπει να ερευνηθεί ποια από τα ιδιαίτερα γνωρίσματα της Πελοποννησιακής ενσωματώθηκαν τελικά πράγματι στο σύστημα της "ΚΝΕ", και, αν όντως η ποικιλία αυτή είχε κάποια συμμετοχή στη διαμόρφωση της "ΚΝΕ", η συμμετοχή αυτή να περιοριστεί στις πραγματικές της διαστάσεις. Θα ήταν επίσης χρησιμότατο να διερευνηθεί συστηματικότερα και ο ρόλος άλλων γεωγραφικών ποικιλιών, όπως π.χ. των επτανησιακών, καθώς και ο ρόλος των διαφόρων μορφών της λόγιας γλώσσας και των λογίων γενικότερα στη διαμόρφωση της προφορικής κοινής του 19ου αιώνα (της "ΚΝΕ"). Το ζήτημα είναι ευρύ και ανοιχτό στην περαιτέρω έρευνα.