Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές
Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)
Η λησμονημένη
IΔεν είναι αυτό το αυλάκι αυλάκι αίματος δεν είναι αυτό το πλοίο πλοίο θύελλας δεν είναι αυτός ο τοίχος τοίχος ηδονής δεν είναι αυτό το ψίχουλο ψίχουλο γιορτής 5 δεν είναι αυτός ο σκύλος σκύλος λουλουδιών δεν είναι αυτό το δέντρο δέντρο ηλεχτρικό δεν είναι αυτό το σπίτι σπίτι δισταγμού Δεν είναι η λευκή γριά γριά ετοιμοθάνατη Είναι μια κουταλιά γλυκό κρασί δύναμη χαράς 10 για τη ζωή της λησμονημένης II
Η λησμονημένη ανοίγει το παράθυρο
ανοίγει τα μάτια της
κάτω περνούνε φορτηγά με μαυροφορεμένες
που δείχνουνε το φύλο τους γυμνό
15 με οδηγούς μονόφθαλμους που βλαστημάνε
το χριστό της και την παναγία της
οι μαυροφορεμένες θέλουν το κακό της
κι ας της πετάνε τα ματωμένα τους γαρίφαλα
απ’ τον αναβρασμό του κήπου της ηδονής τους
20 απ’ την εξάτμιση της μπενζίνας μέσα στο σύννεφο του καπνού
οι οδηγοί
σκίζουν το σύννεφο και τηνε κράζουν πόρνη
όμως αυτή είναι μια θλιμμένη παναγιά
με τον αγαπημένο της μέσα στα εικονίσματα
25 έτσι όπως τον φύλαξε ο χρόνος
με τα κεριά όλων των προδομένων
που βάδισαν στο θάνατο ανάμεσα στις μαργαρίτες και τα III
30 Η λησμονημένη απλώνει τ’ άσπρο χέρι της
παίρνει όμως ένα χρωματιστό γυαλί και τραγουδάει
—Σε φωνάζω όχι μέσα από τ’ όνειρο
αλλά μέσα από τα συντρίμμια των πολύχρωμων αυτών γυαλιών
μα συ όλο φεύγεις
35 τώρα ναι με φοβίζει αληθινά το πρόσωπό σου
όσο και να τα ταιριάζω τα σπασμένα αυτά γυαλιά
δε μπορώ πια να σ’ αντικρίσω ολάκερο
κάποτε φτιάχνω μόνο το κεφάλι σου
ανάμεσα σε χίλια άλλα άγρια κεφάλια IV
Η λησμονημένη μέσα στο βυθό του νικηφόρου ύπνου της
κρατώντας ένα μήλο στο δεξί της χέρι τ’ άλλο χαϊδεύοντας VΑυτά τα λόγια θα τα ξεριζώσει μετά σαράντα χρόνια η λησμονημένη. Και σ’ αυτό το δρόμο 60 να πω πως γίνονται θαύματα; Όχι. Τα θαύματα γίνονται μόνο στις στοιχειωμένες εκκλησιές Να πω για τον άνθρωπο που έγινε δέντρο και για το στόμα του που φύτρωσαν λουλούδια; ντρέπομαι κι όμως πρέπει να μιλήσω κι ας μη με πιστέψουν 65 Ο μόνος που θα μπορούσε να με πιστέψει τον σκό- τωσαν εκεί μπροστά στο βωμό κάτι γυμνά αγόρια τον σκότωσαν με τις πέτρες. Ήθελαν να πληγώσουν ένα λυκόσκυλο ήθελαν να πουν ένα τραγούδι ήθελαν να φιλήσουν μια γυναίκα. Πάντως τον σκότωσαν 70 και τον κόψαν στα δυο μ’ ένα σπαθί. Από τη μέση κι απάνω τον έστησαν άγαλμα σ’ ένα παράθυρο. Από τη μέση και κάτω τον έμαθαν να περπατάει σαν τα μικρά που αρχινάνε. Γι’ άγαλμα δε φάνηκε άξιος γιατί δε μπόρεσαν να γίνουν άσπρα τα μάτια του. 75 Τα πόδια του πάλι κάνουνε ένα σωρό τρέλες και τρομάζουν τις γυναίκες που νυχτώνονται στα πα- ράθυρα. Τώρα πλάι στα χείλια του έχουν φυτρώσει δυο φυλλαράκια πικρά. Καταπράσινα. Είναι άνθος ή άνθρωπος; Είναι άνθρωπος ή άγαλμα; Είναι 80 άγαλμα ή απόκρυφος θάνατος. Αυτά τα λόγια θα τα ξεριζώσει μετά σαράντα χρόνια η λησμο- νημένη. VΙΗ λησμονημένη είναι ο στρατιώτης που σταυρώθηκε η λησμονημένη είναι το ρολόγι που σταμάτησε 85 η λησμονημένη είναι το κλωνάρι που άναψε η λησμονημένη είναι η βελόνα που έσπασε η λησμονημένη είναι ο επιτάφιος που άνθισε η λησμονημένη είναι το χέρι που σημάδεψε η λησμονημένη είναι η πλάτη που ανατρίχιασε 90 η λησμονημένη είναι το φιλί που αρρώστησε η λησμονημένη είναι το μαχαίρι που ξεστόχησε η λησμονημένη είναι η λάσπη που ξεράθηκε η λησμονημένη είναι ο πυρετός που έπεσε |