Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)
Για τη ζωή και το έργο του Το ποιητικό του έργο
Αριστοτέλης Βαλαωρίτης

Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (1824-1879)

Ελοϊσία Βαλαωριτίδι

τῃ φίλῃ συνεύνῳ

Αν μες στο λόγγο τα πουλιά την άνοιξη λαλούνε, αν τα νεράκια τρέχουνε, αν τα λουλούδια ανθίζουν, γιατί κι εγώ το θλιβερό, γιατί να μη λαλήσω;

Θυμάσ’ εκείνη τη βραδιά;… Γιατί να σε πικράνω! 5 Θυμάσ’ εκείνη τη βραδιά, που εκάθισα σιμά σου και μου ’πες και μ’ ερώτησες στην εκκλησιά αν επήγα;… κι αν μες στη γη τής έστρωσα να κοιμηθεί, να πέσει; «Δε νιώθεις;» σ’ αποκρίθηκα, «τα χέρια μου μυρίζουν ακόμη ρόδα και μυρτιές, και κρίνους και δαφνούλες. 10 Την άπλωσα γλυκά γλυκά στου τάφου το κρεβάτι…» Ψυχή μου, τώρα επέρασε χρόνος πολύς κι ακόμα μου φαίνεται πως την θωρώ. Ανάμεσ’ από τ’ άνθη σαν άνθος, έλεγα κι εγώ, μια μέρα θα βλαστήσει… Χίλιες φορές επέρασα κι εκοίταξα στο χώμα 15 μην εξεφύτρωσε για με, για σέν’ ένα λουλούδι.

Σα σήμερα εγεννήθηκε… Επήγα να φιλήσω… Το χόρτο εμοσχοβόλαε… Κοιτάζ’ ολόγυρά μου και νιώθω που ανασπάσθηκα… Ω! πόσο σε αγαπούσε! Ένα μικρό, πανόρφανο, ολόλευκο αγιουλάκι. 20 Το μάζωξα, το φύλαξα βαθιά βαθιά στον κόρφο, είναι δικό σου, πάρε το. Από τον κάτου κόσμο σου το ’στειλε μ’ ένα φιλί. Κρύψε το, μη το χάσεις, κι αντί γι’ αγιούλι το φτωχό πες το Κυρά Φροσύνη.

Εν Λευκάδι, τη 21 Μαρτίου 1859
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ