Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)

[Αποσπάσματα της μετάφρασης της
Σ ραψωδίας της Ιλιάδος]

(Στιχ. 1-7)

Επολεμούσαν έτσι ωσάν τη φλόγα· μηνυτής ήλθε ο Αντίλοχος ωστόσο γλήγορα εκεί στον Αχιλλέα· τον ηύρε οπού ομπρός εις τα ορθόπρυμνα καράβια με το νου του ότι εστάθη εμελετούσε· κι έλεε πικρώς η μεγάλη ψυχή του: Συφορά! Γιατί τάχα όλοι σκορπιούνται με αντάρα εις το πεδίον, και φεύγουν όλοι τρομασμένοι οι Αχαιοί κατά τα πλοία;

(Στιχ. 319-322)*

Ο κυνηγός που κυνηγάει τα λάφια . . . . . . . . . . . . απελπισμένος πως ύστερος ήλθε . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Γιατί ο θυμός τού κατακαίει τα σπλάχνα.

(Στιχ. 464-467)

Έτσι γω να μπορούσα από τη Μοίρα να τον πάρω, όταν θε νά ’λθει κοντά του, καθώς όπλ’ από μένα ωραία θα λάβει, όποιο μάτι τα ιδεί να τα θαυμάσει.

(Στιχ. 470-471)

Είκοσ’ είν’ τα φυσούνια ευκολοφούσκωτα.

(Στιχ. 531-532)

Εις τ’ ανεμόποδ’ άλογ’ ανεβαίνουν.

(Στιχ. 535-537)

. . . . και τρέχει άσπλαχνη η Μοίρα . . . . . . . . . . . . . . . Και γυμνό στη σφαγή τον ποδοσέρνει.

(Στιχ. 596)

Που γλυκολαμπυρίζει ωσάν το λάδι.

[Όμηρος]