Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)
Για τη ζωή και το έργο του Το ποιητικό του έργο
Γιώργος Σεφέρης

Γιώργος Σεφέρης (1900-1971)

© Άννα Λόντου
Εκδ. Ίκαρος

Αγκυρανό μνημείο

Κάθε το μήνα μια φορά κάθε τρεις εβδομάδες μαντατοφόροι ν-έρχουνται μαντατοφόροι φεύγουν. Ποιά προσταγή τους έστειλε κανένας δεν το ξέρει· μήτε οι γερόντοι που έχουνε κόκαλο από λελέκι 5 μήτε οι κοπέλες που έχουνε στα φρύδια χελιδόνα και μήτε τα στεγνά βουνά μες στη Γαλλογραικία. Έρχουνται απ’ την Ανατολή κι έρχουνται από τη Δύση από Βοριά κι από Νοτιά, τριαντάφυλλο του αγέρα. Αφήνουν τ’ άτια ρέμπελα και τρέχουν να μεθύσουν 10 κι απ’ τις ταβέρνες βγαίνουνε τρεκλίζοντας και πάνε παραμιλώντας άμοιαστα, τρελοί κι ονειρεμένοι. Ένας λέει για τον Αύγουστο που ’χε για λέπια κάστρα, άλλος γυρεύει Παναγιές που ρέψανε στα σπήλαια κι ένας χαμηλοκούτελος το βασιλιά Ασιτάουντα 15 που ’χε πατέρα δρόλαπα και μάνα τη φουρτούνα και τώρα απόμεινε άλαλος σαν το ξερό ποτάμι. Μα ο Στάθης ο καλόγερος πὄσωσε περπατώντας κι ήταν σπαθάρης μια φορά, σπαθάρης και τζελάτης, στο σιντριβάνι κάθεται, νερό το τυφλοφόρο, 20 κοιτάζει το βασίλεμα και λέει κι απολογάται: «Στον κάτω κόσμο μ’ έστειλες, Αφέντη και Χριστέ μου, κι ολάκερος εμίσεψα κι ολάκερος επήγα· τώρα τη χάρη σου ζητώ, της αμαρτίας δραγάτη· σπόρο του χάρου ν-έσπειρα, να τον θερίσουν άλλοι 25 και κάνε από τον τάφο μου για σένα να βλαστήσω, γαρίφαλο του θρήνου μου και στο πλευρό σου νά ’ρθω».

5. 8. 1949