Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)
Για τη ζωή και το έργο του Το ποιητικό του έργο
Γιώργος Σεφέρης

Γιώργος Σεφέρης (1900-1971)

© Άννα Λόντου
Εκδ. Ίκαρος

Ο δικός μας ήλιος

Ο ήλιος αυτός ήταν δικός μου και δικός σου: τον μοιραστήκαμε ποιός υποφέρει πίσω από το χρυσαφί μεταξωτό ποιός πεθαίνει; Μια γυναίκα φώναζε χτυπώντας το στεγνό στήθος της: «Δειλοί μου πήραν τα παιδιά μου και τα κομμάτιασαν, σεις τα σκοτώσατε 5 κοιτάζοντας με παράξενες εκφράσεις το βράδυ τις πυγολαμπίδες αφηρημένοι μέσα σε μια τυφλή συλλογή». Το αίμα στέγνωνε πάνω στο χέρι που το πρασίνιζε ένα δέντρο ένας πολεμιστής κοιμότανε σφίγγοντας τη λόγχη που του φώτιζε το πλευρό.

Ήταν δικός μας ο ήλιος, δε βλέπαμε τίποτε πίσω από τα χρυσά κεντίδια 10 αργότερα ήρθαν οι μαντατοφόροι λαχανιασμένοι βρόμικοι τραυλίζοντας συλλαβές ακατανόητες είκοσι μερόνυχτα πάνω στη στέρφα γης και μόνο αγκάθια είκοσι μερόνυχτα νιώθοντας ματωμένες τις κοιλιές των αλόγων κι ούτε στιγμή να σταματήσουν για να πιουν το νερό της βροχής. 15 Είπες να ξεκουραστούν πρώτα κι έπειτα να μιλήσουν, σε είχε θαμπώσει το φως. Ξεψύχησαν λέγοντας: «Δεν έχουμε καιρό» γγίζοντας κάτι αχτίδες· ξεχνούσες πως κανείς δεν ξεκουράζεται.

Ούρλιαζε μια γυναίκα: «Δειλοί» σαν το σκυλί τη νύχτα θα ήταν ωραία κάποτε σαν εσένα 20 με στόμα υγρό, τις φλέβες ζωντανές κάτω απ’ το δέρμα με την αγάπη.

Ο ήλιος αυτός ήταν δικός μας· τον κράτησες ολόκληρο δε θέλησες να μ’ ακολουθήσεις κι έμαθα τότε αυτά τα πράγματα πίσω από το χρυσάφι και το μετάξι· δεν έχουμε καιρό. Σωστά μιλήσαν οι μαντατοφόροι.