Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- ρεπορτάζ το [reportáz] Ο (άκλ.) : η συλλογή ειδήσεων, πληροφοριών κτλ., γύρω από επίκαιρο θέμα ή γεγονός και η παρουσίασή τους σε μια εφημερίδα ή περιοδικό, στην τηλεόραση ή στο ραδιόφωνο· (πρβ. ειδησεογραφία): Επίκαιρο / πολιτικό / οικονομικό / αστυνομικό / αθλητικό / καλλιτεχνικό ~. Ελεύθερο ~, που αναφέρεται σε κάθε είδους και γενικού ενδιαφέροντος έκτακτο και επίκαιρο γεγονός ή θέμα. Ραδιοφωνικό / τηλεοπτικό ~. Έκανε ένα ~ για την εγκληματικότητα. Φωτογραφικό ~.
[λόγ. < γαλλ. reportage]