Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- μπουφετζής ο [bufedzís] Ο8 : 1. ιδιοκτήτης ή υπάλληλος κυλικείου. 2. αυτός που είναι υπεύθυνος για τον μπουφέ2α και ιδίως αυτός που βοηθάει τους ανθρώπους που συμμετέχουν σε γιορτή, δεξίωση κτλ. να σερβιριστούν.
[μπουφέ(ς) -τζής]