Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- θερμοδυναμική η [θermoδinamikí] Ο29 : (φυσ.) κλάδος της φυσικής που εξετάζει τη μετατροπή της θερμότητας σε οποιαδήποτε άλλη μορφή ενέργειας ή αντίστροφα τη μετατροπή οποιασδήποτε άλλης μορφής ενέργειας σε θερμότητα: Οι αρχές της θερμοδυναμικής εφαρμόζονται στα θερμοηλεκτρικά εργοστάσια.
[λόγ. < γαλλ. thermodynamique < thermo- = θερμο- + dyna mique = δυναμική]
- θερμοδυναμικός -ή -ό [θermoδinamikós] Ε1 : που αναφέρεται στη θερμοδυναμική: Θερμοδυναμικό αξίωμα / σύστημα.
[λόγ. < διεθ. thermo- = θερμο- + dynamic = δυναμικός]