Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ηλύσιος
1 εγγραφή
ηλύσιος -α -ο [ilísios] Ε6 : στην έκφραση ηλύσια πεδία, μυθολογικός τόπος στο δυτικό άκρο της γης όπου διέμεναν μετά θάνατον οι ψυχές των ηρώων.

[λόγ. < αρχ. Ἠλύσιος, Ἠλύσιον πεδίον, ελνστ. Ἠλύσια πεδία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες