Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- Θεοφάνια τα [θeofánia] Ο40 : η γιορτή της βάφτισης του Xριστού, τα Φώτα.
[λόγ. < ελνστ. ἡ Θεοφάνεια (γιορτή της γέννησης και της βάφτισης του Xριστού, κατά το παλιότερο ἡ Ἐπιφάνεια) > μσν. τα Θεοφάνια (γιορτή της βάφτισης του Xριστού), με αλλαγή γένους και αριθμού αναλ. προς το η Xριστού γέννα > τα Xριστούγεννα (πρβ. αρχ. τά Θεοφάνια `γιορτή στους Δελφούς, όπου έδειχναν αγάλματα θεών΄)]