Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: "γνωστικός 2 -ή -ό"
1 εγγραφή
γνωστικός 2 -ή -ό : που είναι οπαδός της θεωρίας του γνωστικισμού: ~ φιλόσοφος. || (ως ουσ.) οι Γνωστικοί.

[λόγ. επίθ. < μσν. ουσ. Γνωστικοί < γνώστ(ης) -ικοί, πληθ. του -ικός `αυτοί που κατέχουν τη γνώση των χριστιανικών μυστηρίων΄]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες