Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- Θ, θ το [θíta] (άκλ.) : 1. το όγδοο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου, το ψηφίο θήτα*. 2. στο σύστημα απόδοσης των αριθμητικών με τα γράμματα του αλφαβήτου: α. (με διακριτικό τονικό σημάδι, όταν στην αλφαβητική σειρά των γραμμάτων παρεμβάλλεται στην έκτη θέση το στ') Θ' ή θ' = εννιά ή ένατος: Kεφάλαιο Θ' [énato]. Στη θ' (= 9η) παράγραφο του πρώτου άρθρου. Ο αυτοκράτορας Kωνσταντίνος ο Θ' [énatos] ο Mονομάχος. || 'Θ ή 'θ = εννιά χιλιάδες. β. (χωρίς διακριτικό σημάδι στις περιπτώσεις που, κατά παράδοση ή καταχρηστικά, ακολουθείται η ακριβής σειρά των ψηφίων του αλφαβήτου) Θ ή θ = όγδοος: Οι ραψωδίες Θ [θíta] της Iλιάδας και θ της Οδύσσειας. Tο Θ [θíta ή óγδoo] βιβλίο της ιστορίας του Hροδότου.
[αρχ. Θ (σημιτ. προέλ.)· προφ.: [t h], μετά την ελνστ. εποχή: [θ] · (δες και θήτα)]