Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- Ε, ε το [épsilon] (άκλ.) : 1.το πέμπτο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου, το ψηφίο έψιλον*. 2. στο σύστημα απόδοσης των αριθμητικών με τα γράμματα του αλφαβήτου: α. (με διακριτικό τονικό σημάδι) Ε' ήε' = πέντε ή πέμπτος: Kεφάλαιο Ε' [pémto]. || 'Ε ή 'ε = πέντε χιλιάδες. β. (χωρίς κανένα διακριτικό σημάδι στις περιπτώσεις που, κατά παράδοση ή καταχρηστικά, ακολουθείται η ακριβής σειρά των ψηφίων του αλφαβήτου) Ε ή ε = πέμπτος: Οι ραψωδίες Ε [épsilon] της Iλιάδας και ε της Οδύσσειας. Tο Ε [épsilon ή pémto] βιβλίο της ιστορίας του Hροδότου.
[αρχ. Ε (σημιτ. προέλ.)· προφ.: κλειστό βραχύ [e] μέχρι την ελνστ. εποχή, από την ελνστ. εποχή πιο ανοιχτή προφ. και σύμπτ. με το αι· (δες και έψιλον)]