Λεξικό γλωσσολογικών όρων
Θεματική περιοχή: "γνωσιακή γλωσσολογία"
11 εγγραφές [1 - 10] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- γνωσιακή γλωσσολογία [cognitive linguistics]
-
Χωρίς περιεχόμενο...
- γνωσιακή γραμματική [cognitive grammar]
-
Χωρίς περιεχόμενο...
- γνωσιακή σημασιολογία [cognitive semantics]
- Bλ. σημασιολογία...
- γνωστική γλωσσολογία [cognitive linguistics]
-
Βλ. γνωσιακή γλωσσολογία
- κατηγοριοποίηση [categorization]
-
Χωρίς περιεχόμενο...
- μεταφορά [metaphor]
- Η πρώτη μελέτη του φαινομένου ανάγεται στον Αριστοτέλη που αντιμετωπίζει τη μεταφορά ως είδος υπόρρητης σύγκρισης (παρομοίωσης) βασισμένης σε προϋπάρχουσες ομοιότητες (π.χ. σχήμα λόγου ή διακοσμητική προσθήκη στην κυριολεκτική γλώσσα. Άμεση συνάρτηση της προσέγγισης αυτής είναι η παραδοχή ότι κάθε μεταφορική διατύπωση μπορεί να αντικατασταθεί από κυριολεξία με την ίδια σημασία. Ο ακροατής/αναγνώστης αναγνωρίζει τη μεταφορά ακριβώς λόγω της απόκλισής...
- μεταφορά του περιέχοντος [container metaphor]
-
Χωρίς περιεχόμενο...
- μεταφορά, εννοιακή [conceptual metaphor]
-
Βλ. μεταφορά
- μετωνυμία [metonymy]
- Ο όρος συνοψίζει την παλιότερη περιγραφή, αλλά και αντίληψη, του φαινομένου: μια γλωσσική έκφραση που παραπέμπει τυπικά, κυριολεκτικά, σε μια οντότητα Α μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε προκειμένου να παραπέμψουμε, μη κυριολεκτικά αυτή τη φορά, σε μια άλλη οντότητα Β· πρβ. ...
- πολυσημία [polysemy]
- Ο όρος οφείλεται στον γλωσσολόγο M. Bréal (1897) και αναφέρεται στον συσχετισμό μιας μορφής με περισσότερες από μία σημασίες. Η σχέση αυτή είναι εξαιρετικά συχνή στις ανθρώπινες γλώσσες που συστηματικά «συστεγάζουν» διαφορετικές αλλά ...