μετωνυμία [metonymy]
μετωνυμία [metonymy]
Ο όρος συνοψίζει την παλιότερη περιγραφή, αλλά και αντίληψη, του φαινομένου: μια γλωσσική έκφραση που παραπέμπει τυπικά, κυριολεκτικά, σε μια οντότητα Α μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε προκειμένου να παραπέμψουμε, μη κυριολεκτικά αυτή τη φορά, σε μια άλλη οντότητα Β· πρβ. ήπιε δύο ολόκληρα μπουκάλια μόνος του! (: η έκφραση δύο μπουκάλια αντί για το κρασί, ή γενικότερα το ποτό -περίπου 1500 γραμμάρια-, που τους αναλογεί). Τί είναι αυτό που επιτρέπει, αν δεν εμπνέει, μια τέτοια γλωσσική «αταξία»; Η στενότητα της σχέσης ανάμεσα σε δύο οντότητες του κόσμου, είναι η απάντηση. Μια σύντομη ματιά στο παράδειγμά μας θα αρκούσε, για να την επαληθεύσουμε: τα ποτά είναι, κατά κανόνα, διαθέσιμα σε μπουκάλια· «υπάρχουν» σε αυτή τη συσκευασία· δύσκολα μπορούμε να τα φανταστούμε «μόνα» τους. Και για να γενικεύσουμε τη συζήτηση, κάθε απόπειρα να διευρύνουμε τον έλεγχό μας, θα αναδείκνυε απλώς διαφορετικές εκδοχές αυτής της στενής σχέσης -γειτνίαση είναι ο ειδικότερος γλωσσολογικός όρος· πρβ. τα παραδείγματα ακριβότερο φέτος το καλάθι της νοικοκυράς (= τα καθημερινά ψώνια), τα ταξί τραβούν χειρόφρενο αύριο (= οι οδηγοί των ταξί), η Αθήνα είναι σε απόλυτη σύμπνοια με τη Λευκωσία (= η ελληνική κυβέρνηση και η κυπριακή κυβέρνηση), το ΥΠΕΠΘ επιμένει στην ανάγκη των αλλαγών στην παιδεία (= η αρμόδια υπουργός και το επιτελείο της), έχεις διαβάσει καθόλου Κούντερα; (= έργα του Κούντερα), αυτή η διαδρομή είναι πιο χρονοβόρα (= έχει πολλές στροφές), το κάπνισμα βλάπτει σοβαρά την υγεία (= οι συνέπειες του καπνίσματος) κλπ. Σε όλες τις περιπτώσεις, ο λόγος αφορά όχι την οντότητα που είναι γλωσσικά παρούσα αλλά μια άλλη, την οποία «αυτονόητα» ανακαλεί η πρώτη, χάρη στη μεταξύ τους σχέση περιέχοντος-περιεχομένου (: καλάθι-ψώνια), ελέγχοντος-ελεγχομένου (: ταξί-ταξιτζής), έδρας-θεσμού (: Αθήνα/ Λευκωσία-ελληνική/ κυπριακή κυβέρνηση), θεσμού-προσώπου που τον ενσαρκώνει (: Υπουργείο-υπουργός), παραγόμενου-παραγωγού (: συγγραφικό έργο-συγγραφέας), αποτελέσματος-αιτίας (: δαπάνη χρόνου-πολλές στροφές), αιτίας-αποτελέσματος (: κάπνισμα-επιπτώσεις) κλπ. στα παραδείγματά μας.
Πού όμως εδράζεται αυτή η στενή σχέση; Τί είναι αυτό που την εγγυάται, ενθαρρύνοντας την «αταξία» που σημειώσαμε; Η εμπειρία του κόσμου, είναι η απάντηση· ό,τι αποκομίζουμε από την καθημερινή μας επαφή με πρόσωπα και πράγματα. Για να περιοριστούμε στο τελευταίο μας παράδειγμα, ξέρουμε από τις στατιστικές που ακούμε ή διαβάζουμε συχνά, από τις ειδικότερες αναλύσεις που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο φτάνουν στ' αφτιά μας, από τη διάγνωση των γιατρών για την αιτία θανάτου ενός συγγενούς, φίλου ή γνωστού μας, από αποφάσεις δικαστηρίων για αποζημιώσεις για σοβαρή βλάβη της υγείας, από τον αποκλεισμό των καπνιστών από συγκεκριμένους χώρους κλπ., ότι το «κάπνισμα των τσιγάρων», ενεργητικό ή παθητικό, είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με μια σειρά σοβαρές «επιπτώσεις στον οργανισμό μας»· το δεδομένο αυτής της γνώσης είναι που μας επιτρέπει από το πρώτο, το κάπνισμα (: αιτία), να περνούμε στο δεύτερο, τις επιπτώσεις (: αποτέλεσμα), κάτω από την ίδια γλωσσική στέγη, την έκφραση κάπνισμα.
Το ερώτημα και η απάντηση της προηγούμενης παραγράφου -τα οφείλουμε στη γνωσιακή γλωσσολογία - έχουν προωθήσει σημαντικά τη γνώση μας για την ιδιαίτερη φύση του φαινομένου. Τη μετωνυμία λογαριάζουμε πια σαν μια «γνωσιακή» διαδικασία: μέσω μιας εννοιακής οντότητας, του 'οχήματος', πρβ. την ΑΙΤΙΑ[1] στο τελευταίο μας παράδειγμα, παρέχει πρόσβαση σε μια άλλη εννοιακή οντότητα, τον 'στόχο', πρβ. το ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ στο ίδιο παράδειγμα, που «πάει μαζί της» - ανήκει στο ίδιο πεδίο, για να χρησιμοποιήσω τον ειδικότερο όρο: κατά την ανθρώπινη εμπειρία, κάπνισμα και συνέπειες για την υγεία σχηματίζουν ένα συνεκτικό σύνολο στον κόσμο μας, καθώς συνεμφανίζονται επανειλημμένα εκεί.
Η εικόνα του φαινομένου θα συμπληρωθεί λίγο περισσότερο, ωστόσο, αν προσθέσουμε τρεις αλληλένδετες ψηφίδες. Πρώτον, τη θέση του 'οχήματος' μπορεί να καταλαμβάνει μια ιδιότητα απλώς· πρβ. τη χρήση φέρε μας δυο πράσινες ακόμη (= δυο μπύρες Heineken), όσο ακόμη το χαρακτηριστικό πράσινο χρώμα το διέθεταν μόνο τα μπουκάλια της εν λόγω εταιρείας. Δεύτερον, η μετωνυμία επιτρέπει στη γλώσσα να ανανεώνει τα μέσα της· πρβ. την εξέλιξη από το παλιότερο επίθετο της έκφρασης νεαρόν ύδωρ (= φρέσκο νερό) στο γνωστό μας σημερινό ουδέτερο νερό. Το ενδιαφέρον εδώ βρίσκεται στο γεγονός ότι η στενότητα της σχέσης αυτή τη φορά έχει για πεδίο της την ίδια τη γλωσσική εμπειρία: το επαναλαμβανόμενο καθημερινά σχετικό άκουσμα άρχισε κάποια στιγμή να εγγυάται τη συνέχεια, ύδωρ, έστω και αν γλωσσικά παρόν ήταν μόνο το πρώτο στοιχείο της ακολουθίας, νεαρόν. Τρίτον, η ανανέωση που μόλις σημειώσαμε μπορεί να μην έχει τη δραστικότερη μορφή της γλωσσικής αλλαγής (επίθ. νεαρόν > ουσ. νερό) αλλά να σημαίνει απλώς την ανάπτυξη μιας σειράς εκφράσεων με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Πρβ. τις εμφατικές εκφορές κανείς, πουθενά, ποτέ, καθόλου, το παραμικρό, ψυχή (ζώσα) κλπ., που φέρουν το άρωμα της άρνησης , ακριβώς γιατί δεν απαντούν ποτέ σε καταφατικά συμφραζόμενα : για να περιοριστούμε στο τελευταίο μας παράδειγμα, η στενότητα της σχέσης του με το αρνητικό δεν, πρβ. ψυχή (ζώσα) δεν φάνηκε! (ποτέ: *ψυχή (ζώσα) φάνηκε!}, εγγυάται την παρουσία της άρνησης, και όταν αυτή απουσιάζει. Πρβ. τον μικρό διάλογο:
- Φάνηκαν οι πελάτες;
- Ψυχή (ζώσα)!
Τα τελευταία μας παραδείγματα έχουν το επιπλέον προσόν να αναδεικνύουν τη χαρακτηριστικότερη ίσως εκδοχή της μετωνυμίας, ΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΤΙ ΤΟΥ ΟΛΟΥ, και στο πεδίο της γλωσσικής εμπειρίας (το ΜΕΡΟΣ ψυχή (ζώσα), π.χ., είναι σε θέση να μας παραπέμπει στο ΟΛΟ ψυχή (ζώσα) δεν φάνηκε, ακριβώς όπως το ΜΕΡΟΣ νεαρόν άρχισε κάποια στιγμή παλιότερα να παραπέμπει στο ΟΛΟ νεαρόν ύδωρ, κ.ο.κ.). Αυτή η τελευταία παρατήρηση έχει ιδιαίτερη αξία, γιατί στοχεύει, καθώς φαίνεται, στη βαθύτερη φύση του διαγλωσσικού αυτού φαινομένου: να μετατρέπει τις γλωσσικές εκφράσεις σε (λιγότερο ή περισσότερο εννοιακούς) «δείκτες» που μας εκτρέπουν προς κάτι άλλο, είτε αυτό ανήκει στον κόσμο είτε αυτό ανήκει στη γλώσσα.
1 Τα κεφαλαία προορίζονται να υπογραμμίσουν ακριβώς τον εννοιακό χαρακτήρα.
Πηγές
- Βελούδης, Γ. 2005β. Η σημασία πριν, κατά και μετά τη γλώσσα. Αθήνα: Κριτική.