Εξώφυλλο

Εργαλεία

Κατάλογος ρηματικών τύπων της Αρχαίας Ελληνικής

του John J. Bodoh

Αποτελέσματα για: "Λ"

Βρέθηκαν 581 ρηματικοί τύποι [1 - 20]
λα1
ενστ. ρ. λάω (Α) & (Β)
λα3
Επκ. πρτ. ρ. λάω (Β)
λαβ3
αόρ.2 ρ. λαμβάνω [=> & λ. πλήρ. μ.]
λαββαν1
// ενστ. ρ. λαμβάνω (Foed Delph Pell 1B.14)
λαβέ
αόρ.2 ενεργ. πρ., 2ο εν. ρ. λαμβάνω [για τον τονισμό: => Smyth 424b]
λάβε
Επκ. αόρ.2 ενεργ. ορ., 3ο εν. ρ. λαμβάνω
λάβει
Δωρ. αόρ. ενεργ. υπ., 3ο εν. ρ. λαμβάνω [=> Th‒K 104.14]
λαβεσκ3
θαμ. αόρ.2 ρ. λαμβάνω (Ηρόδ. 4.78.4) [θαμ. πρτ. & αόρ.: Επκ. & Ιων., κανονικά: αναύξ. (ενίοτε ποιητ.: αύξ.). => K‒B II, σ. 79 κ.ε.]
λαβέτην
Επκ. αόρ.2 ενεργ. ορ., 3ο δυ. ρ. λαμβάνω
λάβετον
Επκ. αόρ.2 ορ., 2ο δυ. ρ. λαμβάνω (Ἰλ. 10.545)
λάβετον
αόρ.2 ενεργ. πρ., 2ο δυ. ρ. λαμβάνω (Πλάτ. Εὐθύδ. 275b)
λάβῃσι(ν)
Επκ. αόρ.2 ενεργ. υπ., 3ο εν. ρ. λαμβάνω
λάβοισα
Λεσβ. αόρ.2 ενεργ. μτχ., θ. ον. εν. ρ. λαμβάνω (Σαπφ. 22.10 Page)
λαβοῖσα
Δωρ. [=> λιποῖσα] αόρ.2 ενεργ. μτχ., θ. ον. εν. ρ. λαμβάνω (Καλλμ. Εἰς Λουτ. Παλλ.25, διάφ. γρ.)
λαβόντε
αόρ.2 ενεργ. μτχ., δυ. ρ. λαμβάνω
λαβραζ 1
// ενστ. ρ. λαβρεύομαι
λαβρεύεαι
Επκ. ενστ. απθ. ορ., 2ο εν. ρ. λαβρεύομαι
λαβροστομ
ενστ. ρ. λαβροστομέω
λαβρωθ
αόρ. παθ. ρ. λαβρόομαι
λαβῶσαν
Βοιωτ. αόρ.2 ενεργ. μτχ., θ. αιτ. εν. ρ. λαμβάνω (SIG 1185.20, Τανάγρα)