ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός 

Η χρήση της γλώσσας στα μη γλωσσικά μαθήματα: ο λόγος των επιστημών [Ε7] 

Μαρία Αραποπούλου & Γιαννούλα Γιαννουλοπούλου (2001) 

Κείμενο 4: Δ. Λυπουρλής. Υπό έκδοση. Το αρχαίο ελληνικό ιατρικό λεξιλόγιο. Στο Ιστορία της ελληνικής γλώσσας: από τις αρχές έως την ύστερη αρχαιότητα, επιμ. Α.-Φ. Χριστίδης. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη].

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΙΑΤΡΙΚΟ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ

Ο μελετητής του αρχαίου ελληνικού ιατρικού λεξιλογίου δεν μπορεί παρά να κάνει από την αρχή μια βασική διάκριση: από τη μια,. το λεξιλόγιο που διέθετε η αρχαία ελληνική γλώσσα -όπως όλες οι γλώσσες του κόσμου- για να διεκπεραιώνει τις εκφραστικές της ανάγκες στον χώρο των εννοιών "υγεία", "νόσος", "ίαση", και από την άλλη το λεξιλόγιο-δημιούργημα των ανθρώπων της ιατρικής, γενικά, τέχνης. Είναι φανερό ότι στη δεύτερη περίπτωση ο μελετητής είναι υποχρεωμένος να μελετήσει το συγκεκριμένο γλωσσικό υλικό αφενός σε σχέση προς γενικότερα φιλοσοφικά, επιστημονικά και άλλα ρεύματα και αφετέρου σε σχέση προς πρόσωπα-σταθμούς στην ιστορία της συγκεκριμένης τέχνης. Μελετώντας, βέβαια, από τη μια τους τρόπους με τους οποίους συντελέστηκε γενικά η δημιουργία των νέων λέξεων και από την άλλη τις επιδράσεις που τα συγκεκριμένα άτομα δέχτηκαν ή άσκησαν, ο μελετητής έχει την ευκαιρία να προχωρήσει -με όλους, φυσικά, τους αναπόφευκτους περιορισμούς- και σε χρονολογική κατάταξη των λέξεων αυτών (έστω και μόνο με το νόημα: παλιότερες - νεότερες). Εν πάση περιπτώσει ο μελετητής είναι, γενικά, υποχρεωμένος να λάβει υπόψη του τις σημασιακές διαφορές των επιμέρους λέξεων, όπως τις καθιέρωσε ή τις επέβαλε η χρήση των λέξεων αυτών από τους απλούς καθημερινούς ανθρώπους ή η συνήθεια, καμιά φορά και η ιδιοτροπία, των επιμέρους ειδικών της τέχνης. Για τη δήλωση π.χ. της μη φυσιολογικής κατάστασης του οργανισμού η αρχαία ελληνική γλώσσα χρησιμοποίησε (= βρέθηκε κάποτε να έχει) τις λέξεις νόσος, νόσημα, πάθος, πάθημα, ἀρρωστία, ἀρρώστημα, ἀσθένεια: ποιες από τις λέξεις αυτές ήταν δημιουργήματα ή, έστω, χρήσεις των απλών καθημερινών ανθρώπων και ποιες γεννήθηκαν στο στόμα των ειδικών& ακόμη: ποια είναι η (οριστική) χρονολογική -μεταξύ τους- σχέση αυτών των λέξεων, είναι, βέβαια, ερωτήματα εξαιρετικού ενδιαφέροντος, είναι όμως πια, εξαιρετικά επίσης, δύσκολο να δοθεί σ' αυτά μια σίγουρη και οριστική απάντηση -έναν λόγο παραπάνω αφού είναι ήδη διαφορετικές μεταξύ τους οι απαντήσεις που δίνουν οι αρχαίοι ειδικοί, οι οποίοι συχνά εμφανίζονται να διαφωνούν μεταξύ τους ή και να αντιφάσκουν -μέσα στα ίδια τα κείμενά τους!- προς εαυτούς. […]

Η στιγμή είναι κατάλληλη να θυμηθούμε εδώ και τις βασικότερες λέξεις με τις οποίες η ελληνική γλώσσα αναφερόταν στη φυσιολογική κατάσταση του ανθρώπινου (ή γενικά του ζώντος) οργανισμού. Βασική λοιπόν ήταν εδώ η λέξη υγιής, και αυτής παράγωγα ήταν: α) το ουσιαστικό Qγίεια· β) τα επίθετα Qγιεινός και Qγιηρός (το δεύτερο σπανιότερο στους παλιότερους, σχετικά συχνότερο στους μεταγενέστερους συγγραφείς): και τα δύο δήλωναν καθετί (συνήθως εξωτερικούς παράγοντες ή ουσίες) που θα μπορούσε να ασκήσει ευεργετική επίδραση στην υγεία του ατόμου· γ) τα ρήματα Qγιαίνω 'είμαι υγιής, είμαι σε κατάσταση υγείας' (για τον σχηματισμό πρβ. ἀσελγής ~ ἀσελγαίνω, δυσχερής ~ δυσχεραίνω& συχνή η ονοματική χρήση της μετοχής Qγιαίνων, που συχνά εναλλασσόταν με τηλέξη Qγιής) και Qγιάζω 'θεραπεύω' (παθητ. Qγιάζομαι& περίεργη επομένως η εμφάνιση και του παθητ. Qγιαίνομαι). (Στη λέξη Qγιεινός αντιτίθενται οι λέξεις νοσηρός, νοσερός, νοσηλός, νοσώδης, πίνοσος, ἀσθενής, θανατώδης, ενώστηλέξη Qγιηρός οιλέξεις νοσερός, σιναρός, πονέων /αττ. πονφν: για όλες αυτές τις λέξεις βλ. Index Hippocraticus. Στηλέξη Qγιής αντιτίθενται οι λέξεις νοσερός, νενοσηκώς, πεπηρωμένος, κάμνων, ἀσθενέων/αττ. ἀσθενφν, ἀλγέων /αττ. ἀλγφν, πονέων/αττ. πονφν, σιναρός, ενώ ως αντίθετες της λέξης Qγιαίνων χρησιμοποιούνται συχνά οι λέξεις νοσέων/ αττ. νοσφν, κάμνων, ἀλγέων/ αττ. ἀλγφν, ἀσθενέων/ αττ. ἀσθενφν: και γι' αυτές τις λέξεις βλ. Index Hippocraticus).

Aφού μνημονεύσαμε με συντομία τις λέξεις με τις οποίες η ελληνική γλώσσα αναφερόταν στη φυσιολογική και τη μη φυσιολογική κατάσταση του οργανισμού, ας αναφερθούμε -με την ίδια συντομία- και στο λεξιλόγιο με το οποίο δηλώνονταν στον αρχαίο ελληνικό λόγο οι απαραίτητες φροντίδες για το πέρασμα από τη δεύτερη στην πρώτη. Η αρχαία ελληνική γλώσσα διέθετε λοιπόν τέτοιες λέξεις: α) από το θέμα του ρήματος 0Άσθαι· β) από το θέμα του ρήματος ἀκεΦσθαι γ) από το θέμα του ρήματος θεραπεύειν. Ας μνημονεύσουμε τις κυριότερες λέξεις από την κάθε οικογένεια: α) 0ατήρ, 0άτωρ, 0ατρός 'γιατρευτής', 'θεραπευτής', 0Άσθαι, 0ατρεύειν 'φροντίζω κάποιον θεραπευτικά', 'εφαρμόζω σε κάποιον θεραπευτική αγωγή', 4αμα, το α. 'θεραπευτικό μέσο, φάρμακο', β. 'θεραπεία', 0ατήριον, το 'θεραπευτικό μέσο, φάρμακο', 0άσιμος 'που μπορεί να γιατρευτεί', 4ατρα, τα 'αμοιβή για τη θεραπεία', ιατρικός, 0ατρεΦον&πρβ. και το κύριο 8ασώ 'γιατρεύτρα', όνομα μιας από τις κόρες του Ασκληπιού· β) ἀκεΦσθαι 'αποκαθιστώ, διορθώνω', 'θεραπεύω, γιατρεύω', κεσις 'αποκατάσταση', 'θεραπεία, γιατρειά', κος 'φάρμακο, γιατρικό', ἀκεστός 'που μπορεί να γιατρευτεί', ἀνήκεστος 'που δεν μπορεί να γιατρευτεί'& πρβ. και τα κύρια κεσώ 'γιατρεύτρα' και Πανάκεια 'που γιατρεύει τα πάντα', ονόματα θυγατέρων του Ασκληπιού (συχνό και το προσηγορικό πανάκεια 'το γιατρικό που θεραπεύει τα πάντα'· γ) θεραπεύειν, θεραπεία, θεραπευτής, θεράπευμα: οι λέξεις της οικογένειας αυτής, έχοντας στη βάση τους την, ήδη επική, λέξη θεράπων 'δούλος, υπηρέτης' (εξού αρχικά θεραπεύω 'προσφέρω υπηρεσίες δούλου, υπηρέτη') απέκτησαν, στον ιατρικό χώρο, αρχικά τη σημασία των κάθε είδους ιατρικών φροντίδων (φροντίδων τις οποίες μπορούσε να προσφέρει στον άρρωστο ο καθένας, άρα και ο ίδιος ο άρρωστος στον εαυτό του, όχι λοιπόν υποχρεωτικά κατ' αποκλειστικότητα ο γιατρός) και μόνο στη συνέχεια πήραν τη σημασία του 'γιατρεύω, οδηγώ στην ίαση'.

Αξίζει να προσέξει κανείς: α) ότι οι επικές λέξεις 0ατήρ-0άτωρ δεν πήραν αργότερα την ιωνική-αττική μορφή 0ατής ή 0άτης κατά τα σχήματα βουλευτήρ-βουλευτής, ἀκεστήρ-ἀκέστωρ-ἀκεστής, δώτωρ-δότης· β) ότι η καθιερωμένη αργότερα, ήδη επική επίσης, λέξη ιατρός μπορεί, πράγματι, όπως υποδείχθηκε, να διέφερε αρχικά από τα άλλα δύο επικά nomina agentis (ονόματα δηλαδή που δηλώνουν δρων πρόσωπο) κατά τούτο: οι λέξεις 0ατήρ-0άτωρ δήλωναν απλώς τον φορέα της ιδιότητας του θεραπευτή, ενώ η λέξη ιατρός δήλωνε τον άνθρωπο αυτόν κατά τη στιγμή της άσκησης της θεραπευτικής του ικανότητας.

Τέλος, δυο λόγια για τις λέξεις με τις οποίες δηλώνονταν τα μέσα με τα οποία πετυχαινόταν η επάνοδος του οργανισμού από τη μη φυσιολογική στη φυσιολογική του κατάσταση, από τη νόσο στην υγεία (4ασις). Ήδη είδαμε μερικές από τις λέξεις αυτές (π.χ. 4αμα, κος), η βασική όμως λέξη για τη δήλωση του θεραπευτικού μέσου ήταν, βέβαια, η λέξη φάρμακον, μια λέξη που, αρχίζοντας από την ομηρική εποχή, δήλωνε -ανά τους αιώνες- τη συνύπαρξη της επιστημονικής, της βασισμένης δηλαδή στη λογική, ιατρικής με τις λαϊκές θεραπευτικές μεθόδους ή, ακόμη, και με τη μαγεία: η λέξη φάρμακον είχε -και διατήρησε πάντοτε- τη διπλή σημασία του θεραπευτικού μέσου και του δηλητήριου -η δοσολογία ήταν στην πραγματικότητα αυτό που καθόριζε αν το φάρμακον θα οδηγούσε τελικά στην αποκατάσταση της υγείας ή στον θάνατο.

[…]

Πέρα, φυσικά, από το λεξιλόγιο για το οποίο μιλήσαμε ως τώρα, οι αρχαίοι υπηρέτες της τέχνης της ίασης είχαν την ανάγκη, από την εποχή κυρίως του Ιπποκράτη και ύστερα, να διαμορφώσουν και έναν λόγο που θα τους βοηθούσε στη μεταξύ τους επικοινωνία& έναν λόγο που θα τους βοηθούσε να περιγράφουν ή να αιτιολογούν τα επιμέρους ιατρικά φαινόμενα, να τα εξηγούν ο ένας στον άλλον ή στο ευρύτερο κοινό τους, και ακόμη να υπηρετούν εκφραστικά τις συγκεκριμένες επίνοιες, ανακαλύψεις ή θεωρίες τους. Όλα αυτά θα πουν πως οι αρχαίοι γιατροί είχαν ανάγκη να δημιουργήσουν και αυτοί, όπως και οι άλλοι τεχνΦται, τη δική τους ορολογία. Εδώ δεν είναι ο κατάλληλος χώρος για μια άνετη ανάπτυξη του μεγάλου αυτού θέματος, για μερικές όμως όψεις του είναι ασφαλώς ανάγκη να κάνουμε, έστω και σύντομο, λόγο:

α) Με ενδιαφέρον π.χ. διαπιστώνει κανείς ότι οι πρώτοι "επιστήμονες" γιατροί (το πράγμα επαναλήφθηκε και αργότερα, στον χώρο και άλλων "επιστημών", αυτών π.χ. που καλλιέργησαν πρώτοι ο Αριστοτέλης και ο Θεόφραστος), στην προσπάθειά τους να δημιουργήσουν την ορολογία της τέχνης τους, υιοθετούσαν συχνά λέξεις ποιητικές (λέξεις π.χ. που είχαν χρησιμοποιηθεί στο έπος ή στην τραγωδία), στις οποίες οι ίδιοι προσέδιδαν τώρα "τεχνικότερη", "ιατρικότερη" σημασία. Δείγματος χάριν: ἀλάστωρ 'μιασμένος', 'μολυσμένος', ἀλεξιφάρμακον 'αντίδοτο', λκαρ 'φυλακτήριο', 'άμυνα', ἀμβλυωπός 'που έχει αμβλεία την όραση', ἀΣσσω 'κινούμαι ορμητικά', 'ορμώ', 'πηδώ', ἀτρεμαίος 'ατάραχος, γαλήνιος', δνοφερός, δνοφώδης 'σκοτεινός, σκούρος, μαύρος', πίκηρος 'φθαρτός', 'πίνοσος', 'επιθανάτιος', παραμπέχομαι 'περικαλύπτομαι', 'προφασίζομαι', πλάνος 'περιπλάνηση', 'σφάλμα', `τειλή 'τραύμα, πληγή'.

β) Ενδιαφέρον παρουσιάζουν, επίσης, λέξεις του κοινότερου, ακόμη και του τρέχοντος, του καθημερινού δηλαδή λεξιλογίου, στις οποίες οι γιατροί, ιδίως αυτοί που ανήκαν στην ίδια με τον Ιπποκράτη σχολή, προσέδωσαν καινούριες, δικές τους, καθώς φαίνεται, σημασίες, δημιουργώντας με τον τρόπο αυτό λέξεις-όρους, λέξεις δηλαδή με καθαρά συμβατικό σημασιακό περιεχόμενο, χρησιμότατες πάντως για τη μεταξύ τους επικοινωνία. Ως τέτοια παραδείγματα θα μπορούσαν, υποθέτω, να αναφερθούν οι λέξεις φύσις και πρόφασις, στις οποίες οι γιατροί έδωσαν τη σημασία της φυσικής αιτίας που προκαλεί μιαν αρρώστια. Κυρίως όμως θα μπορούσε να αναφερθεί εδώ ως παράδειγμα αυτής της κατηγορίας η λέξη λπίζω (πρβ. και λπίς στι), που στο στόμα των γιατρών έχασε, θα λέγαμε, το συναισθηματικό χρώμα που τη συνόδευε παλιότερα και, παίρνοντας πλέον ένα χρώμα καθαρά νοητικό, άρχισε να σημαίνει την ασφαλή πρόβλεψη της πορείας μιας αρρώστιας (στην απόλυτη αυτή βεβαιότητά του ο γιατρός οδηγούνταν με την παρατήρηση και αξιολόγηση συγκεκριμένων συμπτωμάτων -σημείων- που παρουσίαζε ο ασθενής& τη βεβαιότητα δηλαδή για την ασφαλή πρόβλεψη του μέλλοντος την έδινε στον γιατρό το παρελθόν, αφού από αυτό μπορούσε να αντλεί το δίδαγμα ότι παρόμοιες με τη σημερινή καταστάσεις είχαν πάντοτε οδηγήσει σε μια κατάσταση παρόμοια με αυτήν που τώρα πρόβλεπε και περίμενε). Όμοια σημασιακή εξέλιξη παρουσίασε στο στόμα των γιατρών και η λέξη προσδέχομαι (πρβ. και προσδόκιμός, -όν στι), πράγμα που την έκανε συνώνυμη της λέξης ελπίζω (έτσι, ως συνώνυμες, εξακολουθούσε να χρησιμοποιεί τις δύο αυτές λέξεις-όρους και ο Γαληνός, τον 2ο αι. μ.Χ.).

Ξεχωριστό ενδιαφέρον -από την πλευρά της ιστορίας της γλώσσας, αλλά και της ιστορίας της αρχαίας ελληνικής γραμματείας- παρουσιάζει το γεγονός ότι με τις καινούριες, τις "ιατρικές" αυτές σημασίες, πολλές από τις λέξεις αυτές χρησιμοποιήθηκαν στη συνέχεια και από άλλους συγγραφείς-λογοτέχνες της αρχαιότητας. Τυπική από την άποψη αυτή είναι η περίπτωση του Θουκυδίδη, που όχι μόνο ανέτρεξε στο ιατρικό λεξιλόγιο της εποχής του όταν διαπίστωσε ότι χρειαζόταν μιαν ειδική γλώσσα προκειμένου να περιγράψει σωστά τη βαριά αρρώστια που έπεσε στην Αθήνα στα πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου (επιλέγω εδώ από τα σχετικά κεφάλαια των Ιστοριών του Θουκυδίδη -δείγματος χάριν- τις λέξεις : ἀκρωτήρια, ἀποκαθάρσεις, ξανθεΦν, θέρμη, καρδία 'στόμαχος', καζμα, κενός, πόνος, σπασμός, στηρίζω), αλλά και χρησιμοποίησε με σημασίες που προϋπέθεταν τις "ιατρικές" τους χρήσεις τις λέξεις, π.χ., πρόφασις, λπίζω, προσδέχομαι, για τις οποίες μιλήσαμε μόλις παραπάνω.

γ) Τέλος αξίζει να μνημονεύσουμε με ιδιαίτερη έμφαση το γεγονός ότι οι γιατροί (τόσο οι γιατροί της καθημερινής ιατρικής πράξης όσο και οι γιατροί-συγγραφείς), στην προσπάθειά τους να ευκολύνουν τη δημιουργία της ορολογίας της τέχνης τους, υιοθέτησαν ή καθιέρωσαν τη χρήση μερικών παραγωγικών καταλήξεων, που έτσι κι αλλιώς μας είναι από τότε γνωστές (ιδίως η πρώτη και η τελευταία από αυτές που μνημονεύω εδώ) ως πολύτιμα εκφραστικά μέσα της φιλοσοφικής και επιστημονικής σκέψης. Εννοώ τις παραγωγικές καταλήξεις -σις, -τήριος, -ώδης και -ικός. Οι τέτοιου είδους "ιατρικές" λέξεις είναι πάμπολλες, εδώ όμως ας μνημονευθούν -δείγματος χάριν- οι ακόλουθες: κεσις, ἀπόπληξις, […] λατήριος, μετήριος, θερμαντήριος, 0ητήριος, […] α1μορραγώδης, α1μορροώδης, βηχώδης, […] α1μορραγικός, α1μορροϊκός, δυσεντερικός […]

Τελευταία Ενημέρωση: 09 Φεβ 2022, 12:33