ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
- Κείμενο 1: Hudson, R. A. 1980. Sociolinguistics.Κεφ. 2, Varieties of language, σελ. 39. Cambridge: Cambridge University Press.
- Κείμενο 2: Sapir, E. [1931] 1949. Dialect. Στο Selected Writings of Edward Sapir in Language, Culture and Personality, επιμ. D. G. Mandelbaum, 83-88. Berkeley, Los Angeles & Λονδίνο: University of California Press.
- Κείμενο 3: Tριανταφυλλίδης, M. [1938] 1993. Nεοελληνική γραμματική: Iστορική εισαγωγή. 3ος τόμ. του Άπαντα. Θεσσαλονίκη: Iνστιτούτο Nεοελληνικών Σπουδών.
- Κείμενο 4: Petyt, K. M. 1980. The Study of Dialect: An Introduction to Dialectology. Kεφ.1, Language, dialect and accent. Λονδίνο: André Deutsch.
- Κείμενο 5: Hudson, R. A. 1980. Sociolinguistics.Κεφ. 2, Varieties of language. Cambridge: Cambridge University Press.
- Κείμενο 6: Holmes, J.1992. An Introduction to Sociolinguistics. Λονδίνο & N. Yόρκη: Longman.
- Κείμενο 7: Petyt, K. M. 1980. The Study of Dialect: An Introduction to Dialectology. Kεφ.1, Language, dialect and accent. Λονδίνο: André Deutsch.
- Κείμενο 8: Nτάλτας, Π. 1997. Kοινωνιογλωσσική μεταβλητότητα: Θεωρητικά υποδείγματα και μεθοδολογία της έρευνας. Aθήνα: Eπικαιρότητα.
- Κείμενο 9: Πετρούνιας, E. 1984. Nεοελληνική γραμματική και συγκριτική ("αντιπαραθετική") ανάλυση. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
- Κείμενο 10: Andersson, L. G. & P. Trudgill 1990. Bad Language. Penguin Books, σελ. 76-77 & 171.
- Κείμενο 11: Vendryes, J. [1921] 1978. Le langage: Introduction linguistique à l'histoire. Παρίσι: Albin Michel.
- Κείμενο 12: Tριανταφυλλίδης, M. [1947] 1963. Eλληνικές συνθηματικές γλώσσες. Στο Άπαντα, 2ος τόμ. Θεσσαλονίκη: Iνστιτούτο Nεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη], AΠΘ..
- Κείμενο 13: Andersson, L. G. & P. Trudgill 1990. Bad Language. Penguin Books.
- Κείμενο 14: Andersson, L. G. & P. Trudgill 1990. Bad Language. Penguin Books.
- Κείμενο 15: Calvet, L.-J. 1994. L'argot. Que sais-je?. Παρίσι: Presses Universitaires de France.
- Κείμενο 16: Vendryes, J. [1921] 1978. Le langage: Introduction linguistique à l'histoire.Παρίσι: Albin Michel.
- Κείμενο 17: Tριανταφυλλίδης, M. [1947] 1963. Eλληνικές συνθηματικές γλώσσες. Στο Άπαντα, 2ος τόμ. Θεσσαλονίκη: Iνστιτούτο Nεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη], AΠΘ..
- Κείμενο 18: Kακριδή-Ferrari, M. & Δ. Xειλά-Mαρκοπούλου. 1996. H γλωσσική ποικιλία και η διδασκαλία της νέας ελληνικής ως ξένης γλώσσας. Στο H νέα ελληνική ως ξένη γλώσσα. Aθήνα: Ίδρυμα Γουλανδρή-Xορν.
- Κείμενο 19: Andersson, L. G. & P. Trudgill 1990. Bad Language. Penguin Books.
- Κείμενο 20: Hudson, R. A. 1980. Sociolinguistics.Κεφ. 2, Varieties of language. Kέμπριτζ: Cambridge University Press.
- Κείμενο 21: Kακριδή-Ferrari, M. & Δ. Xειλά-Mαρκοπούλου. 1996. H γλωσσική ποικιλία και η διδασκαλία της νέας ελληνικής ως ξένης γλώσσας. Στο H νέα ελληνική ως ξένη γλώσσα. Aθήνα: Ίδρυμα Γουλανδρή-Xορν, σελ. 29-39.
- Κείμενο 22: Πετρούνιας, E. 1984. Nεοελληνική γραμματική και συγκριτική («αντιπαραθετική») ανάλυση. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
- Κείμενο 23: Kακριδή-Ferrari, M. & Δ. Xειλά-Mαρκοπούλου. 1996. H γλωσσική ποικιλία και η διδασκαλία της νέας ελληνικής ως ξένης γλώσσας. Στο H νέα ελληνική ως ξένη γλώσσα. Aθήνα: Ίδρυμα Γουλανδρή-Xορν.
- Κείμενο 24: Hudson, R. A. 1980. Sociolinguistics.Κεφ. 2, Varieties of language. Kέμπριτζ: Cambridge University Press.
- ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός
Γλωσσική ποικιλία [Α9]
Ρέα Δελβερούδη (2001)
Κείμενο 11: Vendryes, J. [1921] 1978. Le langage: Introduction linguistique à l'histoire. Παρίσι: Albin Michel, σελ. 276-278, © Albin Michel.
Λέγοντας ειδική γλώσσα, εννοούμε μια γλώσσα η οποία δεν χρησιμοποιείται παρά μόνον από ομάδες ατόμων σε ειδικές περιστάσεις. Η περίπτωση του δικαστικού κλητήρα ή του δικαστή είναι ένα παράδειγμα. Όταν δικάζουν ή όταν συντάσσουν τις δικογραφίες τους, χρησιμοποιούν μια γλώσσα πολύ απομακρυσμένη από την καθημερινή χρήση: είναι η δικονομική γλώσσα. Άλλο παράδειγμα μπορούμε να εντοπίσουμε στην περίπτωση της λειτουργικής. Για να απευθυνθούμε στον Θεό, χρησιμοποιούμε συχνά μια ειδική γλώσσα, όπως τα λατινικά των καθολικών ιερέων. Τις εκκλησιαστικές γλώσσες πρέπει να τις κατατάξουμε στις ειδικές γλώσσες. Τέλος, ειδικές γλώσσες είναι και οι αργκό: οι κολλεγιόπαιδες, οι τεχνίτες, οι κακοποιοί χρησιμοποιούν μεταξύ τους μια προσυνεννοημένη γλώσσα. Υπάρχουν πολλές ακόμη ειδικές γλώσσες οι οποίες διακρίνονται από την καθομιλούμενη γλώσσα και χρησιμεύουν σε μια λίγο ως πολύ μυστική επικοινωνία μεταξύ ενός περιορισμένου αριθμού ατόμων. Έχουν όλες το εξής κοινό χαρακτηριστικό, ότι είναι ειδικές σε σχέση με την ίδια κοινή γλώσσα· και αν εξετάσουμε τον σχηματισμό τους, θα καταλάβουμε πως προκύπτουν από την ίδια τάση η οποία συνίσταται στην προσαρμογή της γλώσσας στις ανάγκες της ομάδας που τη χρησιμοποιεί.
Ορισμένες από αυτές τις ειδικές γλώσσες είναι γλώσσες διαφορετικές από την κανονική γλώσσα. Όπως τα λατινικά τα οποία χρησιμοποίησαν για πολύ καιρό οι επιστήμονες για τις διεθνείς τους σχέσεις. Επέλεξαν ως ειδική γλώσσα για να επικοινωνούν με άλλους επιστήμονες μια γλώσσα νεκρή· οι ιερείς μας κάνουν το ίδιο για να απευθυνθούν στον Θεό. Τα σανσκριτικά, άλλη νεκρή γλώσσα, παρέμεινε στην Ινδία η γλώσσα των πάντιτ, των καλλιεργημένων δηλαδή. Ως λειτουργικές γλώσσες διαφορετικές από τη ζωντανή γλώσσα, μπορούμε να αναφέρουμε τα ελληνικά, τα αρχαία σλαβικά, τα αρμενικά, ή, καλύτερα ακόμη, τα κοπτικά, τα οποία διατηρούν ως θρησκευτική γλώσσα άνθρωποι οι οποίοι κανονικά μιλάνε μια γλώσσα ολότελα άλλης οικογένειας, τα αραβικά. Όλα αυτά εξηγούνται από συγκεκριμένους λόγους: από την ανάγκη να γίνει η επικοινωνία δυνατή μεταξύ ανθρώπων που προέρχονται από χώρες πολύ διαφορετικές μεταξύ τους -είναι η περίπτωση της χρήσης των λατινικών από τους επιστήμονες-, ή ακόμη, σε ό,τι αφορά τις θρησκευτικές γλώσσες, από την υποταγή σε μια παράδοση ή, πολύ περισσότερο, από την ανάγκη να διακριθεί το ιερό από το κοσμικό.
Γενικά, οι ειδικές γλώσσες αναπτύσσονται πάνω στα κοινά αποθέματα μιας ζωντανής γλώσσας. Υπάρχουν, όμως, μερικές που είναι τόσο νεκρές όσο τα λατινικά. Τέτοια είναι η γλώσσα των δικαστηρίων. Κάθε όρος έχει λάβει μια οριστική σημασία· οι δικαστές οφείλουν να τη μάθουν και να συμβιβαστούν, χωρίς να αλλάξουν τίποτε. Κατά βάθος δεν είναι τίποτε άλλο από μια τεχνική γλώσσα, όπως η γλώσσα των γιατρών όταν συντάσσουν ένα ιατρικό δελτίο και, εν γένει, η γλώσσα των επιστημόνων κάθε είδους, όταν εξετάζουν ζητήματα της ειδικότητάς τους. Οι τεχνικές γλώσσες οφείλουν την ύπαρξή τους στην ανάγκη να περιγραφούν αντικείμενα ή έννοιες που δεν έχουν όνομα στην τρέχουσα χρήση· καλύπτουν, όμως, εξίσου, την ανάγκη να περιγράψουν "επιστημονικά" -με έναν όρο δηλαδή πιο συγκεκριμένο, ο οποίος να αποκλείει κάθε αμφισημία- αντικείμενα τα οποία η κανονική γλώσσα περιγράφει κατά τα άλλα πολύ καλά. Έτσι, άλλοτε επινοούν ειδικές λέξεις, άλλοτε χρησιμοποιούν με ειδική σημασία λέξεις της κανονικής γλώσσας· αυτό συμβαίνει όταν οι φυσικοί μιλάνε για "μάζα", για "ταχύτητα" ή για "δύναμη". Από αυτή την άποψη οι τεχνικές γλώσσες συντάσσονται με αυτό που λέμε αργκό.