ΕΠΙΛΟΓΕΣ
Εργαλεία
Αρχές Σύνταξης της Αρχαιοελληνικής Γλώσσας
Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΤΩΣΕΩΝ
§2.16. Το ονοματικό κλιτικό σύστημα της αρχαίας ελληνικής διαθέτει πέντε πτώσεις: ονομαστική, γενική, δοτική, αιτιατική και κλητική. Η ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, από την οποία προήλθε η αρχαία ελληνική, διέθετε τρεις επιπλέον, την αφαιρετική, την οργανική και την τοπική. Στην αρχαία ελληνική έχουν διατηρηθεί κάποιοι τύποι αυτών των πτώσεων ως απολιθώματα που χρησιμοποιούνται επιρρηματικά, κυρίως όμως οι λειτουργίες όσων πτώσεων χάθηκαν έχουν αναληφθεί από τις υπόλοιπες. Έτσι οι λειτουργίες της αφαιρετικής επιτελούνται από τη γενική, ενώ της οργανικής και της τοπικής από τη δοτική.
• Η κατηγορία της πτώσης είναι το βασικό μορφολογικό χαρακτηριστικό του ουσιαστικού που καθορίζει τη σύνταξή του, καθώς προσδιορίζει τις δυνατές θέσεις κατανομής του μέσα στην πρόταση. Έτσι, ο τύπος της ονομαστικής υποδηλώνει ότι το ουσιαστικό επιτελεί τη λειτουργία του υποκειμένου ή του κατηγορουμένου της πρότασης. Παρόμοια, η γενική ενός ουσιαστικού μπορεί να λειτουργεί είτε ως προσδιορισμός ενός άλλου ουσιαστικού ή επιθέτου, είτε ως συμπλήρωμα ενός ρήματος. Κατά συνέπεια, η θέση των ουσιαστικών μέσα στην πρόταση εξαρτάται πλήρως από τη συντακτική λειτουργία που μπορούν να επιτελέσουν τα μορφολογικά επιθήματα που δηλώνουν την πτώση.
• Οι πτώσεις της αρχαίας ελληνικής με τις λειτουργίες που επιτελούν και τις λογικές σχέσεις που υποδηλώνουν συγκροτούν σύστημα, καθώς αλληλοπροσδιορίζονται, με εξαίρεση την κλητική η οποία δεν έχει κάποια ιδιαίτερη συντακτική λειτουργία και από μόνη της συγκροτεί επιφωνηματική πρόταση. Ειδικότερα, η ονομαστική διακρίνεται από τις τρεις πλάγιες πτώσεις με βάση τη λειτουργία που επιτελούν σε σχέση με το ρήμα: η ονομαστική είναι η μόνη πτώση που μπορεί να καταλάβει τη θέση του υποκειμένου του ρήματος, ενώ οι πλάγιες πτώσεις χρησιμεύουν μόνο ως αντικείμενα συμπληρώνοντας τη ρηματική σημασία. Και στο εσωτερικό των πλαγίων πτώσεων αναπτύσσονται αντιθετικές σχέσεις, καθώς η καθεμιά υποδηλώνει ένα ιδιαίτερο είδος λογικών σχέσεων: (α) η γενική δηλώνει σχέσεις περιορισμού και εξειδίκευσης, π.χ. στη φράση κρηπὶς λίθων η κρηπίδα εξειδικεύεται ως λίθινη, ενώ στη φράση κρατὴρ οἴνου το περιεχόμενο του κρατήρα προσδιορίζεται ως κρασί· (β) η δοτική υποδηλώνει σχέσεις αντιθετικά προσδιορισμένες (φιλικές ή εχθρικές, ωφέλειας ή βλάβης, χαράς ή λύπης κλπ.), π.χ. στη φράση εὔνους τῷ δήμῳ το επίθετο εὔνους χρειάζεται συμπλήρωμα σε δοτική, γιατί η σχέση που δηλώνεται είναι φιλική, ενώ στη φράση ΘΟΥΚ 2.12 ἥδε ἡ ἡμέρα τοῖς Ἕλλησι μεγάλων κακῶν ἄρξει η δοτική δηλώνει το πρόσωπο προς βλάβη του οποίου θα ξεσπάσουν οι συμφορές που προμηνύει η συγκεκριμένη μέρα· (γ) η αιτιατική είναι η πτώση που λειτουργεί ως άμεσο συμπλήρωμα της έννοιας ρημάτων ή ονομάτων, χωρίς να δηλώνει περαιτέρω ιδιαίτερη λογική σχέση, γι' αυτό και είναι η πτώση στην οποία τίθεται το εσωτερικό και το άμεσο αντικείμενο, π.χ. στις φράσεις ἐσθίω τὸν ἄρτον και λαμβάνω τὸ ἄργύριον οι αιτιατικές λειτουργούν απλώς ως άμεσο συμπλήρωμα της έννοιας του ρήματος. Οι διαφοροποιημένες λειτουργίες των πτώσεων μπορούν να γίνουν πιο σαφείς αν παρατηρηθεί η διαφορετική συμπεριφορά τους στο ίδιο περιβάλλον, π.χ. στη φράση δίδωμί τινι τὸ ἄργύριον η αιτιατική είναι το άμεσο συμπλήρωμα στο οποίο μεταβαίνει η ενέργεια του ρήματος, ενώ η δοτική δηλώνει το πρόσωπο που εισπράττει το αργύριο και ωφελείται από τη ρηματική ενέργεια. Στις παρεμφερείς συντάξεις φίλος τινός και φίλος τινί με τη γενική δηλώνεται περιορισμός και εξειδίκευση (είναι φίλος του συγκεκριμένου και όχι άλλου), ενώ με τη δοτική σχέση αντιθετικά προσδιορισμένη (είναι φίλος του και όχι εχθρός του). Παρόμοια, στη φράση μεταδίδωμί τινι τῆς πολιτείας η γενική περιορίζει την πράξη της μετάδοσης σε ένα μέρος τῆς πολιτείας, και συγκεκριμένα στην άσκηση πολιτικών δικαιωμάτων (η αιτιατική στη θέση της γενικής θα δήλωνε μόνο το αντικείμενο της μετάδοσης, οπότε το νόημα θα ήταν ότι παραδίδω το σύνολο της πολιτείας σε κάποιον), ενώ σε δοτική τίθεται ο αποδέκτης των πολιτικών δικαιωμάτων.