Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός
Αρχαία Ελληνική Ιστοριογραφία
του Α. Ρεγκάκου (με τη συνεργασία του Ν. Μήλτσιου)
Δ5. Πρωτοπρόσωπες παρεμβάσεις
Στην ιστοριογραφία χρησιμοποιείται κατεξοχήν το τρίτο πρόσωπο. Πολύ συχνά όμως οι αρχαίοι Έλληνες ιστορικοί διακόπτουν την αφήγηση και απευθύνονται στους αποδέκτες τους σε πρώτο πρόσωπο. Οι παρεμβάσεις αυτές έχουν ξεχωριστή σημασία, γιατί προσφέρουν στους ιστορικούς την ευκαιρία να εκφράσουν άμεσα την άποψή τους γύρω από τα γεγονότα, να διευκρινίσουν ό,τι ενδεχομένως θα μπορούσε να μη γίνει αντιληπτό ή να παρερμηνευθεί, να προσθέσουν ό,τι θεωρούν απαραίτητο, και γενικά να ελέγξουν και να καθοδηγήσουν την πρόσληψη των έργων τους. Ασφαλώς, όλοι οι ιστορικοί δεν αξιοποιούν με τον ίδιο τρόπο και την ίδια συχνότητα αυτή τη δυνατότητα. Ο Θουκυδίδης, λόγου χάρη, χρησιμοποιεί το πρώτο πρόσωπο πολύ σπάνια, όταν η συζήτηση αφορά ζητήματα μεθοδολογίας της ιστοριογραφίας. Στον αντίποδα βρίσκεται αναμφίβολα ο Πολύβιος, ο οποίος διακόπτει τόσο συχνά την εξιστόρηση για να σχολιάσει, ώστε δεν θα ήταν υπερβολικό να λέγαμε ότι ο εσωτερικός ρυθμός του έργου του χαρακτηρίζεται ακριβώς από την εναλλαγή ενοτήτων που περιγράφουν τα γεγονότα και ενοτήτων που τα σχολιάζουν. Φαίνεται ότι η τάση αυτή γνώρισε μεγάλη διάδοση από τον 4ο αι. και εξής, όταν δηλαδή οι ιστορικοί είχαν πλέον τη συναίσθηση ότι ανήκαν σε μια συγκεκριμένη λογοτεχνική παράδοση και επιχειρούσαν με τις πρωτοπρόσωπες παρεμβάσεις τους να καταστήσουν σαφή τη συμβολή τους σε αυτή την παράδοση και τον τρόπο που την προωθούσαν. Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι οι πρωτοπρόσωπες παρεμβάσεις χρησιμοποιούνται από την αρχή της ιστοριογραφίας, καθώς υπάρχουν ήδη στον Ηρόδοτο.
Ένας βασικός ρόλος που εξυπηρετούν οι παρεμβάσεις αυτές είναι η προβολή της αξιοπιστίας των έργων. Οι ιστορικοί, πράγματι, πολύ συχνά απευθύνονται σε πρώτο πρόσωπο στους αποδέκτες τους για να δηλώσουν ότι υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες των γεγονότων που περιγράφουν ή, όταν κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό, ότι στηρίζουν την εκδοχή που καταγράφουν σε πληροφορίες άλλων αυτοπτών μαρτύρων. Τέτοιες δηλώσεις απαντούν κατά κανόνα στην αρχή του έργου και έχουν προγραμματικό χαρακτήρα, μπορεί όμως, εφόσον συντρέχει ιδιαίτερος λόγος, και να παρεμβάλλονται στην αφήγηση, συνήθως για να ενισχύσουν την αξιοπιστία στοιχείων εκ πρώτη όψεως περίεργων, για παράδειγμα υπερβολικά μεγάλων αριθμών και διάφορων παράδοξων γεγονότων. Είναι εύλογο ότι οι δηλώσεις αυτές γίνονται από ιστορικούς που ασχολούνται με την παρουσίαση σύγχρονων γεγονότων. Οι ομότεχνοί τους που καταγράφουν γεγονότα πολύ παλαιά δεν μπορούν φυσικά να επικαλεστούν την αυτοψία τους ή την προσωπική εξέταση αυτοπτών μαρτύρων προκειμένου να ενισχύσουν την αξιοπιστία της αφήγησής τους, κάνουν όμως κι αυτοί πρωτοπρόσωπες παρεμβάσεις, άλλοτε για να δηλώσουν απλώς τις πηγές που χρησιμοποιούν κι άλλοτε για να εξηγήσουν τους λόγους για τους οποίους προκρίνουν την πηγή ή την εκδοχή που υιοθετούν.
Με την πάροδο του χρόνου, και καθώς το είδος της ιστοριογραφίας εξελίσσεται, οι πρωτοπρόσωπες παρεμβάσεις χρησιμοποιούνται από τους ιστορικούς όχι μόνο για να αποκαλύπτουν τις πηγές τους αλλά και για να προβάλλουν για τον εαυτό τους την εικόνα ενός σοβαρού και αξιόπιστου συγγραφέα, ικανού να αναλάβει το δύσκολο και πολύπλοκο εγχείρημα της συγγραφής ιστορίας. Έτσι, οι ιστορικοί συχνά απευθύνονται στους αποδέκτες τους για να τους διαβεβαιώσουν ότι διαθέτουν την απαραίτητη εμπειρία για να αναπτύξουν τα πολιτικά και στρατιωτικά ζητήματα που πραγματεύονται. Για κάποιους από αυτούς η αναρρίχησή τους σε δημόσια αξιώματα λειτουργεί ως επιχείρημα αποφασιστικής σημασίας προς αυτή την κατεύθυνση. Ο Δίωνας ο Κάσσιος και ο Ηρωδιανός, λόγου χάρη, αναφέρουν τις διοικητικές θέσεις που κατείχαν, ώστε να αποδείξουν την επάρκεια και την καταλληλότητά τους. Πολλοί φροντίζουν να αναφέρουν τους κόπους στους οποίους υπεβλήθησαν για να ολοκληρώσουν το έργο τους, μνημονεύοντας, για παράδειγμα, τα ταξίδια που πραγματοποίησαν για να συλλέξουν το υλικό τους ή τον αριθμό των ετών που χρειάστηκαν, προκειμένου να τονίσουν τη σοβαρότητα και την υπευθυνότητα με την οποία αντιμετώπισαν το έργο που ανέλαβαν. Ακόμη σημαντικότερη, ιδίως για τους ιστορικούς που καταγράφουν σύγχρονα γεγονότα και για όσους εμφανίζονται ως χαρακτήρες στα έργα τους, είναι η διαβεβαίωση ότι δεν καταπιάστηκαν με τη συγγραφή ιστορίας υποκινούμενοι από προσωπικές φιλοδοξίες και προκαταλήψεις, αλλά με γνώμονα την εξυπηρέτηση του κοινού συμφέροντος. Η επιθυμία τους να αποφύγουν την κατηγορία της μεροληψίας κάνει τους ιστορικούς να τονίζουν συχνά ότι αξιολογούν τους χαρακτήρες των έργων τους με μοναδικό κριτήριο τις πράξεις τους. Τέλος, αξίζει να αναφερθούν οι πρωτοπρόσωπες παρεμβάσεις με τις οποίες οι ιστορικοί ασκούν κριτική σε ομοτέχνους τους, για να διορθώσουν τα λάθη που εντοπίζουν στα έργα τους, αλλά και για να προβάλουν ταυτόχρονα τις βελτιώσεις που επιφέρουν οι ίδιοι στην παράδοση.
Βιβλιογραφία
DEWALD, C. 1987. «Narrative Surface and Authorial Voice in Herodotus' Histories», Arethusa 20, 147-70.
GRIBBLE, D. 1998. «Narrator Interventions in Thucydides», JHS 118, 41-67.
JONG, I. J. F. de - NÜNLIST, R. - BOWIE, A. M. (εκδ.) 2004. Narrators, Narratees, and Narratives in Ancient Greek Literature, τόμ. 1, Leiden.
MARINCOLA, J. 1997. Authority and Tradition in Ancient Historiography, Κέμπριτζ.