Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός
Αρχαία Ελληνική Ιστοριογραφία
του Α. Ρεγκάκου (με τη συνεργασία του Ν. Μήλτσιου)
Β1. Γενικά
Η ιστορία δεν αποτέλεσε ποτέ διακριτή επιστήμη ή διακριτό μάθημα στα σχολεία κατά την αρχαιότητα -η μελέτη των ιστορικών έργων εξυπηρετούσε αποκλειστικά ρητορικούς σκοπούς (ύφος, συλλογή παραδειγμάτων ή επιχειρημάτων κλπ.)· για τον λόγο αυτόν η θεωρητική θεμελίωση της ιστορίας μπορεί να συναχθεί μόνον εμμέσως (και συνήθως παρεμπιπτόντως) από τα ίδια τα έργα των αρχαίων ιστορικών. Οι λίγες ρητές θεωρητικές αναλύσεις που παραδίδονται έχουν συνήθως ως θέμα τους προβλήματα μορφής ή αποτελεσματικότητας της παρουσίασης των γεγονότων και όχι γενικότερα ζητήματα για τη φύση και τον σκοπό της ιστορίας. Κατά συνέπεια, δεν υφίσταται σαφής διαίρεση της ιστοριογραφικής παραγωγής σε επιμέρους είδη κατά την αρχαιότητα. Μεμονωμένοι όροι απαντούν λ.χ. στον Πολύβιο: με τη διατύπωση τὰ καθόλου γράφειν (5.33.2) χαρακτηρίζει την παγκόσμια ιστορία του Έφορου, ενώ η έκφραση οἱ κατὰ μέρος ἱστορίας γράφοντες (8.2.2· κατὰ μέρος συντάξεις στο 3.32) τους συγγραφείς ιστορικών μονογραφιών, τους οποίους ο Ισοκράτης (Αντίδ. 45) είχε αποκαλέσει τὰς πράξεις τὰς ἐν τοῖς πολέμοις συναγαγόντας και τους είχε αντιδιαστείλει προς τους γενεαλόγους (τοὺς τὰ γένη τῶν ἡμιθέων ἀναζητοῦντας· ο ίδιος στον Παναθ. 1 κάνει λόγο για λόγους τοὺς τὰς παλαιὰς πράξεις καὶ τοὺς πολέμους τοὺς Ἑλληνικούς ἐξηγουμένους). O Πολύβιος πάλι επιχειρεί μια πρόχειρη διαίρεση στο χωρίο 9.1.3: ὁ γενεαλογικὸς τρόπος, ὁ περὶ τὰς ἀποικίας καὶ κτίσεις καὶ συγγενείας, ὁ περὶ τὰς πράξεις τῶν ἐθνῶν καὶ πόλεων καὶ δυναστῶν.
Στη σύγχρονη εποχή η κυρίαρχη άποψη για τα διάφορα ιστοριογραφικά είδη έχει διατυπωθεί από τον μεγάλο Γερμανό φιλόλογο Felix Jacoby σε ένα άρθρο με το οποίο ανήγγειλε τη μνημειώδη έκδοση των αποσπασμάτων των αρχαίων ιστορικών. Στο άρθρο αυτό ο Jacoby κατατάσσει την ιστοριογραφική παραγωγή των αρχαίων Ελλήνων σε πέντε είδη, και μάλιστα με τη σειρά με την οποία τα είδη αυτά αναπτύχθηκαν κατά την άποψή του κατά τη διάρκεια κυρίως του 5ου αιώνα π.Χ. Το πρώτο χρονολογικά είδος συγκροτείται από τα μυθογραφικά έργα· η αρχή σηματοδοτείται με τις Γενεαλογίες του Εκαταίου του Μιλήσιου (τέλη του 6ου - αρχές του 5ου αιώνα π.Χ.) και ακολουθούν κατά τη διάρκεια του 5ου αιώνα έργα άλλων λογογράφων (π.χ. του Φερεκύδη του Αθηναίου, του Ακουσίλαου από το Άργος ή του Ελλάνικου από τη Λέσβο). Το είδος συνεχίζεται κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα (π.χ. Aναξίμανδρος ο νεότερος από τη Μίλητο, Άνδρων από την Αλικαρνασσό, Ηρόδωρος ο Ηρακλεώτης) και εκλείπει γύρω στο 400 π.Χ.· οι ιστορικοί είτε παραλείπουν πια στα έργα τους τους «μυθικούς» χρόνους (όπως κάνει ο Έφορος) είτε τους προτάσσουν ως εισαγωγή μιας παγκόσμιας ιστορίας (Διόδωρος ο Σικελιώτης).
Το δεύτερο είδος το αποτελούν τα εθνογραφικάέργα· και το είδος αυτό έχει κατά τον Jacoby τις απαρχές του στον Εκαταίο, και συγκεκριμένα στο δεύτερο μεγάλο έργο του Μιλήσιου, την Περίοδο ή Περιήγηση Γης. Στο είδος αυτό κατατάσονται τα έργα τα οποία πραγματεύονται από γεωγραφική-εθνογραφική άποψη μια συγκεκριμένη χώρα (Περσικά, Λυδιακά, Αιγυπτιακά κλπ.) και που, όπως μαρτυρούν οι γεωγραφικοί-εθνογραφικοί λόγοι του Ηροδότου, τα πρώτα δηλαδή 4 βιβλία των Ιστοριών του «πατέρα της ιστορίας», διαρθρώνουν το υλικό τους γύρω από τέσσερις θεματικούς άξονες, τη γεωγραφία της χώρας, την ιστορία της κατά γενεαλογική σειρά των δυναστειών και βασιλέων της, τα λεγόμενα θαυμάσια (κυρίως μνημεία και τεχνικά έργα) και τους νόμους, τα ήθη δηλαδή και έθιμα, των κατοίκων της. Το παλαιότερο έργο αυτού του είδους είναι τα Περσικά του Διονύσιου από τη Μίλητο (αρχές του 5ου αιώνα π.Χ.) και ακολουθούν τα Λυδιακά (Ξάνθος ο Λυδός, δεύτερο μισό 5ου αι. π.Χ.) και τα Αιγυπτιακά του Ελλάνικου· το είδος εξακολουθεί να υπάρχει σε όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας και γνωρίζει ιδιαίτερη ακμή από την εποχή των κατακτήσεων του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Ρώμης, όταν συντάσσονται Βαβυλωνιακά, Φοινικικά, Αραβικά, Ινδικά, Ιουδαϊκά, Ρωμαϊκά, Παρθικά, Ισαυρικά καιΚαππαδοκικά.
Το τρίτο είδος είναι τα χρονογραφικά έργα, το αρχαιότερο των οποίων είναι οι Ἱέρειαι τῆς Ἥρας αἱ ἐν Ἄργει του Ελλάνικου. Μεταγενέστεροι συγγραφείς χρησιμοποιούν διαφορετικά χρονολογικά συστήματα (π.χ. τους βασιλείς της Σπάρτης ή τους επώνυμους άρχοντες της Αθήνας)· τελικά θα επικρατήσει το σύστημα των Ολυμπιάδων που εισάγει ο Τίμαιος και θα αποδειχθεί ιδιαιτέρως χρήσιμο για τη σύνταξη παγκοσμίων ιστοριών.
Το επόμενο και σημαντικότερο είδος είναι η σύγχρονη ιστορία (Zeitgeschichte), τα έργα δηλαδή συγγραφέων που, χωρίς τοπικούς περιορισμούς, αφηγούνται την ελληνική ιστορία της εποχής τους ή έως την εποχή τους. Τα κατά Jacoby κύρια χαρακτηριστικά αυτών των έργων είναι η αφήγηση γεγονότων κυρίως της εποχής ή έως την εποχή του συγγραφέα, η ελληνική οπτική γωνία και η πανελλήνια προσέγγιση, δηλαδή η εξιστορήση γεγονότων όλων των ελληνικών πόλεων. Το είδος αυτό κάνει την πρώτη του εμφάνιση με τα βιβλία 7 έως 9 των Ιστοριών του Ηροδότου και φθάνει στην κορύφωσή του με το έργο του διαδόχου του Αλικαρνασσέα, με την Ιστορία του Θουκυδίδη. Μετά τον Θουκυδίδη τα έργα που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία είτε πραγματεύονται έναν συγκεκριμένο πόλεμο (Καλλισθένης, Περί του Ιερού πολέμου, Φιλίνος από τον Ακράγαντα [Καρχηδονιακοί πόλεμοι], Σιληνός ο Καλλατιανός, Περί Αννίβαν Ιστορίαι) είτε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, όπως π.χ. κάνει ο Ξενοφώντας με τα Ελληνικά του ή άλλοι «συνεχιστές» του Θουκυδίδη (Ελληνικά του Θεόπομπου, τα λεγόμενα Ελληνικά της Οξυρύγχου, Κράτιππος). Σε μια τελευταία υποκατηγορία της σύγχρονης ιστορίας κατατάσσονται τα έργα που επικεντρώνονται σε σημαντικές ιστορικές προσωπικότητες (π.χ. τα Φιλιππικά του Θεόπομπου και τα ιστορικά έργα για τον Αλέξανδρο ή τους διαδόχους του).
Τελευταίο εμφανίσθηκε το είδος της τοπικής ιστορίας, των ὥρων ή ὡρογραφιῶν. Κατά τον Jacoby το είδος αυτό δεν υπήρχε, όταν ο Ηρόδοτος συνέλεγε το υλικό για το έργο του στα μέσα του 5ου αιώνα, αλλά πρωτοεμφανίσθηκε περί τα τέλη του αιώνα αυτού. Τα έργα τοπικής ιστορίας είχαν τη δομή του χρονικού, με άλλα λόγια τα γεγονότα καταγράφονταν κατ' έτος και κατά χρονολογική σειρά εντός του ιδίου έτους, περιλάμβαναν όχι μόνο πολιτικά γεγονότα ή πολέμους, αλλά μια μεγάλη ποικιλία πληροφοριών (π.χ. θρησκευτικά ή γενικότερα «πολιτιστικά» γεγονότα) και είχαν τοπική εστίαση, πραγματεύονταν δηλαδή μια συγκεκριμένη πόλη. Η ακμή της τοπικής ιστορίας τοποθετείται στον 4ο αιώνα κατά τον οποίο συντάχθηκε ένας μεγάλος αριθμός Ατθίδων, τοπικών δηλαδή ιστοριών της Αττικής, από τους λεγόμενους Ατθιδογράφους -η πρώτη είχε συνταχθεί από τον Ελλάνικο στα τέλη του 5ου αι. π.Χ.
Η διαίρεση των έργων των αρχαίων ιστορικών στα πέντε προαναφερθέντα είδη που ακολούθησε ο Jacoby στη συλλογή των αποσπασμάτων των αρχαίων ιστορικών (Die Fragmente der griechischen Historiker, Leiden 1923 κ.ε.) έχει επικριθεί από την πρόσφατη έρευνα για διάφορους λόγους, οι δύο σημαντικότεροι από τους οποίους είναι οι εξής: η «τελεολογική» πλευρά της θεωρίας του -τα πρώτα «ιστορικά» έργα ως περισσότερο ή λιγότερο «πρωτόγονα», η Ιστορία του Θουκυδίδη ως η αποκορύφωση της αρχαιοελληνικής ιστοριογραφίας και η παρακμή της τελευταίας ήδη αμέσως μετά τον 5ο αιώνα π.Χ.· η προβληματική κατηγορία της σύγχρονης ιστορίας, για την οποία δεν είναι δυνατό να εντοπισθεί ένας συνεπής και διακριτός αρχαίος όρος: έτσι οι συχνότατοι τίτλοι ιστορικών έργων με την κατάληξη -κά (Ελληνικά, Βοιωτικά, Μακεδονικά κλπ.) μπορεί να υποδηλώνουν οποιαδήποτε από τις τρεις κατηγορίες του Jacoby, εθνογραφία, τοπική ή σύγχρονη ιστορία. Επίσης, κατά την άποψη του Γερμανού μελετητή, όταν η οπτική γωνία του συγγραφέα ενός έργου είναι γενικά ελληνική, το έργο ανήκει στην Zeitgeschichte, όταν είναι η οπτική γωνία μιας συγκεκριμένης ελληνικής πόλης ή μιας μη ελληνικής χώρας το έργο (ακόμη και αν πραγματεύεται γεγονότα σύγχρονα της εποχής του συγγραφέα του) ανήκει στην εθνογραφία ή την τοπική ιστορία.
Στην πρόσφατη έρευνα (J. Marincola) έχει προταθεί η διαίρεση των ιστορικών έργων σε είδη βάσει μιας σειράς κριτηρίων: το πρώτο κριτήριο είναι το ερώτημα αν το έργο είναι αφηγηματικό ή όχι· αρχαία ιστορικά έργα εμφανίζουν συχνά μια μικτή μορφή, τον συνδυασμό δηλαδή αφηγηματικών και μη αφηγηματικών τμημάτων (λ.χ. οι Ιστορίες του Ηρόδοτου, ο Πολύβιος με το μη αφηγηματικό 6ο βιβλίο του, τα Ινδικά του Αρριανού κλπ.)· άλλο κριτήριο αποτελεί η αφηγηματική εστίαση, η οποία μπορεί να κυμαίνεται από τις πράξεις μιας συγκεκριμένης ιστορικής προσωπικότητας (π.χ. Μέγας Αλέξανδρος), μιας ομάδας ατόμων (Ξενοφώντα, Κύρου Ανάβασις), μιας συγκεκριμένης πόλης-κράτους ή μιας ομάδας πόλεων-κρατών/ενός έθνους (τα πολυάριθμα Ελληνικά) ή όλης της οικουμένης (π.χ. Διόδωρος). Κριτήρια αποτελούν επίσης τα χρονικά όρια, το χρονολογικό πλαίσο δηλαδή της αφήγησης (από τις μυθικές απαρχές/ την αρχαϊκή ιστορία/ την πρόσφατη/ τη σύγχρονη ιστορία), η χρονολογική δομή ενός έργου (αφήγηση κατ' έτος, κατ' ἄρχοντας καὶ βασιλέας, κατὰ γένος, δηλαδή κατά γεωγραφική ή θεματική περιοχή κλπ.) και το θέμα (πολυθεματικά έργα, όπως του Ηρόδοτου, ή επικεντρωμένα σε ένα και μοναδικό θέμα, όπως η Ιστορία του Θουκυδίδη, κλπ.).
Βιβλιογραφία
Fornara, Ch. W. 1983. The Nature of History in Ancient Greece and Rome, Berkeley and Los Angeles.
Jacoby, F. 1909. Die Entwicklung der griechischen Historiographie, στο: F. Jacoby, Abhandlungen zur Griechischen Geschichtsschreibung, Leiden 1956, 16-64.
Marincola, J. 1999. «Genre, Convention, and Innovation in Greco-Roman Historiography», στο: Chr. S. Kraus (έκδ.), Genre and Narrative in Ancient Historical Texts, Leiden, 281-324.
-, (έκδ.) 2007. A Companion to Greek and Roman Historiography, τόμ. 1, Οξφόρδη.
Näf, B. 2010. Antike Geschichtsschreibung. Form, Leistung, Wirkung, Στουτγάρδη.
Strasburger, H. 1966. Die Wesensbestimmung der Geschichte durch die antike Geschichtsschreibung, Wiesbaden.