Β3. Πάροδος (ή Είσοδος) Χορού
1. Τον Πρόλογο τον ακολουθούσε στα έργα της Αρχαίας Κωμωδίας ένα από τα θεαματικότερα μέρη: η Πάροδος, όπου οι θεατές πρωταντίκριζαν το Χορό να μπαίνει από τις παρόδους -τους διαδρόμους δεξιά και αριστερά από τη Σκηνή- στην Ορχήστρα, άκουγαν τα λόγια ή το τραγούδι του, και πρόσεχαν το ντύσιμο, τη μάσκα και τις βαδιστικές ή χορευτικές του κινήσεις. Αυτή η πρώτη εμφάνιση του Χορού είχε σημασία για την επιτυχία του έργου, και οι χορηγοί έβαζαν τα δυνατά τους η Σκευή να είναι πρωτότυπη και εντυπωσιακή. Μερικές φορές το παράκαναν, και σωστά ο Αριστοτέλης καυτηριάζει όποιον στην εποχή του κωμῳδοῖς χορηγῶν επιδείκνυε τον πλούτο του ἐν τῇ παρόδῳ πορφύραν εἰσφέρων … (Ηθικ. Νικ. 1123a).
2. Οι χορευτές έμπαιναν στην Ορχήστρα από τη μια ή και από τις δύο παρόδους, όλοι μαζί, ή χωρισμένοι σε ημιχόρια ή ομάδες, ή και ένας ένας σποράδην, πότε με φιλική πότε με επιθετική διάθεση, πότε ήρεμα πότε βιαστικά, πότε τραγουδώντας και χορεύοντας, πότε όχι. Συγκεκριμένα: στους Αχαρνείς, οι γερο-καρβουνιάρηδες εισορμούν τρεχάτοι αναζητώντας τον Δικαιόπολη να τον πετροβολήσουν ως προδότη (204κκ)· παρόμοια στους Ιππείς, οι καβαλάρηδες, με το που εισβάλουν τρεχάτοι, επιτίθενται στον Κλεωνα: παῖε, παῖε τὸν πανοῦργον … (247κκ.)· στις Νεφέλες, οι «Συννεφούλες», προσκαλεσμένες από τον Σωκράτη, καταπλέουν αργά και φιλικά, τραγουδώντας (275κκ)· στους Σφήκες, οι γεροδικαστές πορεύονται αργά και κοπιαστικά, δίνοντας ο ένας στον άλλον κουράγιο (230κκ.)· στην Ειρήνη, οι γεωργοὶ κἄμποροι καὶ τέκτονες / καὶ δημιουργοί καὶ μέτοικοι καὶ ξένοι / καὶ νησιῶται προστρέχουν με προθυμία στο κάλεσμα του Τρυγαίου να τον βοηθήσουν (301κκ.)· στους Όρνιθες, μαστορικά οργανωμένη, η κλιμακωτή Πάροδος των πουλιών ακολουθεί το σχήμα της Επιτάχυνσης (267κκ.)· στη Λυσιστράτη, όπου προηγείται ασθμαίνοντας ο Χορός των γερόντων και ακολουθεί ο Χορός των ηλικιωμένων γυναικών, τα μέλη κάθε ομάδας παροτρύνονται στο ξεκίνημα και ενθαρρύνονται μεταξύ τους (254κκ.)· στις Θεσμοφοριάζουσες ο γυναικείος Χορός, προκαλεσμένος από την Κηρύκαινα, μπαίνει ψάλλοντας ύμνο στους θεούς (312κκ.)· παρόμοια στους Βατράχους, ο Χορός των Μυστών πορεύεται τελετουργικά υμνολογώντας τον Ίακχο, την Δήμητρα και την Κόρη (324κκ.)· στις Εκκλησιάζουσες οι γυναίκες αντρειεύονται, και σπεύδουν να προλάβουν την Εκκλησία του Δήμου (285κκ.)· τέλος, στον Πλούτο, γεροντικός και αδύναμος, o Χορός Αγροίκωνμάταια προσπαθεί να βιαστεί, όπως τον παροτρύνει ο Χρεμύλος (257κκ.).
3. Προσέχουμε ότι στις περισσότερες περιπτώσεις ο Χορός εμφανίζεται ύστερα από πρόσκληση· και αν όχι, πάλι συχνά, στο ξεκίνημα και πριν τραγουδήσουν, οι χορευτές ισχυροποιούν τις προθέσεις τους και παίρνουν θάρρος να προχωρήσουν. Οι προσκλήσεις και οι διάφορες εντολές και οδηγίες εις εαυτόν, που μορφολογικά τυχαίνει να θυμίζουν τους Κατακελευσμούς των Αγώνων, λειτουργούν συνδετικά και καλύπτουν τον νεκρό χρόνο που δημιουργεί κάθε νέα εμφάνιση ή αποχώρηση προσώπων από τη σκηνή. Στην Πάροδο ανήκουν και τα Χορικά τραγούδια που ακολουθούν, κατά κανόνα σε αντιστροφική διάταξη.
4. Χαρακτηριστικά είναι και τα μέτρα που κάθε φορά συνταιριάζουν με τις συνθήκες της Παρόδου: (α) γοργά και ζωηρά τροχαϊκά καταληκτικά τετράμετρα, όταν ο Χορός εισβάλλει στην ορχήστρα τρεχάτος, όπως στους Αχαρνείς, στους Ιππείς, στην Ειρήνη και στους διαλόγους που πλαισιώνουν την άφιξη των πουλιών στους Όρνιθες· (β) άνετα ιαμβικά καταληκτικά τετράμετρα στους Σφήκες, την Λυσιστράτη και τον Πλούτο, όπου οι γεροντικοί χοροί πορεύονται με κόπο, αργότερα και στις Εκκλησιάζουσες της Μέσης Κωμωδίας, παρόλο που οι γυναίκες είναι βιαστικές! Προσέχουμε ότι στις Παρόδους των έντεκα αριστοφανικών κωμωδιών δεν έχει χρησιμοποιηθεί το συνηθισμένο στην Τραγωδία ήρεμο και επιβλητικό βαδιστικό αναπαιστικό τετράμετρο. Μόνο στις Νεφέλες βλέπουμε όχι το τραγούδι των χορευτών, αλλά τους διαλόγους που πλαισιώνουν την Πάροδο να είναι συνθεμένοι σε αναπαιστικά τετράμετρα.
5. Για τις Παρόδους στην Κωμωδία, βλ. A.W. Pickard-Cambridge, Dithyramb, Tragedy and Comedy, Oxford: Clarendon 21962, σ. 304κκ., και B. Zimmermann, «The parodoi of the Aristophanic comedies», στον τόμο E. Segal (επιμ.), Oxford readings in Aristophanes, Οξφόρδη: OUP 1996, σ. 182-193.