Εξώφυλλο

Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός

Αρχαία Ελληνική Κωμωδία

του Φ. Ι. Κακριδή

Α1. Κωμωδία (γενικά)

1. Το όνομά της η Κωμῳδία δεν το πήρε από την κώμην, το χωριό, όπως ισχυρίζονταν οι Δωριείς, αλλά από τον κῶμο, παλιά λέξη για το φαγοπότι, αλλά και για την παρέα των γλεντοκόπων, τους κωμαστάς, που μετά την οινοποσία τριγύριζαν κωμάζοντες, τραγουδώντας και ξεσηκώνοντας τον κόσμο, για να τιμήσουν τον Διόνυσο ή κάποιον άλλο θεό. Η παραλλαγή Τρυγῳδία, κωμική επινόηση του Αριστοφάνη (Αχαρν. 499κκ., Σφήκ. 1537 κ.α.), παραπέμπει ως σχηματισμός στην Τραγῳδία, ως περιεχόμενο στο κατακάθι του κρασιού, την τρύγα.

 

2. Κωμικά δρώμενα υπήρχαν από παλιά, αλλά οι πληροφορίες μας για την εξέλιξή τους -από τα πανάρχαια έθιμα και τις αυτοσχέδιες προθεατρικές μορφές ως τις πρώιμες παραστάσεις του 6ου και των αρχών του 5ου αιώνα- είναι λιγοστές, καθώς το είδος ήταν καθαρά λαϊκό, και όπως σωστά σημειώνει ο Αριστοτέλης, ἡ δὲ κωμῳδία διὰ τὸ μὴ σπουδάζεσθαι ἐξ ἀρχῆς ἔλαθεν· καὶ γὰρ χορὸν κωμῳδῶν ὀψέ ποτε ὁ ἄρχων ἔδωκεν (Ποιητ. 1449b). Πραγματικά, η εικόνα της Αττικής Κωμωδίας αρχίζει να ξεκαθαρίζει μόνο μετά την ένταξη των κωμικών παραστάσεων στο επίσημο πρόγραμμα των γιορτών του Διονύσου: το 486 π.Χ. στα Μεγάλα Διονύσια και το 455 π.Χ. στα Λήναια. Από τότε οι πληροφορίες πολλαπλασιάζονται και στο υλικό μας έρχονται να προστεθούν πλήθος κωμικά αποσπάσματα, έντεκα ολόκληρες κωμωδίες του Αριστοφάνη, μία (σχεδόν) ολόκληρη και σημαντικά αποσπάσματα από έξι ακόμα κωμωδίες του Μένανδρου.

 

3. Σχεδόν όλα τα στοιχεία που διαθέτουμε για την πορεία της Κωμωδίας μετά το 486 π.Χ. αφορούν την πορεία της Αττικής Κωμωδίας, όπου κιόλας οι αρχαίοι φιλόλογοι είχαν ξεχωρίσει τρείς περιόδους:

(α) Την Αρχαία ή Παλαιά Κωμωδία, από το 487 π.Χ. ως το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου (404 π.Χ.)

(β) Τη Μέση Κωμωδία, από το 404 π.Χ. ως το θάνατο του Μεγαλέξανδρου (323 π.Χ.)

(γ) Τη Νέα Κωμωδία, από το 323 π.Χ. ως τα μέσα του 3ου π.Χ. αιώνα.

 

4. Για πολλά χρόνια, και μετά την επίσημη αναγνώρισή της, η Αρχαία Κωμωδία διατηρεί σε πολλά τον λαϊκό χαρακτήρα της· μοιράζεται όμως τον ίδιο θεατρικό χώρο, τις ίδιες διονυσιακές γιορτές, ακόμα και το ίδιο κοινό με την Τραγωδία που ως παλαιότερο και σχηματισμένο θεατρικό είδος φυσικό ήταν να την επηρεάσει σε πολλά, ιδιαίτερα αφότου οι νεωτερισμοί του Ευριπίδη έγιναν με ευμένεια δεκτοί και αγαπήθηκαν από το αθηναϊκό κοινό. Η έντονα σατιρική διάθεση των κωμωδιογράφων απέναντι στον τραγικό, που η θεατρική του δράση κράτησε πενήντα ολόκληρα χρόνια, και οι συχνές παρωδίες των έργων του επιβεβαιώνουν τη μεγάλη επίδραση και την καταλυτική λειτουργία της ποιητικής του στα θεατρικά πράγματα της Αθήνας.

 

5. Για τις όποιες σχέσεις και αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στην Κωμωδία και το Σατυρικό Δράμα αρκεί να παραθέσουμε την κατασταλαγμένη γνώμη του Ν. Χουρμουζιάδη από το βιβλίο του Σατυρικά, Αθήνα: Εταιρεία Σπουδών Σχολής Μωραΐτη 1974, σ. 163: Είναι πολύ πιθανό τα σημεία επαφής […], ως προς τη συμπεριφορά προσώπων και τη σύνθεση σκηνών, να ήταν πολύ περισσότερα από ό,τι μας επιτρέπει σήμερα η ελλειπτικότητα του υλικού να διαπιστώσουμε. Η διοχέτευση αυτών των στοιχείων από το ένα είδος στο άλλο ήταν αμοιβαία· ίσως να υπήρχε κοινή οφειλή σε απώτατες καταβολές. Η σύγχυση των ορίων γινόταν εντονότερη, όταν οι κωμικοί καταπιάνονταν με μυθικά θέματα.

 

6. Μιλώντας γενικά: από την ανατολή και το μεσουράνημά του στις αθηναϊκές σκηνές και ως τη δύση του στα ελληνιστικά χρόνια, το Αττικό Δράμα, Τραγωδία, Κωμωδία και Σατυρικό, εξελίχτηκε σύμμετρα με τις ιστορικές τύχες της Αθήνας, την ανοδική και καθοδική πορεία της δημοκρατίας και τις αντίστοιχες κοινωνικές μεταβολές. Η εξελικτική πορεία ήταν ενιαία και αδιάσπαστη -οι φιλολογικοί χωρισμοί σε φάσεις, περιόδους κτό. είναι συμβατικοί- όχι όμως και ευθύγραμμη, καθώς τα πνευματικά φαινόμενα καθορίζονται από πολλούς αφανείς παράγοντες, και είναι συχνές οι καθυστερήσεις και οι κυματισμοί, τα προδρομικά άλματα και τα νοσταλγικά πισωγυρίσματα.