Εξώφυλλο

Ανθολογία Επιγραφών

Όψεις του δημόσιου και ιδιωτικού βίου των αρχαίων Ελλήνων

του Άγγελου Π. Ματθαίου

65. Στήλη λευκού μαρμάρου ελλιπής άνω.

Βρέθηκε το 1954 στην ευρύτερη περιοχή της Βάρκιζας της Αττικής, στη θέση Λουμπάρδα. Στη στήλη αναγράφεται κανονισμός χρήσης πηγαδιού, το οποίο ονομαζόταν Ἁλυκό. Από το σχήμα των γραμμάτων και τον τύπο της κατάληξης της δοτικής πληθυντικού του ονόματος Νύμφαι η επιγραφή χρονολογείται περί το 440-420 π.Χ.

Έκδ. Μ. Μιτσός, «Εκ του Επιγραφικού Μουσείου (VI)», Αρχ. Δελτ. 20 (1965) 80-83. IG I3 256.

Περί το 440-420 π.Χ.

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

[ . 6 Ι̣[ κ]α̣ὶ θ[ύ]εν τ̣[ῆσι]

[Νύ]μ̣φησ̣ι κατὰ τ̣̣ν̣ μαντεία[ν τὴ]-

[ν ἐ]μ̣ Πυθῶθεν· τελε͂ν δὲ ὀβολὸ[ν τ]-

[ὸ]ς πίνοντας το͂ Ἁλυκο͂ το͂ ἐνια̣[υ]-

[τ]ο͂ ἑκάστο ἐς τὰ ἱερὰ τῆσι Νύμ[φ]- [5]

[η]σι· ὅστις δʼ ἂν μὴ καταθῆι τὸν ὀ[β]-

[ο]λόν, μὴ πινέτω το͂ Ἁλυκο͂· ἐὰν δέ

τ̣ις βιαζόμενος πίνηι, ἀποτίν-

ε̣ν πέντε δραχμὰς. ἐάν τις φέρη-

[ι] ἢ ἄγηι το͂ ὕδατος [μὴ] καταθὲς ὀ- [10]

β̣ολόν, το͂ ἀμφορέω̣[ς] ἑκάστο ὀφε-

[ι]λέτω 𐅄 ἱερὰς τα[ῖς] Νύμφαις.

… να θυσιάζει στις Νύμφες σύμφωνα με τη μαντεία της Πυθίας των Δελφών· όσοι πίνουν από το πηγάδι του Αλυκού να καταβάλλουν κατʼ έτος έναν οβολό για τις ιεροπραξίες προς τις Νύμφες· όποιος δεν καταβάλει τον οβολό, να μην πίνει από το Αλυκό· εάν επιχειρήσει με τη βία να πίνει, να καταβάλει πέντε δράχμες· εάν κάποιος μεταφέρει νερό ή με δοχεία ή με αγωγούς χωρίς να καταβάλει οβολό, να οφείλει για κάθε ένα αμφορέα, πενήντα δραχμές, οι οποίες θα περιέρχονται στο ιερό των Νυμφών.

 

θ[ύ]εν = θ[ύ]ειν. | [Νύ]μ̣φησ̣ι = [Νύ]μ̣φαις. | τελε͂ν = τελεῖν. | το͂ = τοῦ. | ἑκάστο = ἑκάστου. | Ἁλυκο͂= Ἁλυκοῦ. | τῆσι = ταῖς. | καταθῆι = καταθῇ. | ἀποτίνεν = ἀποτίνειν. | καταθὲς = καταθείς.

Η επιγραφή είναι κανονισμός χρήσης πηγαδιού, το οποίο ονομαζόταν Ἁλυκόν. Το νερό ήταν, και παραμένει, πολυτιμότατο αγαθό. Ο έλεγχος των υδατίνων πόρων συχνότατα υπήρξε, και είναι, αφορμή σύγκρουσης μεταξύ όμορων κρατών, κοινοτήτων αλλά και ιδιωτών. Όπως και στα νεότερα χρόνια στην Ελλάδα, έτσι και κατά την αρχαιότητα, οι κάτοικοι των πόλεων και των χωριών έπαιρναν νερό από πηγάδια, κοινοτικά (δημόσια) ή ιδιωτικά, ή από βρύσες, στις οποίες κατέληγε το νερό των πηγών.

Είκοσι μέτρα περίπου δυτικώς της θέσης που βρέθηκε η στήλη υπάρχει πηγάδι, που είναι γνωστό στην περιοχή «ως «πηγάδι του Αλυκού». Είναι άξιον σημείωσης ότι το αρχαίο όνομα (γνωστό τώρα από την επιγραφή) του πηγαδιού διατηρήθηκε μέχρι τα νεότερα χρόνια.