δήλωση [denotation]

δήλωση [denotation]

H γλωσσολογική σημασιολογία πραγματεύεται συνήθως τους όρους δήλωση, αναφορά και έννοια από κοινού και σε συσχέτιση μεταξύ τους. Η κύρια διάκριση (τόσο στη γλωσσολογία όσο και στη φιλοσοφία της γλώσσας) γίνεται ανάμεσα στην έννοια από τη μια πλευρά και στην αναφορά και τη δήλωση από την άλλη, ενώ συχνά οι δύο τελευταίοι όροι συγχέονται (ή χρησιμοποιείται μόνο η αναφορά για να καλύψει και τον χώρο της δήλωσης) ή η δήλωση χρησιμοποιείται ως συνώνυμη της έκτασης. Αυτό που συνδέει την αναφορά με τη δήλωση είναι ότι και οι δύο όροι αφορούν τη σχέση του γλωσσικού σημείου με τον εξωτερικό κόσμο. Αυτό που τις διαφοροποιεί είναι ότι μόνο η αναφορά αφορά τη σχέση ενός γλωσσικού σημείου με ό,τι αυτό εκπροσωπεί όταν χρησιμοποιείται από την ομιλήτρια σε κάποια εκφώνηση. Η δήλωση, αντίθετα, αφορά τη σχέση γλώσσας και κόσμου ανεξάρτητα από συγκεκριμένες περιπτώσεις χρήσης της γλώσσας στην επικοινωνία, όχι «παρόντα» αλλά πιθανά αντικείμενα αναφοράς .

Όταν επιχειρείται ορισμός της δήλωσης κατά τρόπο που να διαφοροποιείται από την έκταση (π.χ. Lyons 1977), τονίζεται ότι η δήλωση αφορά τη σχέση ενός λεξήματος (μιας μονάδας του γλωσσικού συστήματος ) και ενός συνόλου ατόμων, αντικειμένων, τόπων, ιδιοτήτων κλπ. του εξωτερικού κόσμου. Το ίδιο το σύνολο των εξωγλωσσικών οντοτήτων στις οποίες το λέξημα «εφαρμόζει ορθά» είναι η έκταση του λεξήματος. Άρα η δήλωση του λεξήματος τραπέζι, για παράδειγμα, είναι η σχέση αυτού του γλωσσικού στοιχείου με το σύνολο των αντικειμένων του κόσμου που ορθώς ονομάζονται τραπέζια, δηλαδή με την έκταση του όρου τραπέζι. Η δήλωση του όρου στρογγυλός είναι, αντίστοιχα, η σχέση μεταξύ του όρου αυτού με την έκταση του 'στρογγυλός' (όλα τα στρογγυλά αντικείμενα).

Ενώ για τις αναφορικές θεωρίες σημασίας η δήλωση ισοδυναμεί με τη σημασία της λέξης , για τις μη αναφορικές λειτουργεί συμπληρωματικά με την έννοια με την οποία και συναποτελεί τη σημασία του γλωσσικού σημείου. Η διάκριση μεταξύ δήλωσης και έννοιας θεωρείται συχνά αντίστοιχη της διάκρισης στη φιλοσοφία της γλώσσας μεταξύ έκτασης και έντασης/διάτασης. Ως ένταση/διάταση ενός όρου εννοούμε το σύνολο των βασικών ιδιοτήτων που καθορίζει τη δυνατότητα αντιστοίχησης («εφαρμογής») του όρου αυτού με εξωγλωσσικά αντικείμενα και επομένως ορίζει (και περιορίζει) την έκτασή του. Αλλά ακόμη και για τον Lyons που θεωρεί ότι η δήλωση περιλαμβάνει και την έκταση και την ένταση δεν υπάρχει ακριβής τρόπος περιγραφής της δήλωσης. Ο Lyons παρατηρεί ότι δεν περιορίζεται στις φυσικές ιδιότητες των δηλουμένων αλλά περιλαμβάνει τη λειτουργία τους όπως επίσης και ιδιότητες, διαδικασίες και γεγονότα που συγχαρακτηρίζουν τη ζωή και την πολιτισμική κατάσταση της κοινωνίας που χρησιμοποιεί μια γλώσσα. Συμπεραίνει, επομένως, ότι δεν είμαστε σε θέση να περιγράψουμε τον όρο μέχρι να αποκτήσουμε ικανοποιητικές πολιτισμικές θεωρίες με τη συμβολή της κοινωνιολογίας, της γνωσιακής και της κοινωνικής ψυχολογίας κλπ.

Παρ' όλη τη σύγχυση που έχει προκαλέσει ο όρος δήλωση εξακολουθεί να θεωρείται βασικός στη σημασιολογία. Διαφορετικές θεωρίες έχουν κατά καιρούς υποστηρίξει ότι είναι βασικότερος από την έννοια και άλλες ακριβώς το αντίθετο. Το «βασικότερος» εδώ σημαίνει ότι προηγείται λογικά και ψυχολογικά. Τα επιχειρήματα υπέρ της προτεραιότητας της δήλωσης στηρίζονται σε παρατηρήσεις όπως, για παράδειγμα, ότι στην απόκτηση της γλώσσας το παιδί μαθαίνει καταρχήν τί είναι τραπέζι με βάση την εξωγλωσσική του εμπειρία, δηλαδή την έκθεσή του σε δηλούμενα, σε αντικείμενα του κόσμου που η κοινότητα ονομάζει τραπέζια. Επίσης ότι καταλαβαίνουμε πως οι όροι γάτα και ζώο συνδέονται εννοιακά με κάποιο συγκεκριμένο τρόπο (ότι η γάτα είναι ζώο) ακριβώς επειδή ξέρουμε πως τα δηλούμενα με τον όρο γάτα αποτελούν υποσύνολο των δηλουμένων με τον όρο ζώο. Τα επιχειρήματα κατά της προτεραιότητας της δήλωσης στηρίζονται σε παρατηρήσεις όπως το ότι καταλαβαίνουμε τις έννοιες όρων και ονοματικών φράσεων που δεν έχουν δήλωση (με την τυπική έννοια του όρου), όπως για παράδειγμα Πήγασος, μονόκερως, η πρώτη γυναίκα Πρωθυπουργός της Ελλάδας, ο πρώτος άνθρωπος που έφτασε στον Άρη. Επίσης ότι τα κύρια ονόματα -που δεν έχουν συνήθως έννοια αλλά μόνο δήλωση- δεν έχουν ούτε σημασία, καθώς και ότι ομάδες λέξεων όπως οι σύνδεσμοι, για παράδειγμα που δεν έχουν προφανή δηλούμενα, έχουν έννοια, ότι τα δηλούμενα των προθέσεων είναι ποικίλα και ασαφή κλπ. Για τη γλωσσολογική σημασιολογία είναι πιο χρήσιμο να θεωρούμε ότι τόσο η έννοια όσο και η δήλωση συναποτελούν τα βασικά στοιχεία της σημασίας και ότι. ενώ ορισμένους όρους τους μαθαίνουμε κυρίως εξωγλωσσικά, εμπειρικά (π.χ. δεξιά, αριστερά), άλλους τους μαθαίνουμε κυρίως ενδογλωσσικά (π.χ. Θεός, ότι). Το αν κάποιοι όροι έχουν ή όχι δήλωση (με την έννοια της σύνδεσης με αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου) δεν είναι καθοριστικής σημασίας για το πώς αντιμετωπίζονται στις σύγχρονες σημασιολογικές θεωρίες (π.χ. θεωρία του μοντέλου), γιατί μπορούμε εύκολα να αναφερθούμε σε «πιθανούς/δυνατούς κόσμους» μέσα στους οποίους ο Πήγασος και η Μέδουσα έχουν δήλωση. Είναι, αντίθετα, σημαντικότερο να διακρίνουμε ανάμεσα σε ενδογλωσσικές σχέσεις, σχέσεις γλώσσας-νόησης και σχέσεις γλώσσας-κόσμου, να διερευνούμε την αλληλεξάρτησή τους και να αναγνωρίζουμε την πιθανότητα να έχουν τα διάφορα λεξήματα διαφορετικό είδος σημασίας, άρα να απαιτούν διαφορετικό είδος σημασιολογικής περιγραφής.

Ε. Αντωνοπούλου

Πηγές

  • Βελoύδης, Γ. 2005β. Η σημασία πριν, κατά και μετά τη γλώσσα. Αθήνα: Κριτική.
  • Geeraerts, D. & S. Grondelaers 2002. Structuring of word meaning I: An overview. Στο Lexicologie/Lexicology, επιμ. A. D. Cruse, F. Hundnurscher, M. Job & P. R. Lutzeier, 1ος τόμ., 304-318. Βερολίνο: de Gruyter.
  • Lyons, J. 1977. Semantics.2 τόμ. Cambridge: Cambridge University Press.

 

Πεδίο

σημασιολογία