έννοια [sense]

έννοια [sense]

Ο όρος χρησιμοποιείται συχνά ως συνώνυμος του ένταση (ή διάταση) και αντιπαρατίθεται προς τους όρους αναφορά και δήλωση: οι δύο τελευταίοι αφορούν τη σχέση του γλωσσικού σημείου (με τα αντικείμενα (καταστάσεις, γεγονότα, κλπ.) του εξωτερικού κόσμου, ενώ η έννοια αφορά είτε ενδογλωσσικές σχέσεις είτε τη σχέση του γλωσσικού σημείου με τον «τρόπο αναπαράστασής του» (Frege) είτε τη νοητική αντιπροσώπευση/αναπαράσταση [mental representation] των εξωγλωσσικών αντικειμένων.

Η αρχική αντιπαράθεση των όρων έννοια και αναφορά ως των δύο βασικών συστατικών της σημασίας μιας γλωσσικής έκφρασης αποδίδεται στον Frege (βλ. όμως και Βελούδη 2005 για τον εντοπισμό της διάκρισης ήδη από τους Στωϊκούς). Τα κλασικά παραδείγματα από τη φιλοσοφία της γλώσσας, που χρησιμεύουν στο να γίνει αντιληπτή η διάκριση έννοιας και αναφοράς (όπως τις παρουσιάζει ο Frege), είναι ο Αυγερινός και ο Αποσπερίτης, ο νικητής στην Ιένα, και ο ηττημένος στο Βατερλό. Και τα δύο μέλη κάθε ζεύγους στα παραδείγματα αυτά αναφέρονται στο ίδιο αντικείμενο, έχουν δηλαδή την ίδια αναφορά. Συγκεκριμένα, οι δύο πρώτες εκφράσεις αναφέρονται στον πλανήτη Αφροδίτη, οι δύο επόμενες στο Ναπολέοντα. Αποτελούν όμως διαφορετικές, μη συνώνυμες αναφορικές εκφράσεις, έχουν δηλαδή διαφορετική έννοια. Αντίστοιχα, εκφράσεις όπως ο πρωτότοκος γιος του Ανδρέα Παπανδρέου, ο εγγονός του Γεωργίου Παπανδρέου που έχει το ίδιο όνομα με τον παππού του, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ το 2005 είναι εκφράσεις με την ίδια αναφορά αλλά διαφορετική έννοια, διαφορετικό τρόπο παρουσίασης ή οπτική θέασης του αντικειμένου αναφοράς . Ο Frege παρατηρεί επίσης ότι εκφράσεις με την ίδια έννοια έχουν κατ' ανάγκην την ίδια αναφορά, αλλά το αντίστροφο δεν ισχύει.

Για τον Frege οι έννοιες δεν είναι ψυχολογικές οντότητες αλλά αντικειμενικές. Είναι (μαθηματικές) συναρτήσεις και υπάρχουν στον κόσμο ανεξάρτητα από τον ανθρώπινο νου. Αντίθετα για τον Chomsky είναι εγγενή στοιχεία της ανθρώπινης νόησης, δομημένα έτσι ώστε να ορίζουν ένα σύνολο ατομικών αληθειών. Με αυτό τον (μάλλον υπεραπλουστευτικό) τρόπο, μπορούμε να διακρίνουμε μεταξύ «αντικειμενιστικών»/«πραγματιστικών» θεωριών από τη μια μεριά και «νοησιαρχικών»/ «εννοιοκρατικών» από την άλλη, και να διαχωρίσουμε τις προσεγγίσεις για τις οποίες η σημασία, ακόμη και αν δεν εξισούται με την αναφορά πάντως παραμένει εξωτερικό αντικείμενο, από αυτές στις οποίες η σημασία είναι εσωτερικό, γνωσιακό/νοητικό αντικείμενο.

Για τον Lyons (και με βάση τον ευρωπαϊκό δομισμό ) η έννοια μιας γλωσσικής έκφρασης είναι η σχέση της έκφρασης αυτής με σημασιολογικά συναφείς προς αυτήν εκφράσεις του ίδιου γλωσσικού συστήματος , είναι δηλαδή καθαρά ενδογλωσσικό αντικείμενο. Αυτό σημαίνει ότι η έννοια του όρου τραπέζι είναι το σύνολο των σημασιολογικών σχέσεων μεταξύ του όρου αυτού και άλλων όπως τεχνητό αντικείμενο, καρέκλα, έπιπλο, κομοδίνο κλπ.

Για όσους σύγχρονους σημασιολόγους δεν πρόσκεινται στην αντικειμενιστική προσέγγιση η έννοια είναι ένα είδος νοητικής αναπαράστασης: η έννοια του όρου τραπέζι είναι η νοητική αναπαράσταση του είδους αντικειμένου στο οποίο μπορούμε να αναφερθούμε με τη λέξη τραπέζι. Παρ' όλες όμως τις ουσιαστικές διαφορές αντίληψης της έννοιας κατά θεωρία, οι περισσότεροι γλωσσολόγοι θα συμφωνούσαν με παρατηρήσεις όπως οι ακόλουθες:

  • Η έννοια και η δήλωση (ή η αναφορά με τη γενική έννοια του όρου) είναι αντιστρόφως ανάλογες ως προς το μέγεθος. Είναι δηλαδή προφανές ότι, όπως και να ορίσουμε την έννοια της λέξης τραπέζι και της λέξης έπιπλο, ισχύουν τα εξής: το σύνολο των αντικειμένων στα οποία μπορούμε να αναφερθούμε με τον όρο έπιπλο είναι μεγαλύτερο από το σύνολο των αντικειμένων στα οποία μπορούμε να αναφερθούμε με τον όρο τραπέζι (τα τραπέζια αποτελούν υποσύνολο των επίπλων). Συγχρόνως, όσα σημασιολογικά χαρακτηριστικά (εννοιακά στοιχεία ή ιδιότητες) και αν αναγνωρίσουμε ως σημαντικά για τον προσδιορισμό της έννοιας του όρου έπιπλο, θα είναι προφανώς λιγότερα από όσα θα χρειαστούμε για τον όρο τραπέζι, εφόσον η έννοια «έπιπλο» είναι γενικότερη από την έννοια «τραπέζι»: το τραπέζι έχει όλες τις ιδιότητες του επίπλου και κάποιες επιπλέον που το διαφοροποιούν από τα υπόλοιπα έπιπλα.
  • Δεν υπάρχει αντιστοιχία ένα προς ένα μεταξύ σημασίας και έννοιας (ακόμη και στις εννοιοκρατικές θεωρίες): η σημασία ενός γλωσσικού σημείου έχει περίπλοκη δομή και περιλαμβάνει περισσότερα από ένα εννοιακά στοιχεία, ενώ συγχρόνως υπάρχουν έννοιες που δεν είναι κωδικοποιημένες γλωσσικά.

    Σημειώνουμε τέλος ότι σε ορισμένα σημασιολογικά συστήματα η αντίληψη της σημασίας με όρους εννοιών χρησιμεύει στο να ερμηνεύεται άμεσα η γλωσσική συμπεριφορά των ομιλητριών (κατανόηση και παραγωγή λόγου) χωρίς να αναγκάζεται η θεωρία να προστρέχει σε «ενδιάμεσα» συστήματα όπως η μαθηματική λογική ή η θεωρία συνόλων (βλ. αληθειακές θεωρίες μοντέλου). Έτσι, ο όρος έννοια μπορεί να γίνει αντιληπτός ως γενικός όρος που ισοδυναμεί με τη συνολική πληροφοριακή αξία της λέξης (συμπεριλαμβανομένων υφολογικών (ύφος) και συγκινησιακών στοιχείων) με τη δήλωση να αποτελεί εκείνο το τμήμα της έννοιας της λέξης το οποίο συμβάλλει στις αληθειακές ιδιότητες των ευρύτερων εκφράσεων (πρόταση) που περιέχουν τη λέξη αυτή.

Ε. Αντωνοπούλου

Πηγές

  • Βελoύδης, Γ. 2005β. Η σημασία πριν, κατά και μετά τη γλώσσα. Αθήνα: Κριτική.
  • Cruse, A. 2004. Meaning in Language: An Introduction to Semantics and Pragmatics. Οξφόρδη: Oxford University Press.
  • Frege, G. 1892. 'Űber Sinn und Bedeutung'. Zeitschrift für Philosophie und philosophische Kritik 100: 25-50. Αγγλ. Μτφρ με τίτλο 'Sense and reference' στο Translations from the Philosophical Writings of Gotttlob Frege Geach, επιμ. P. & M. Black, 56-78. Οξφόρδη: Blackwell, 1952.
  • Lyons, J. 1977. Semantics.2 τόμ. Cambridge: Cambridge University Press.