συνωνυμία / συνώνυμος [synonymy / synonym]
συνωνυμία / συνώνυμος [synonymy / synonym]
Ο όρος περιγράφει τη σημασιολογική σχέση ανάμεσα σε λεξήματα ή φράσεις : δύο -ή και περισσότερα λεξήματα ή φράσεις- είναι συνώνυμα μεταξύ τους όταν έχουν την ίδια σημασία και εμφανίζονται στα ίδια γλωσσικά περιβάλλοντα. Η συνθήκη αυτή είναι όμως σπάνια (έως ανύπαρκτη) για δύο λόγους:
α. Τα λεξήματα σπάνια εμφανίζουν ταυτότητα περιγραφικής , εκφραστικής και κοινωνικής σημασίας (στην περίπτωση αυτή μιλάμε για πλήρη συνωνυμία [complete synonymy]), γιατί συνήθως διαφοροποιούνται σε κάποιο είδος σημασίας: π.χ. αν και τα αστυνομικός και μπάτσος εμφανίζουν την ίδια περιγραφική σημασία, διαφοροποιούνται ως προς την εκφραστική, στον βαθμό που το δεύτερο είναι φορτισμένο με τη συναισθηματική στάση του ομιλητή. Όμοια, αν και τα παντοπωλείο και μπακάλικο έχουν την ίδια περιγραφική σημασία, διαφέρουν ως προς το επίπεδο ύφους τους εμφανίζοντας διαφορετική κοινωνική σημασία.
β. Ακόμα και αν δύο λεξήματα εμφανίζουν ταυτότητα στο είδος της σημασίας, είναι επίσης σπάνιο να εμφανίζουν και ισοδύναμη κατανομή (στην περίπτωση αυτή μιλάμε για απόλυτη συνωνυμία [absolute synonymy]), δηλαδή να έχουν το ίδιο ακριβώς νόημα στα κοινά περιβάλλοντα στα οποία εμφανίζονται. Το συνηθέστερο είναι δύο λεξήματα να είναι συνώνυμα σε κάποιο/α περιβάλλον/τα αλλά όχι σε όλα. Πρόκειται για το φαινόμενο της μερικής συνωνυμίας [partial synonymy]. Π.χ. στα παρακάτω εκφωνήματα τα ήρεμος και ήσυχος, επειδή μοιράζονται κάποια κοινά περιβάλλοντα (1-3) αλλά όχι όλα (4-5), είναι μερικώς συνώνυμα.
(1) Οι γείτονές μας είναι ήρεμοι/ήσυχοι άνθρωποι
(2) Η θάλασσα ήταν ήρεμη/ήσυχη
(3) Περάσαμε μια ήρεμη/ήσυχη μέρα
(4) Μίλα του με ήρεμη/*ήσυχη φωνή
(5) Παράτα με ήσυχο/* ήρεμο! Μη μου μιλάς!
Σε επίπεδο προτασιακής σημασίας δυο προτάσεις χαρακτηρίζονται ως σημασιακά ισοδύναμες ή συνώνυμες εφόσον συνδέονται με σχέση αμοιβαίας λογικής συνεπαγωγής δηλαδή (α) η μία συνεπάγεται την άλλη και (β) είναι κοινές οι συνεπαγωγές τους. Είναι εμφανές ότι η συνωνυμία ανάμεσα στα λεξήματα ή τις φράσεις είναι ο βασικός παράγοντας που θέτει τους όρους της αμοιβαίας λογικής συνεπαγωγής: π.χ. εάν η πρόταση Ο Γιάννης είναι ανύπαντρος συνεπάγεται την πρόταση Ο Γιάννης είναι εργένης και αντιστρόφως, και έχουν κοινή τη συνεπαγωγή Ο Γιάννης δεν είναι παντρεμένος, η σημασιακή ισοδυναμία των προτάσεων καθορίζεται από την παρουσία των συνωνύμων εργένης και ανύπαντρος. Η συνθήκη αυτή όμως αντιμετωπίζει προβλήματα που οφείλονται στη σπάνια εμφάνιση της πλήρους και απόλυτης συνωνυμίας, όπως ειπώθηκε παραπάνω: π.χ. τα εκφωνήματα Απέπνεε μια άσχημη μυρωδιά και Απέπνεε μια βρόμα συνεπάγονται αμοιβαία η μία την άλλη και έχουν κοινές συνεπαγωγές, τίθεται ένα ζήτημα σε σχέση με τον βαθμό της συνωνυμίας τους εφόσον διαφέρουν ως προς την εκφραστική σημασία τους.
Αν και στη βιβλιογραφία ως κλασικό παράδειγμα σημασιακής ισοδυναμίας αναφέρονται οι ενεργητικές και παθητικές συντάξεις της ίδιας πρότασης, έχουν διατυπωθεί αντιρρήσεις για το είδος των συνεπαγωγών τους όταν αυτές περιέχουν ποσοδείκτες . Μια άλλη παράμετρος που επηρεάζει επίσης το είδος των συνεπαγωγών είναι η διαφορετική επιτόνιση και ο εμφατικός τονισμός. Τα ζητήματα αυτά εμφανίζουν την αμοιβαία λογική συνεπαγωγή ως ελάχιστη, αναγκαία αλλά μη επαρκή συνθήκη της συνωνυμίας (Βελούδης 2005).
Πηγές
- Βελούδης, Γ. 2005β. Η σημασία πριν, κατά και μετά τη γλώσσα. Αθήνα: Κριτική.
- Φιλιππάκη-Warburton, E. 1992. Εισαγωγή στη θεωρητική γλωσσολογία. Αθήνα: Νεφέλη.
- Lyons, J. 1977. Semantics. 2 τόμ. Cambridge: Cambridge University Press.