Ανθολογία Επιγραφών
Όψεις του δημόσιου και ιδιωτικού βίου των αρχαίων Ελλήνων
του Άγγελου Π. Ματθαίου
61. Στήλη ασβεστολιθική.
Βρέθηκε στο ιερό του Ασκληπιού. Εκτίθεται στο Μουσείο Επιδαύρου.
Έκδ. Παν. Καββαδίας, Αρχ. Εφ. 1883, 199, αρ. 59. IG IV2 1, 121.79-89.
4ος αι. π.Χ.
κώθων.v σκευοφόρος εἰ̣[ς τὸ] ἱαρ[ὸν] ἕρ̣π̣ων, ἐπεὶ ἐγένετο περὶ τὸ δε- καστάδιον, κατέπετ̣ε· [ὡς δὲ] ἀνέστα, ἀνῶιξε τὸγ γυλιὸν̣ κα[ὶ ἐ]πεσκό- πει τὰ συντετριμμένα σκ[ε]ύη· ὡς δʼ εἶδε τὸγ κώθωνα κατε[αγ]ότα, ἐξ οὗ ὁ δεσπότας εἴθιστο [π]ίνειν, ἐλ̣υπεῖτο καὶ συνετίθει [τὰ] ὄ- στρακα καθιζόμενος. ὁδο[ι]πόρος οὖν τις ἰδὼν αὐτόν· "τί, ὦ ἄθλιε", [ἔ]- [5] φα, "συντίθησι τὸγ κώθωνα [μά]ταν; τοῦτον γὰρ οὐδέ κα ὁ ἐν Ἐπιδαύ- ρωι Ἀσκλαπιὸς ὑγιῆ ποῆσαι δύναιτο". ἀκούσας ταῦτα ὁ παῖς συν- θεὶς τὰ ὄστρακα εἰς τὸγ γυλιὸν ἧρπε εἰς τὸ ἱερόν· ἐπεὶ δʼ ἀφίκε- το, ἀνῶιξε τὸγ γυλιὸν καὶ ἐξαιρεῖ ὑγιῆ τὸγ κώθωνα γεγενημέ- νον καὶ τῶι δεσπόται ἡρμάνευσε τὰ πραχθέντα καὶ λεχθέντα. Ὡ- [10] ς δὲ ἄκουσʼ, ἀνέθηκε τῶι θεῶι τὸγ κώθωνα. |
Κώθων. Ένας μεταφορέας σκευών, καθώς εβάδιζε προς το ιερό και έφθασε στο δεκαστάδιον (= χώρος αγώνων μήκους δέκα σταδίων) έπεσε. Μόλις σηκώθηκε, άνοιξε το γυλιό και εξέταζε τα σπασμένα αγγεία. Μόλις είδε σπασμένο τον κώθωνα, απʼ όπου ο κύριός του συνήθιζε να πίνει, λυπήθηκε, κάθισε κάτω και επιχειρούσε να συνθέσει τα κομμάτια του αγγείου. Τον είδε ένας οδοιπόρος και του είπε: «Ταλαίπωρε, τι προσπαθείς μάταια να ανασυνθέσεις τον κώθωνα; Αυτόν ούτε ο Ασκληπιός της Επιδαύρου δεν θα μπορέσει να τον κάνη και πάλι ακέραιο». Τα άκουσε ο δούλος, μάζεψε τα κομμάτια στο γυλιό και βάδισε προς το ιερό. Όταν έφθασε, ανοίγει τον γυλιό και βγάζει ακέραιο τον κώθωνα, και μαρτυρά στον κύριό του όσα έγιναν και όσα ειπώθηκαν. Μόλις εκείνος τα άκουσε, αφιέρωσε τον κώθωνα στον θεό. |