γραμματικές κατηγορίες [grammatical categories]
γραμματικές κατηγορίες [grammatical categories]
Ο όρος γραμματικές κατηγορίες χρησιμοποιείται με πολλές συναφείς έννοιες, ανάλογες και με τις διαφορετικές έννοιες με τις οποίες χρησιμοποιείται ο όρος γραμματική. Παράλληλα, αποκτά διαφορετικό περιεχόμενο ανάλογα με το αν αντιδιαστέλλεται με όρους όπως οι ακόλουθοι: λεξικές κατηγορίες ,γνωσιακές κατηγορίες, φυσικές κατηγορίες κ.ο.κ.
Ως γραμματικές κατηγορίες μπορούν να οριστούν όσες φαίνεται να έχουν επιπτώσεις στη μορφολογία και τη σύνταξη μιας γλώσσας: λ.χ., στην ελληνική τέτοιες κατηγορίες είναι το γένος, ο αριθμός και η πτώση για τα ονόματα και ο χρόνος, η φωνή, η όψη, η έγκλιση, το πρόσωπο και ο αριθμός για τα ρήματα. Οι κατηγορίες αυτές εκτός από την προφανή μορφολογική τους έκφραση χαρακτηρίζονται και από την υποχρεωτική παρουσία τους: κάθε ονοματικός τύπος πρέπει να φέρει πληροφορίες γένους, αριθμού και πτώσης και κάθε ρηματικός τύπος πρέπει να φέρει πληροφορίες χρόνου, φωνής, όψης, έγκλισης, προσώπου και αριθμού. Η συστηματικότητα, η υποχρεωτική παρουσία και η μορφοσυντακτική έκφραση είναι τα κύρια χαρακτηριστικά των γραμματικών κατηγοριών με όποιον συγκεκριμένο τρόπο και αν χρησιμοποιείται ο όρος σε διαφορετικές προσεγγίσεις.
Από αυτή την άποψη γραμματικές κατηγορίες ονομάζονται συχνά και αυτά που παραδοσιακά ονομάζουμε «μέρη του λόγου» (και που από την άποψη της γενετικής γραμματικής αποτελούν πρωτίστως συντακτικές κατηγορίες). Όπως είναι γνωστό, οι κατηγορίες αυτές είναι πεπερασμένες σε κάθε γλώσσα και έχουν συγκεκριμένα μορφολογικά, και κυρίως συντακτικά, χαρακτηριστικά. Διατηρούν όμως το χαρακτηριστικό της υποχρεωτικής παρουσίας: κάθε λέξη μιας γλώσσας πρέπει να ανήκει σε κάποιο «μέρος του λόγου».
Έτσι, το να ξέρεις μια λέξη ως φυσικός ομιλητής οπωσδήποτε συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, ότι ξέρεις και σε ποια κατηγορία ανήκει. Μπορεί βέβαια να μην είναι σε θέση όλοι οι ομιλητές να χαρακτηρίσουν ένα ουσιαστικό ως τέτοιο, ξέρουν όμως ότι έχει τις ίδιες μορφοσυντακτικές (= γραμματικές) δυνατότητες με κάθε άλλο ουσιαστικό. Αν ξέρεις τη λέξη γιαγιά σημαίνει ότι ξέρεις όχι απλώς τί σημαίνει αλλά ότι έχει ανάλογες μορφοσυντακτικές δυνατότητες με τις λέξεις μητέρα, δασκάλα, γυναίκα κ.ο.κ. Ακόμα και όσοι δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν μεταγλωσσικούς όρους όπως γενική πτώση, θηλυκό ουσιαστικό κλπ. είναι σε θέση να αποφανθούν ότι όπως μπορείς να πεις Το όνομα της δασκάλας μου είναι Μαρία με τον ίδιο τρόπο μπορείς να πεις και Το όνομα της γιαγιάς μου είναι Μαρία κ.ο.κ.
Ξέροντας ελληνικά, κάθε φυσικός ομιλητής μπορεί να αναγνωρίσει ότι η πρώτη υπογραμμισμένη λέξη της παρακάτω ελληνικής πρότασης ανήκει στα ουσιαστικά (έχει δηλαδή ίδια γραμματικά χαρακτηριστικά με λέξεις όπως άνθρωπος, άντρας, φαντάρος, κ.ο.κ.) και η δεύτερη στα επιρρήματα (έχει δηλαδή ίδια γραμματικά χαρακτηριστικά με λέξεις όπως καλά, υπέροχα, άσχημα κ.ο.κ.):
Χτες γνωρίσαμε έναν πέλο και περάσαμε πολύ βουρά
Οι λέξεις είναι ανύπαρκτες, όμως θα μπορούσαν απλώς να μας είναι άγνωστες: σε κάθε περίπτωση, θα τις κατατάσσαμε στις ίδιες κατηγορίες και θα τους αποδίδαμε χαρακτηριστικά που μας φαίνονται προφανή: το ουσιαστικό μας εδώ φαίνεται να είναι αρσενικό, σε αιτιατική ενικού (έστω και αν δεν ξέρουμε τη σημασία του!). Με τον ίδιο τρόπο, το παιδί κατά την απόκτηση της μητρικής του γλώσσας είναι σε θέση (καθώς έχει την έμφυτη ικανότητα, σύμφωνα με τον Chomsky) να αναγνωρίζει το «μέρος του λόγου» κάθε λέξης που ακούει: ακόμα και αν δεν γνωρίζει το περιεχόμενο μιας λέξης μπορεί να συναγάγει ότι έχει τα ίδια γραμματικά χαρακτηριστικά με άλλες λέξεις της ίδιας κατηγορίας.
Εφόσον δεχτούμε κάποιον τσομσκιανό ορισμό της γραμματικής (ως γνώσης του συστήματος που μαζί με τη γνώση του λεξιλογίου απαρτίζει τη γνώση μιας γλώσσας) οι γραμματικές κατηγορίες είναι πρωτίστως αυτές που αντιδιαστέλλονται με τις λεξικές και που στις πιο σύγχρονες τσομσκιανές αναλύσεις αναφέρονται ως λειτουργικές [functional categories]. Οι κατηγορίες αυτές είναι που δίνουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της γραμματικής δομής μιας γλώσσας. Αν δεχτούμε δηλαδή ότι σε κάθε γλώσσα ένα ρήμα που σημαίνει δίνω εμπλέκει πάντα τρεις συμμετέχοντες και ότι σε κάθε γλώσσα είναι δυνατό να εκφραστεί η πρόταση Οι μαθητές έδωσαν στη δασκάλα το λουλούδι, οι λειτουργικές κατηγορίες θα είναι υπεύθυνες για τις διαφορές της πρότασης αυτής από γλώσσα σε γλώσσα: η παρουσία, η μορφολογική, συντακτική ή άλλη έκφραση κατηγοριών όπως η πτώση, ο χρόνος, το οριστικό άρθρο, ο αριθμός κλπ. καθορίζουν το πώς ακριβώς θα εκφράζεται η οριστικότητα και το πλήθος των μαθητών (και, παρόμοια, η οριστικότητα και η μοναδικότητα της δασκάλας και του λουλουδιού), η οριστικότητα και η παρελθοντικότητα του ρήματος, καθώς και το ότι οι μαθητές ήταν οι δράστες, η δασκάλα ο δέκτης και το λουλούδι το αντικείμενο που δόθηκε.
Και, προφανώς, δεν είναι απαραίτητο μια γλώσσα να διαθέτει τις ίδιες γραμματικές κατηγορίες με την ελληνική (ή με οποιαδήποτε άλλη). Όχι μόνο οι πτώσεις (που μπορεί να φαίνονται αυθαίρετες) αλλά και κατηγορίες όπως το γένος, ο αριθμός ή ο χρόνος (που μπορεί να φαίνεται ότι αντιστοιχούν με «φυσικές» κατηγορίες) είναι δυνατό να εμφανίζονται εντελώς διαφορετικά (ή και να μην εμφανίζονται καθόλου) σε κάποια γλώσσα. Σίγουρα όμως κάποιες τέτοιου τύπου κατηγορίες θα είναι διαθέσιμες σε κάθε γλώσσα και θα λειτουργούν με ανάλογους τρόπους, έτσι ώστε αφενός να κατατάσσουν όλες τις λέξεις της γλώσσας σε κατηγορίες και αφετέρου να σηματοδοτούν τις μεταξύ τους σχέσεις κατά τη χρήση τους.
Πηγές
- Fromkin, V., R. Rodman & N. Hyams. 2003. An Introduction to Language. 7η έκδ. Βοστώνη, Μασσ.: Heinle.
- Φιλιππάκη-Warburton, Ε. 1992. Εισαγωγή στη θεωρητική γλωσσολογία. Αθήνα: Νεφέλη.