Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἀντι-λέγω"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἀντι-λέγω, μέλ. -λέξω, αλλά ο κοινός μέλ. είναι ἀντερῶ· αόρ. αʹ -έλεξα (αλλά ο αόρ. που χρησιμ. κοινώς είναι το ἀντεῖπον)· ομοίως ο παρακ. είναι ἀντείρηκα, ο Παθ. μέλ. ἀντερήσομαι· 1. μιλώ ενάντια, αντικρούω, αντιπαραβάλλω, τινί, σε Θουκ. κ.λπ.· τινὶ περί τινος, σε Ξεν.· ὑπὲρ τινος, στον ίδ.· πρός τι, σε Αριστοφ.· ἀντ. ὡς, ανακοινώνω αντιθετικά ή απαντώ, σε Ηρόδ. κ.λπ.· με απαρ. ανταπαντώ ότι..., σε Θουκ.· ἀντ. μὴ ποιεῖν, μιλώ ενάντια στο να γίνει, στον ίδ. 2. με αιτ. πράγμ., επικαλούμαι σε απάντηση, σε Σοφ., Θουκ.Παθ., αμφισβητούμαι, σε Ξεν.· λέγεται για τόπο, διαφιλονικούμαι, στον ίδ. 3. απόλ., αντιλέγω, μιλώ κατά αντιπαραβολή, σε Ηρόδ. κ.λπ.· οἱ ἀντιλέγοντες, σε Θουκ.