
LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "πειρατής"
- πειρᾱτής, -οῦ, ὁ (πειράω), πειρατής, Λατ. pirata, δηλ. αυτός που επιτίθεται σε πλοία, σε Πολύβ., Πλούτ.