Standardised test
Σταθμισμένα τεστ. Καρακατσάνης 1994:22-32. Κασσωτάκης 201010:35-38. Τσοπάνογλου 20102:46.
Σταθμισμένα θεωρούνται τα τεστ που περνάνε από αυστηρούς ελέγχους και αναθεωρήσεις. Το περιεχόμενό τους βασίζεται σε συγκεκριμένες προδιαγραφές, οι οποίες βασίζονται σε θεωρίες γλωσσικής επάρκειας ή ερευνητικές υποθέσεις για τις ανάγκες που αναμένεται να έχουν οι υποψήφιοι.
Τα κριτήρια και οι προδιαγραφές, ειδικά σε ευρείας κλίμακας δοκιμασίες, πρέπει να είναι σταθερά και να μην αλλάζουν από τη μία δοκιμασία στην επόμενη. Και αυτό γιατί ένα σταθμισμένο τεστ έχει υποστεί ειδική επεξεργασία κατά και μετά την ανάπτυξή του. Παραδείγματα σταθμισμένων τεστ στο χώρο της διδασκαλίας της αγγλικής ως ξένης/δεύτερης γλώσσας αποτελούν οι εξετάσεις TOEFL (Test of English as a Foreign Language) και τα τεστ IELTS (InternationalEnglish Language Testing System).
Ο Δημητρόπουλος (20057:182) αναφέρεται στη διαδικασία κατασκευής ενός σταθμισμένου τεστ, η οποία μπορεί να συνοψιστεί ως εξής: Πρώτα συντάσσεται ένας κατάλογος με προδιαγραφές, οι οποίες ακολουθούνται κατά την ανάπτυξη του τεστ. Η συμμετοχή εξειδικευμένων στο γνωστικό αντικείμενο του τεστ επιστημόνων είναι πολύ σημαντική. Στη συνέχεια, καθορίζεται το είδος και ο αριθμός των ερωτήσεων και, τέλος, το τεστ δίνεται σε ένα δείγμα μαθητών που αντιπροσωπεύει την ομάδα για την οποία προορίζεται. Ο Κασσωτάκης (201010:37) προσθέτει ότι πολλές φορές δεν αρκεί μία μόνο δοκιμαστική εφαρμογή του τεστ για τη στάθμισή του και ότι συχνά, μετά την πρώτη δοκιμαστική εφαρμογή, χρειάζονται τροποποιήσεις, μεταβολές και νέος προέλεγχος, προκειμένου να επιτευχθεί το επιθυμητό πρότυπο.
Ως προς την εφαρμογή των σταθμισμένων τεστ, ο Δημητρόπουλος (19984) σημειώνει ότι λόγω του χρόνου και της πνευματικής εργασίας που απαιτείται για την κατασκευή τους, συνήθως δε χρησιμοποιούνται από ιδιώτες και ότι ακόμα και σε σχολεία είναι ασύμφορο, αν προορίζεται για λίγες μόνο χρήσεις.
Τα σταθμισμένα τεστ έχουν δεχτεί κατά καιρούς τόσο θετική όσο και αρνητική κριτική σε σχέση με τη χρήση τους στην εκπαίδευση, παρόλο που η αρνητική κριτική δε φαίνεται να βασίζεται σε σαφή αντικειμενικά κριτήρια. Ένα από τα πλεονεκτήματα που προβάλλονται συχνά είναι η αντικειμενικότητα αλλά και η εγκυρότητά τους. Αυτά τα τεστ διευκολύνουν τους εκπαιδευτικούς να αξιολογήσουν αποτελεσματικά τους μαθητές. Επιπλέον, τα σταθμισμένα τεστ είναι ιδιαίτερα οικονομικά, όταν χρησιμοποιούνται για την εξέταση μεγάλου αριθμού εξεταζόμενων, επειδή ο τύπος των εξεταστικών ερωτημάτων που επιλέγεται, π.χ. πολλαπλής επιλογής, αξιολογούνται και διορθώνονται σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Το βασικό επιχείρημα ενάντια στη χρήση των σταθμισμένων τεστ αφορά το επίπεδο στο οποίο υπολογίστηκε η στάθμιση, το οποίο ενδέχεται να διαφέρει από το επίπεδο της τάξης στην οποία χρησιμοποιούνται. Ομοίως, είναι πιθανό οι διδακτικοί σκοποί να διαφέρουν από εκείνους της ομάδας σύγκρισης, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει στη «σταθμισμένη» μάθηση, όπως την ορίζει ο Καρακατσάνης (1994:31), που δεν έχει σχέση με τις πραγματικές δυνατότητες και ανάγκες των μαθητών, οι οποίες είναι δυναμικές και όχι στατικές.
Βιβλιογραφία
- Δημητρόπουλος Ε. (20057). Η εκπαιδευτική αξιολόγηση: Η αξιολόγηση του μαθητή. Μέρος Δεύτερο.
Αθήνα: Εκδ. Γρηγόρη.
- Καρακατσάνης Γ. Θ. (1994). Θέματα Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης. Θεσσαλονίκη: Εκδ. Art of TEXT.
Κασσωτάκης Μ. (2010). Η αξιολόγηση της επίδοσης των μαθητών. Αθήνα: Εκδ. Γρηγόρη.
Τσοπάνογλου Α. (20102). Μεθοδολογία της επιστημονικής έρευνας και εφαρμογές της στην αξιολόγηση της γλωσσικής κατάρτιση. Θεσσαλονίκη: Εκδ. Ζήτη.