ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΑΛΛΕΣ ΚΡΙΤΙΚΕΣ
Ιστοριες της Ελληνικής γλώσσας
Κοπιδάκης, Μ., επιμ. Ιστορία της ελληνικής γλώσσας.
Μάρω Κακριδή- Φερράρι
Ακρόπολις 7.12.99
Η πορεία και η εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας
Ογκώδης μελέτη από το ελληνικό λογοτεχνικό και ιστορικό αρχείο
Λίγο πριν αλλάξει η χιλιετία κι ενώ η ελληνική γλώσσα, το μέγιστο και αειθαλές επίτευγμα του Ελληνισμού, διανύει περίοδο παρακμής και διασύρεται καθημερινώς στα στέκια της νεολαίας (το πολύ τριακόσιες λέξεις απαρτίζουν το καθημερινό λεξιλόγιο μαθητών και σπουδαστών), το ΕΛΙΑ (Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο) κυκλοφορεί μια ιστορική μελέτη για τις ρίζες, την πορεία και την εξέλιξή της. Η συγγραφή της «Ιστορίας της Ελληνικής Γλώσσας», του έργου εκείνου που θα απευθυνόταν στο ευρύ αναγνωστικό κοινό, ήταν το επείγον ζητούμενο εδώ και μία δεκαετία για τον πρόεδρο του ΕΛΙΑ Μάνο Χαριτάτο και τον αντιπρόεδρο Γιώργο Παμπούκη.
Έτσι, την άνοιξη του 1992, ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους για τη συγγραφή του βιβλίου στο ίδρυμα «Ι. Φ. Κωστόπουλου» και στον «Όμιλο Επιχειρήσεων Μαρινόπουλου», ζητώντας και λαμβάνοντας τελικώς τη συνδρομή τους. Την προετοιμασία, τον σχεδιασμό, την επιλογή των συνεργατών και τη γενική επιμέλεια του έργου ανέλαβε ο κλασικός φιλόλογος Μ. Ζ. Κοπιδάκης, καθηγητής τότε του Φιλολογικού Τμήματος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και τώρα του Τμήματος Μεθοδολογίας Ιστορίας και Θεωρίας της Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Στις 450 σελίδες του ιστορικού έργου αναπτύσσονται και αναλύονται οι πέντε περίοδοι της ελληνικής γλώσσας. Η αρχαιοελληνική που έχει την αρχή της στο έρεβος των αιώνων και καταλήγει στον θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου (323 π.Χ.). Δεύτερη είναι η περίοδος της Κοινής που φθάνει μέχρι την εποχή του Ιουστινιανού (527-565 μ.Χ.). Η τρίτη περίοδος, η Βυζαντινή ή Μεσαιωνική, εκτείνεται ως την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, 1453 μ.Χ.
Τέταρτη, η Μεταβυζαντινή ή Πρώιμη Νεοελληνική ως τις παραμονές της Εθνικής Παλιγγενεσίας και πέμπτη η κυρίως Νεοελληνική που φθάνει ως τις ημέρες μας. Η τελευταία περίοδος, για λόγους ευνόητους, κατέχει την μερίδα του λέοντος στην κατανομή των κεφαλαίων.
Στις εισαγωγές επισημαίνονται τα κύρια γνωρίσματα της αντίστοιχης περιόδου, έτσι ώστε ο αναγνώστης να έχει μια πανοραμική θέα του δάσους πριν περιεργασθεί το κάθε δένδρο ξεχωριστά. Το κάθε επί μέρους κεφάλαιο περιλαμβάνει το δοκίμιο, κείμενα και πλούσια εικονογράφηση. Στο δοκίμιο σκιαγραφείται ένα φαινόμενο μείζονος σημασίας για την εξέλιξη της γλώσσας και φωτίζονται τα γενεσιουργά του αίτια. Τα αρχαία κείμενα συνοδεύονται από μετάφραση και σχόλια. Κριτήριο επιλογής των κειμένων δεν ήταν ο βαθμός λογοτεχνικότητας, αλλά η γλωσσική του αξία. Για το έργο εργάσθηκαν από την αρχή ως το τέλος οι Γεώργιος Α. Χριστοδούλου, Αντώνης Ρεγκάκος και Παναγιώτης Μιχαηλάρης, για την Κοινή και Μεταβυζαντινή περίοδο ο Χριστόφορος Χαραλαμπάκης, για τη Βυζαντινή Περίοδο ο Αθανάσιος Μαρκόπουλος, για τη Μεταβυζαντινή ο Χαράλαμπος Συμεωνίδης και μεμονωμένα κεφάλαια έγραψαν οι Μαρία Καΐρη, Γεωργία Παπαγεωργίου, Ναταλία Αγαπίου και η Κλαίρη Μητσοτάκη.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία όταν έρθει το τέλειον, το προσωρινό και ατελές θα παραμερισθεί. Το προκείμενο ωστόσο έργο μπορεί να καυχηθεί ότι είναι καρπός μιας συλλογικής προσπάθειας!» τονίζει στον πρόλογο του βιβλίο ο Μ. Ζ. Κοπιδάκης.
«Αν και η γλώσσα από τη φύση σαν τη μικρή Αντιγόνη δεν επιδιώκει να ενσπείρει διχόνια παρά να συμφιλιώσει τα διιστάμενα, εντούτοις στην Ελλάδα το γλωσσικό ζήτημα για δύο χιλιετίες (ήδη από την εποχή του αττικισμού) γεννοβολούσε διχοστασίες και έριδες. Καινοφανής συνεπώς για τα γλωσσικά μας πράγματα και ελπιδοφόρος είναι η σύμπραξη μιας πλειάδας ερευνητών που διατηρώντας στο ακέραιο τις επιστημονικές (και ιδεολογικές) τους πεποιθήσεις ολοκλήρωσαν το προκείμενο έργο. Η οχληρή τυποποίηση, η αδέξια κατάτμηση του γνωστικού αντικειμένου, τα περιττά, τα ελλείποντα, τα ενάντια, για όλα αυτά τα ψεγάδια το κρίμα ας πέσει βαρύ (πού αλλού;) επί της κεφαλής μου», επισημαίνει ο γενικός επιμελητής του έργου.