ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
- Πετρούνιας, Ευ. Κριτική του «μονοτονικού» ορθογραφικού συστήματος.
- Πετρούνιας, Ε. Γλωσσικές σχέσεις Ελλάδας και Δύσης: Λεξιλόγιο και διαχρονικότητα της ελληνικής γλώσσας /Linguistic relations between Greece and the West: Vocabulary and diachronicity of the Greek language.
- α. Πετρούνιας, Ε. Εισαγωγή. Στο Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, κ΄-κγ΄, β. Πετρούνιας, Ε. Iδιαιτερότητες της νεοελληνικής ετυμολογίας.
- Ernout, A. Aspects du vocabulaire latin.
- Benveniste, É. Formes nouvelles de la composition nominale.
- Hatcher, G. A. Modern English Word Formation and Neo-Latin.
- Πετρούνιας, Ε. Ετυμολογία και προέλευση του λεξιλογίου της νέας ελληνικής.
- Πετρούνιας, Ε. Η πρoφoρά της αρχαίας ελληνικής στους νεότερους χρόνους.
- α.1 La pronuncia delle parole greche in italiano, α.2 Η προφορά των ελλην. λέξεων στα ιταλικά, β.1 Prononciation des internationalismes, β.2 Ελληνικά - γαλλικά, γ.1 The pronunciation of Greek words in English, γ.2 Η προφορά των ελλην. λέξεων στα αγγλικά.
Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας
Οι τύχες των αρχαίων ελληνικών λέξεων στο νεότερο κόσμο: Λεξιλόγιο και διαχρονικότητα της ελληνικής γλώσσας
Ευάγγελος Β. Πετρούνιας (2007)
Ernout, A. 1954.
Aspects du vocabulaire latin. Παρίσι: Klincksieck, σελ. 86-92.
© KlincksieckΤα σημασιολογικά δάνεια
Εκτός απο τον άμεσο δανεισμό, μέθοδο αντιληπτή και προφανή, οι λατίνοι συγγραφείς κατέφυγαν στη μετάφραση των ελληνικών λέξεων με όρους της γλώσσας-τους που αντιστοιχούσαν με περισσότερη ή λιγότερη ακρίβεια στο πρότυπό-τους. Αυτή η χρήση δανείων ανάγεται σε παλιές εποχές: στον πρώτο στίχο της Οδύσσειας του Λίβιου Ανδρόνικου.
Virum mihi Camena, insece versutum
παρέχοντας κιόλας δύο παραδείγματα: Camēna που αποδίδει τη Μοῦσα, και versūtum, πολύτροπον· σε άλλα αποσπάσματα διαβάζουμε Morta= Μοῖρα[1]· quinquertiō, -ōnis«ο αθλητής που διαγωνίζεται στο πένταθλο», και quinquertium«το πένταθλο» το ίδιο, = πένταθλος, -θλον[2]. Είδαμε πιό πάνω, αναφορικά με τον Έννιο, πως ένας αριθμός σύνθετων επιθέτων που χρησιμοποιεί αποτελούν αναπαραγωγή ελληνικών τύπων· η μέθοδος χρησιμοποιήθηκε με περισσότερη ή λιγότερη διάκριση απο τους ποιητές όλων των περιόδων της λατινικής λογοτεχνίας με τη μορφή απλών δανείων ή παραφράσεων[3]. Κατά τα άλλα αυτός ο τρόπος έκφρασης δεν αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της γλώσσας των λογίων· το λεξιλόγιο των απελεύθερων της CenaTrimalchionis περιέχει πολλά από αυτά τα σύνθετα[4] και ο αριθμός τους είναι σημαντικός στην Ιτάλα όπως και στην Βουλγκάτα[5].
Ένα άλλο είδος δανεισμού, πιό πνευματώδες και διακριτικό απ' ότι η καθαρή και απλή απομίμηση, είναι ο «σημασιολογικός δανεισμός», μέθοδος που συνίσταται στη μεταφορά του νοήματος λέξης μιάς δεδομένης γλώσσας σε λέξη άλλης γλώσσας με παρόμοιο σχηματισμό, αλλά που δεν είχε προηγουμένως χρησιμοποιηθεί με αυτή την ιδιαίτερη σημασία[6], ή επίσης στη δημιουργία ενός νεολογισμού που θ' αποκτήσει το νόημα του προτύπου του. Έτσι ο Έννιος προσέδωσε στα sapiēns- sapientia τη σημασία του φιλόσοφος, -σοφία και ο Πλαύτος έδωσε στο lūdus«σχολείο» τη σημασία της σχολῆς, που στη συνέχεια, μεταγραμμένη με τον τύπο sc(h)ola, θα εξαφανίσει το lūdus που η αμφισημία-του θα το κάνει ν' απορριφθεί. Η causa απο νωρίς πήρε τις διάφορες σημασίες της αἰτίας· corpus κατα το σῶμα· caput για την κεφαλή· spīritus για το πνεῦμα· sēmen για το σπέρμα· και satus στο Βιργίλιο με την σημασία του «γενημένος απο»[7] είναι η μετάφραση του σπαρτός. Το aequor με τη σημασία της «θάλασσας», κιόλας στον Έννιο, μοιάζει να μιμείται το πέλαγος· το hiems «καταιγίδα» είναι μίμηση των χειμών, χεῖμα· το flōs στον εικονοπλαστικό λόγο αναπαράγει το ἄνθος: flōsiuventūtis = ἤβηςἄνθος. Ο Κάτουλλος επινοεί το innuptaeκατα το ἄνυμφος για ν' αντικαταστήσει το άμετρο vīrgĭnēs. Η χρήση της μεθόδου αναπτύχθηκε κυρίως απο τη στιγμή που τα λατινικά θέλησαν ν' αποκτήσουν λεξιλόγιο επιστημονικό και ικανό να εκφράσει αφηρημένες έννοιες. Ο Λουκρήτιος χρησιμοποιεί το ināneγιαν' αποδώσει τὸ κενόν, το omneγια τὸ πᾶν, τα elementaγια τὰ στοιχεῖα (Κικέρωνας, Ακαδ. 1, 7, 26), το commūnissēnsusγια το ἡ κοινὴ αἴσθησις, τα coniunctaκαι eventa για τὰ συμβεβηκότα, τὰ συμπτώματα· το intactusγια τὸ ἀναφές· αντιγράφει τη circumcaesūraαπο την περικοπή. Τα pars, partēs, locus, locī (ή loca) αντιγράφουν τὸ μέρος, τὰ μέρη, ὁ τόπος, οἱ τόποι στις διάφορες σημασίες-τους, για παράδειγμα partēsgenitālēs, locī commūnēs, muliebrialoca, κτλ., το fīnisαποδίδει τὸ τέλος στο Definibus bonorumet malorum. Η ορολογία της γραμματικής και της ρητορικής είναι γεμάτη απο λέξεις λατινικής μορφής που δέν είναι παρα καμουφλαρισμένες ελληνικές: accentus: προσῳδία· adiectīvum: ἐπίθετον· cāsus: πτῶσις· cōnsonāns: σύμφωνος· vōcālis: φωνηέις· vōcālitās: εὐφωνία· cōpulātum«λέξη σύνθετη»: συμπεπλεγμένον· coniugātiō: συζυγία· litterae: τὰ γράμματα, inlitterātus: ἀγράμματος· membrum: κῶλον· vēriloquium: ἐτυμολογία· status: στάσις[8], circumstantia: περίστασις[9]· reticentia: ἀποσιώπησις. Mεγάλος αριθμός λέξεων που προέρχονται ή συντίθενται με το aequusαντιστοιχούν στους ελληνικούς τύπους σε ἰσο-, δές E. M. στο λήμμα. Το silva αντιγράφει την ὕλη «υλικό», και είναι με αυτή τη σημασία των «(μη επεξεργασμένων) υλικών, προπλασμάτων» που ο Στάτιος τιτλοφορεί τη συλλογή-του «Silvae». Η διάκριση του nōmen και του verbum αναπαράγει την αντίθεση ανάμεσα στο ὄνομα και το ῥῆμα· τα ονόματα των γραμματικών πτώσεων αποτελούν προσαρμογές, μερικές φορές ατυχείς, των αντίστοιχων ελληνικών ονομάτων. Σε άλλους τομείς, βρίσκουμε στον Πλίνιο και όχι πρίν απο αυτόν, όπως φαίνεται, την ον. πληθ. insectaκατα τὰ ἔντομα του Αριστοτέλη· στα ονόματα των ασθενειών ή των μερών του σώματος τα serpēdō, serpīgō «πιτυρίαση» δημιουργούνται κατα το ἕρπης, το hordeolum«κριθαράκι στο μάτι» κατα το κριθίδιον, scrōfulae(Βεγέτιος) κατα το χοιράδες· porcus«pudendummuliebre» (Βάρρων) κατα το χοῖρος, όπως το hortus με την ίδια σημασία με το κῆπος, κτλ. Αρκετά ουσιαστικά σε -tāsδηλωτικά ποιότητας και τα επίθετα σε -bilisοφείλουν τη δημιουργία-τους σ' αυτή την προσπάθεια προσαρμογής: γνωρίζουμε οτι ο Κικέρωνας επινόησε το quālitās κατα το πρότυπο του ποιότης[10], και το quālitāsακολουθήθηκε απο τα quantitās(= ποσότης), medietās (= μεσότης), proprietās(= ἰδιότης). Για τα δυνατός, ἀδύνατος ο Κοϊντιλιανός καταφεύγει στα possibilis, impossibilisαπο οπου προέρχονται τα possibilitās(Αρνόβιος) και impossibilitās(Απουλήιος, Τερτυλλιανός). Τα δάνεια αυτού του τύπου είναι αναρίθμητα στην λατινική των αυτοκρατορικών χρόνων, και κυρίως στις πραγματείες των Πατέρων της Εκκλησίας, όπου καταλήγουν να γίνονται σχεδόν αυτόματα[11]. Αλλά μονάχα ακολουθούν, εντείνοντας, μιά τάση που είχε ξεκινήσει νωρίτερα. Ο Βάρρωνας γιαν' αποδώσει το ἀναλογία κατέφυγε στο proportiō· ο Κικέρωνας για το ἀδιάφορος στο idiferēns, για το συνείδησις στο conscientia«voxchristianis adamata» γράφει ο Thesaurus· για το κρᾶσις στο temperātiō, για το οποίο η λατινική των αυτοκρατορικών χρόνων θα προτιμήσει το temperāmentum, για το πρόσληψις στο assumptiō, για το λῆμμα στο sumptio[12]· για τα δόξα, δοξάζω με τη φιλοσοφική σημασία στα opīniō, opīnor[13], και απο το opīnorπαίρνουν τα opīnātiō, opīnātor, opīnābilisκατα τα δόξασμα, δοξαστής, δοξαστός· adopīnor(Λουκρήτιος 4.816) κατα το προσδοξάζω. Για το οὐσία επινοήθηκε το essentia, πιθανόν απο τον Κικέρωνα, απ' οπου προήλθαν και τα essentiālis, -liter, -litāsκαι ακόμα τα essentitās, coessentiālis(= ὁμοούσιος)· για το ὑπόστασις, το substantia, και σύμφωνα με αυτό τα substantiālis(= ὑποστατικός) και cōnsubstantiālis. Τοpassiō, που ο Κικέρωνας δέν είχε τολμήσει να χρησιμοποιήσει, άν και είχε χρησιμοποιήσει το perpessiō σε αρκετές περιπτώσεις, αναλαμβάνει όλες τις σημασίες του πάθος που ξαναβρίσκουμε στο γαλλικό passion, και δημιουργεί τα passiōnālis(Τερτυλλιανός), passibilis (= παθητός), που αντικατέστησε το κικερώνειο επίθετο patibilis, καθώς και τα passibilitās, passiōnābilis· τα ἀπαθής, ἀπάθεια γίνονται impassibilis, impassibilitās· συμπάσχω compatior και συμπάθεια· compassiō· συμπαθής compassibilis. Ο Τερτυλλιανός θα γράψει, adu Prax. 29, σ. 286, 9: si impassibilis est pater, utique et incompassibilis· aut si compassibilis, utique passibilis. Το actiō χρησιμοποιείται γιαν' αποδώσει το πράξις, āctīvus, πρακτικός. Παραθέτουμε ακόμα, χωρίς να ισχυριζόμαστε ότι εξαντλούμε τη λίστα[14]: pusillanimitās= ὀλιγοψυχία, trībulatiō: θλῖψις· incarnātiō, inhūmānātiō: σάρκωσις, ἀνθρωπότης, ἐπανθρωπότης. Το iaceō και τα σύνθετά-του αναλαμβάνουν τις σημασίες που το κεῖμαι απέκτησε στη φιλοσοφική γλώσσα: iacēre«η κατάσταση» = τὸ κεῖσθαι (Βοήθιος), subiacēre= ὑποκεῖσθαι, subiacēns= τὸ ὑποκείμενον, κτλ. Το δάνειο έχει μερικές φορές τη μορφή υβρίδιου, για παράδειγμα quadri-gamus, -gōnus, -sēmus, -sōmus. Αυτή η μηχανική μετάθεση μας απομακρύνει απο τον Κικέρωνα, που κατέφευγε σ' αυτή διακριτικά και σε περίπτωση ανάγκης, αναζητώντας στη γλώσσα περισσότερο τα ακριβή λατινικά ισοδύναμα παρά τα δάνεια· αυτός, γιανα μεταφράσει το συμπάθεια, ήταν ικανοποιημένος με τη σύνδεση δύο ουσιαστικών: exquadam convenientiaet coniunctionenaturae quamvocant συμπάθειαν[15]· και είχε θεωρήσει επαρκή την ταύτιση των convenientiaκαι ὁμολογία: quam ὁμολογίαν Stoici, nosappellamus 'convenientiam' siplacet[16]. Αλλά βλέπουμε απο αυτά τα δύο παραδείγματα πως απο την παράφραση και τη μετάφραση λείπουν η ακρίβεια και η πιστότητα. Το μεταφραστικό δάνειο με την αυστηρή-του ακρίβεια θεράπευσε αυτήν την ασυνέπεια. Κατά τα λοιπά η μέθοδος εξωθήθηκε στο παράλογο απο τη γλώσσα της Εκκλησίας όταν αυτή χρησιμοίησε το verbumγιανα μεταφράσει το λόγος, μετάφραση απ' οπου προέρχεται η χωρίς νόημα φράση: etverbum carofacta est, και που εμπνέει τον Β. Ουγκώ να γράψει σ' ένα ξέσπασμα λυρικού παραληρήματος
Επειδή η λέξη είναι το ρήμα, και το ρήμα είναι Θεός!
Ο σημασιολογικός δανεισμός δεν εφαρμόζεται μόνο σε λέξεις, αλλά και σε γραμματικά εργαλεία, στοιχεία παραγωγής και σύνθεσης. Το επίθημα -ōsusχρησιμοποιήθηκε ευρύτατα για την απόδοση των επιθέτων σε -όεις και κυρίως εκείνων σε -ώδης, και από εδώ γνώρισε αξιοσημείωτη επέκταση στα τεχνικά λεξιλόγια[17]· όμοια το επίθημα -ισμός υιοθετήθηκε στα λατινικά επίθετα: pāgānus/pāgānismusκατα τα baptismus, barbarismus. Το στερητικό πρόθημα in- χρησιμοποιήθηκε στη λατινική των αυτοκρατορικών χρόνων γιανα σχηματίσει όχι μόνο επίθετα, αλλά επίσης και αφηρημένα ουσιαστικά μεταφράζοντας τα αντίστοιχα ελληνικά ονόματα· έτσι: inapparātiō = ἀπαρασκευασία· infīnītiō, indēfīnītiō, ἀπειρία, ἀποριστία· indisciplinātiō, inērudītiō, ἀπαιδευσία, ἀμαθία· imperturbātiō, ἀπάθεια· incorruptēla, ἀφθαρσία. Ο Λουκρήτιος άλλωστε είχε ήδη τολμήσει, όπως είδαμε, το intactus· και ο Κικέρωνας το inhospitālitās, Tusc. 4, 26, για να μεταφράσει το ἀξενία. Στα ρήματα η παραγωγή σε -ίζω επεκτάθηκε σε λατινικούς σχηματισμούς, αυτό βέβαια σε χρονολογία πολύ όψιμη, και σε συγγραφείς που είχαν χάσει κάθε αίσθημα καθαρότητας της γλώσσας: amārizō (Plinius,Valerianus), latinizō (Caelius,Aurelianous), stercorizō (Ρωμύλος, Χείρων), sterilizō (Ψευδο-Φίλων). Δέ χρειάζεται να επιμείνουμε στην εξέλιξη που αυτές οι μέθοδοι παραγωγής είχαν στις νεότερες γλώσσες, ιδιαίτερα στο πολιτικό λεξιλόγιο.
***
Τα δάνεια απο άλλες γλώσσες καταλαμβάνουν στο λατινικό λεξιλόγιο μικρή θέση σε σχέση με εκείνη που καταλαμβάνουν τα δάνεια απο τα ελληνικά. Τα πιό σημαντικά είναι εκείνα που έγιναν απο τα ετρουσκικά. Αλλά δέν απέκτησαν ούτε τη διάρκεια ούτε τη συνέχεια των δανείων απο τα ελληνικά, και τα ετρουσκικά συχνά δέν ήταν παρα ένα ενδιάμεσο ανάμεσα στα ελληνικά και τα λατινικά. Η ιστορία του ετρουσκικού λαού και του πολιτισμού-του είναι η ιστορία μιάς μακράς παρακμής, που καταλήγει στον αφανισμό και στη λήθη. Απο την άλλη μεριά η σχεδόν ολοκληρωτική άγνοιά-μας για τη γλώσσα δέν επιτρέπει να επιβεβαιώσουμε με σιγουριά την ετρουσκική καταγωγή της μιάς ή της άλλης λέξης, και, στην καλύτερη περίπτωση, πρέπει ν' αρκεστούμε σε πιθανότητες· όπως επεσήμανα στη μελέτη μου «Les éléments étrusquesdu vocabulairelatin»[18] ο Vendryes έδειξε οτι τα αρσενικά ουσιαστικά σε -α-, -γενικά υβριστικού ή προσβλητικού χαρακτήρα, κυρίως παρατσούκλια- πρέπει να ήταν ετρουσκικής καταγωγής: όπως τα cacula, nacca, sculna, scurra, verna, verpa[19]. Κάποιες μεμονωμένες προσπάθειες έγιναν γιαν' αποδοθούν στα ετρουσκικά ορισμένες λατινικές λέξεις[20]. Αυτές όμως δεέν τελεσφόρησαν, και δέν μπορώ παρα να παραπέμψω στο χαρακτήρα και στην εμβέλεια αυτών των δανείων στα συμπεράσματα της μελέτης-μου, οπου προσπάθησα να προσδιορίσω τη συμμμετοχή του ετρουσκικού πολιτισμού στη διαμόρφωση του ρωμαϊκής παιδείας.
Εκτός απο τις ονομασίες δέντρων και ζώων, κυρίως ψαριών με ιδιαίτερη ονομασία στη Γαλατία (του τύπου alauda, alausa) τα δάνεια απο τα κελτικά περιορίζονται σε κάποιες λέξεις για αντικείμενα, προερχόμενα απο την τεχνική -οπου οι Γαλάτες ήταν ιδιαίτερα ικανοί- κυρίως στην αμαξοποιία και στη διατήρηση των κρεάτων: έτσι benna, carrus, carpentum, cant(h)us, petorritum, ploxenum· omāsum· ονομασίες ρούχων: braca, camisia, sagum,ή όπλων: gaesum, gladius, lancea (?) mataris· η ονομασία του σαπουνιού, sāpō· της μπίρας απο κριθάρι, cervēsia. Τα δάνεια απο τα γερμανικά ήταν ακόμα πιό σπάνια και σχεδόν όλα της όψιμης εποχής· ορισμένα, όπως αυτά που βρίσκουμε στο νόμο των Σαλίων, είναι γερμανικές λέξεις εφοδιασμένες με λατινική κατάληξη που δέν διείσδυσαν στο λατινικό λεξιλόγιο[21]. Όσο για τις άλλες γλώσσες της μεσογειακής λεκάνης, αφρικανικές, σημιτικές, ασιανικές κτλ., αυτές δέν παρείχαν παρα μεμονωμένα ονόματα δηλωτικά αντικειμένων που εισήχθησαν απο την εμπορική οδό, υφάσματα, αρώματα, ξυλεία, φυτά, πολύτιμους λίθους, εργαλεία, εξωτικά ζώα, κτλ., και ου τα περισσότερα, όπως έχουμε ήδη δει, εισήχθησαν στην Ιταλία με τη διαμεσολάβηση των Ελλήνων, ή πιό σπάνια των Ετρούσκων. Δέν υπερβαίνουν τον αριθμό των δανείων αυτού του είδους που η γλώσσα κάθε τόπου πρόκειται ν' αποκτήσει κατα την εξέλιξη των σχέσεων των κατοίκων-της με ξένα έθνη. Τίποτα απ' όλα αυτά δέν μπορεί να συγκριθεί με την κυριαρχική επίδραση που τα ελληνικά άσκησαν στο λατινικό λεξιλόγιο, είτε με τον άμεσο δανεισμό είτε κυρίως -άν και αρχικά αυτή η επιρροή ήταν λιγότερο αισθητή- με το σημασιολογικό δανεισμό. Το αφηρημένο λεξιλόγιο των νεότερων σε μεγάλο μέρος αποτελείται απο αυτά τα δάνεια και η ζωτικότητα αυτών των σχηματισμών δέν πρόκειται να εξαλειφθεί.
1 Αυλος-Γελλιος, N. A. 3, 16, 11, ο Λίβιος φαίνεται πως δημιούργησε το Morta απο το mors· κατα τον Meillet το ουσιαστικό συγγενεύει με τα μοῖρα, εἵμαρται, λατ. mereō απο ρίζα *smer., που ίσως την ξαναβρίσκουμε στο γαλατικό Ro-smerta, βλ. BSL 24, 183, και Marstrander, Symb. Osl. VI, 1928, σ. 52-54.
2 Φηστος, σ. 306, 8 L.
3 Στα αποσπάσματα (50 συνολικά) του Bellum Punicum του Ναίβιου, σημειώνω concordes = σύμφωνος, στ. 1· bicorpores = δί-σωμος, δι-σώματος, 19· silvicolae = ὑλονόμος, 21· arquitenēns: τοξοφορός, 30, πλάϊ σε περιφράσεις όπως regnatorem marum = θαλασσοκράτωρ, 12 (δές summe deum regnator, 15)· pollens sagittis = κλυτότοξος· sanctus Iove prognatus = Διογένης (30). -Στον Εννιο, dicti, belli studiosus, A. 213, 383, μοιάζει να αντιστοιχούν καλά με τα φιλόλογος, φιλοπόλεμος, genus pennis condecoratum, A. 16, στο (γένος) πτεροποίκιλον του Αριστοφάνη. Ο Βιργίλιος, Αιν., 1, 21, χρησιμοποιεί το late rez γιανα μεταφράσει το εὐρυκρείων· όπως ο Οβίδιος προσπάθησε ν' αποδώσει αρκετά αδέξια το ομηρικό ῥοδοδάκτυλος με το plenus rosarum στις. Μετ. 2, 113: purpureas Aurora fores et plena rosarum atria … Ο Οράτιος αποδίδει με το bēlvōsus, Carm. 4, 14, 47, το ομηρικό σύνθετο μεγακήτης.
4 caldicerebrius, 49, 5· loripes, 45, 15· nesapius, 50, 5· benemorius, 61, 7· julcipedia, 75, 5· oclopeta, 35, 4.
5 Δές RÖNSCH, It. u. Vulg., σ. 216-229.
6 Οι Jensen, Sandfeld και d' Alessio ονομάζουν τις λέξεις που μετακινήθηκαν έτσι «γλωσσολογικά δάνεια»· Οι Debrunner και Steiner προτιμούν το «σημασιολογικά δάνεια», Beteutungslehnwörter· δές E. Löfstedt, Syntactica, II, σ. 433 κ.ε. (με αναφορά της βασικής βιβλιογραφίας για το ζήτημα)· MEILLET, Esquisse d' une histoire de la langue latine, 3η έκδ., σ. 214 κ.ε., σ. 226 (σχετικά με την επίδραση του λόγος στο ratiō, σ. 283-4.
7 Του τύπου Hammōne satus· sate sanguine dīvom, κτλ.
8 Κικέρωνας, Τοπ., 25, 93.
9 Κοϊντιλιανός, I(nstitutio) O(ratoria) [Η παιδεία ενός ρήτορα] 5, 10, 104.
10 Ακαδ., I, 6, 24· βλ. MEILLET, Esquisse, σ. 215·Rev. Ét. lat. 3 (1925), 214 κ.ε. Από το quālitās ο Κασσιόδωρος θα αντλήσει το quālitātīvus γιαν' αποδώσει το ποιώδης.
11 Για παράδειγμα trinitās απο τον Τερτυλλιανό, δάνειο απο το τριάς· τα mundus, saeculum, saeculāris, spīritus που χρησιμοποιούνται με θεολογική σημασία απο τα κόσμος, αἴων, κοσμικός, βιωτικός, πνεῦμα. Τα salvāre, salvātor, salūs είναι δάνεια απο τα σῴζω, σωτήρ, σωτηρία, αφού το servāre δέν απέδιδε το νόημα επαρκώς, και επίσης επειδή το Servātor ήταν επίθετο του Jupiter· και το salūtō λόγω της εξασθένησης του νοήματος που είχε υποστεί, δέν αρκούσε πιά γιαν' αποδώσει την ιδέα του «σωτήρα» (μιλώντας για τον «Σωτήρα»).
12 Περί μαντ. 2, 108.
13 Υπέρ του Μουρ. 61 sapientem nil opinari και Διογ. Λαέρτ., 7, 121, ἔτι δὲ μὴ δοξάζειν τὸν σοφόν, τουτέστι ψευδεῖ μὴ συγκαταθήσεσθαι μηδενί.
14 Έχω παραθέσει αρκετά παραδείγματα στο Ετυμολογικό Λεξικό. Απο τη στιγμή που τέθηκε ο κανόνας, ο καθένας μπορεί εύκολα ν' αναγνωρίσει τέτοια δάνεια.
15 Περί μαντ. 2, 124.
16 Περί τῶν ὁρίων, 3, 21.
17 A. ERNOUT, Les adjectifs en -ōsus et en -ulentus, Παρίσι, 1949.
18 BSL 30 (1930), 1, σ. 82 κ.ε.· και Philologica, σ. 20-51. Δές ακόμα Tyrrhenus chez Virgile, R. Phil. 24 (1950), σ. 5 κ.ε.
19 Sur quelques formations de noms latins, MSL 22, σ. 97 κ.ε.
20 Π.χ. ο Benveniste υποστήριξε την ετρουσκική καταγωγή του servus. Ο Devoto του excetra «φίδι», που προέρχεται, κατα τη γνώμη-του, απο το ἔχιδνα μέσω του ετρουσκικού *echitra.
21 Δές J. Bruch, Der Einfluss der germanischen Sprachen auf das Vulgärlatein, Χαϊδελβέργη, 1913.