Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- χειροπρακτική η [xiroprakti
í] Ο29 : είδος φυσικοθεραπείας κατά την οποία θεραπεύουν, με κατάλληλους χειρισμούς, παθήσεις κυρίως της σπονδυλικής στήλης. [λόγ. < αγγλ. chiropractic < chiro- = χειρο- + αρχ. πρακτική]