Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πρύμη
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πρύμη η [prími] Ο30 : (οικ.) το πίσω άκρο ενός πλοίου και με επέκταση, ολόκληρο το πίσω τμήμα, σε αντιδιαστολή προς το μπροστινό άκρο ή τμήμα, δηλαδή την πλώρη· πρύμνη.

[αρχ. πρύμνη με απλοπ. του συμφ. συμπλ. [mn > m] ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες