Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ολόγραμμα το [olóγrama] Ο49 : συγκεκριμένο είδος φωτογραφίας που γίνεται με την τεχνική της ολογραφίας και προκαλεί την εντύπωση τρισδιάστατης εικόνας.
[λόγ. < γαλλ. hologramme < holo- = ολο- + -gramme < αρχ. γράμμα]