Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: οκτάγωνο
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Κριαρά]
οκτάγωνος, επίθ.
  • Που έχει οκτώ γωνίες, οκτάγωνος:
    • καστέλλιν … οκτάγωνον (Λόγ. παρηγ. L 418).

[μτγν. επίθ. οκτάγωνος. Η λ. και σήμ.]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
οκτάγωνος -η -ο [oktáγonos] & οχτάγωνος -η -ο [oxtáγonos] Ε5 : 1α. (για γεωμετρικό σχήμα) που έχει οχτώ γωνίες. β. οκτάεδρος: Οχτάγωνο κτίριο. 2. (ως ουσ.) το οκτάγωνο & το οχτάγωνο, για οκτάγωνο σχήμα: Kανονικό οκτάγωνο.

[λόγ. < ελνστ. ὀκτάγωνος, αρχ. ὀκτάγωνον `οκτάγωνο΄· προσαρμ. στη δημοτ. με ανομ. τρόπου άρθρ. [kt > xt] ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες