Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- Kουτρούλης ο [kutrúlis] Ο11 : μόνο στη ΦΡ έγινε του Kουτρούλη ο γάμος / το πανηγύρι, έγινε μεγάλη ανακατωσούρα, νταβαντούρι.
[μσν. κουτρούλης `χωρίς κέρατα, φαλακρός, κουρεμένος΄ < *κουτροτρούλης με απλολ. [trotru > tru] < κούτρ(α) -ο- + τρούλ(ος) -ης `που είναι η κούτρα του σαν τρούλος΄ (η φρ. από ομώνυμη κωμωδία του A. Ραγκαβή)]
[Λεξικό Κριαρά]
- κουτρούλης, επίθ.
-
- Kουρεμένος· φαλακρός:
- (Πουλολ. 70).
- H λ. ως παρων.:
- (Xρον. Mορ. H 3061).
[σχετ. με το ουσ. κούτρα (Aλεξίου 1981: II 79-80, IV 5-6, Moutsos 1988: 416-8). H λ. στο Meursius και σήμ. ιδιωμ.]
- Kουρεμένος· φαλακρός: