Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- βουλγκάτα η [vulgáta] Ο25α : η λατινική μετάφραση της Bίβλου, που χρησιμοποιείται από την καθολική εκκλησία.
[λόγ. < μσνλατ. Vulgata < υστλατ. (versio, editio) vulgata `έκδοση σε κοινή χρήση΄]