ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
Άλλες Κρητικές
Γραμματικές της νέας Ελληνικής
Τσοπανάκης, Α. Γ. 1994. Νεοελληνική Γραμματική.
Α. Τσαγγαλίδης
Μαίρη Παπαγιαννίδου: ΤΟ ΒΗΜΑ, 28/9/1994
Επιστροφή στην καθαρεύουσα;
Ο ακαδημαϊκός και ομότιμος καθηγητής εξέδωσε πρόσφατα ένα ογκώδες έργο ζωής: τη «Νεοελληνική Γραμματική» του, η οποία έρχεται να σπάσει την πενηντάχρονη μονοκρατορία της Γραμματικής Τριανταφυλλίδη
Η διάδοχος της περίφημης γραμματικής Τριανταφυλλίδη έκανε την εμφάνισή της στα μέσα Αυγούστου ενώ όλοι οι Έλληνες έλειπαν σε διακοπές. Μετά από πενήντα χρόνια μονοκρατορίας της γραμματικής Τριανταφυλλίδη, εκδόθηκε ένα ογκώδες έργο, το οποίο για πρώτη φορά συμπεριλαμβάνει φωνητική, μορφολογία, σύνταξη και λεξικό, τα τέσσερα δηλαδή τμήματα που απαρτίζουν κανονικά μια γραμματική -αποτελώντας έτσι διάδοχο σχήμα και για το συντακτικό της νεοελληνικής του Αχ. Τζαρτζάνου. Πρόκειται για τη «Νεοελληνική Γραμματική» του ακαδημαϊκού και ομότιμου καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Αγαπητού Γ. Τσοπανάκη που εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο των αδελφών Κυριακίδη στη Θεσσαλονίκη και το «Βιβλιοπωλείον της Εστίας» στην Αθήνα.
Ογδόντα έξι ετών σήμερα, ο κ. Τσοπανάκης ολοκληρώνει με το έργο αυτό τη ρύθμιση του νεοελληνικού κλιτικού συστήματος που είχε για πρώτη φορά διατυπώσει ήδη όσο ζούσε ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης. Οι τολμηρές απόψεις ενός νεαρού υφηγητή της Γλωσσολογίας τότε είχαν σημάνει για τον Αγαπητό Τσοπανάκη την υποχρεωτική αλλαγή πλεύσης: για να παραμείνει στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στράφηκε αναγκαστικά στην κλασική φιλολογία. «Δεν το μετάνιωσα», λέει σήμερα, έχοντας εν τω μεταξύ λαμπρή σταδιοδρομία και στους δύο τομείς.
«Νομίζω ότι η Γραμματική του Τριανταφυλλίδη είναι πια ξεπερασμένη», δηλώνει απερίφραστα ο κ. Τσοπανάκης, «διότι ανήκει σε μια φάση γλωσσική η οποία έχει ξεπεραστεί. Η νέα γραπτή μας γλώσσα, ακόμη και - σε μεγάλο βαθμό - η προφορική, δεν είναι πια "η μητρική μας γλώσσα", "η γλώσσα του λαού" και όλα αυτά που έλεγαν οι ψυχαριστές και οι υποστηρικτές της δημοτικής. Είναι η γλώσσα ανθρώπων οι οποίοι πέρασαν από σχολεία, πράγμα που δεν συνέβαινε ως τα 1900 ή δεν συνέβαινε σε μεγάλο βαθμό».
Σε ποια εποχή ανταποκρίνεται, δηλαδή, η γραμματική του Τριανταφυλλίδη; «Αυτό είναι το πολύ ενδιαφέρον: ότι η γραμματική Τριανταφυλλίδη σχεδιάζεται από τον Τριανταφυλλίδη και από την Πηνελόπη Δέλτα, στις αρχές του αιώνα· και, όσο μπορώ να θυμάμαι τώρα, στην αλληλογραφία του Τριανταφυλλίδη γύρω στο 1908-1910 με τη Δέλτα να λέει "ώστε θα αναγκαστώ να ασχοληθώ με αυτό το θέμα, το γλωσσικό"· και πράγματι, από την εμφάνιση του Βενιζέλου, εννοώ πλέον στην πολιτική σκηνή, από το 1910 ως 1917, έχουμε μια παράλληλη εμφάνιση Τριανταφυλλίδη, Δελμούζου, Γληνού, που έχει άμεση σχέση με την παιδεία γενικά και με τη γλώσσα ειδικότερα. Έχουμε επομένως από το 1910 ή και λίγο νωρίτερα ως το 1941 ή το 1938, οπότε ο Μεταξάς αναθέτει στον Τριανταφυλλίδη τη σύνταξη μιας γραμματικής, περίπου 30 ή 40 χρόνια προπαρασκευής. Διότι στο μεταξύ η τριάδα αυτή συνέταξε ορισμένες οδηγίες για τη διδασκαλία της δημοτικής και έβγαλαν και βιβλία, "Τα ψηλά βουνά" και άλλα τέτοια, τα οποία ήταν ή αρχή της διδασκαλίας της δημοτικής στο δημοτικό σχολείο». Επομένως οι ρίζες της γραμματικής Τριανταφυλλίδη απλώνονται στα χρόνια εκείνα κατά τα οποία η γλωσσική διαμάχη είχε χαρακτήρα ολότελα διαφορετικό απ' ό,τι σήμερα.
Το αξιοπερίεργο είναι ότι η γραμματική της δημοτικής γράφτηκε κατ' εντολήν του Μεταξά. Τότε ο κ. Τσοπανάκης ήταν ένας νεαρός επιστήμονας. «Ο Μεταξάς, ανεξάρτητα από τις πολιτικές και άλλες του ιδέες, ήταν Επτανήσιος -αυτό το ξεχνούμε συνήθως, λόγω του ότι η δικτατορία επισκιάζει τα άλλα- και σαν Επτανήσιος κουβαλούσε μαζί του μια παράδοση ιταλικής σύγχρονης γλώσσας η οποία επηρέασε τη σκέψη των Επτανησίων, που οι περισσότεροι απ' αυτούς, όσοι έπιαναν πένα, ήταν δημοτικιστές. Φαίνεται ότι ο Μεταξάς, χωρίς να είναι δημοτικιστής-, έδωσε αυτή την εντολή στον Τριανταφυλλίδη και πολύ καλά έκανε ο Τριανταφυλλίδης και τη δέχθηκε».
Ήταν τότε το 1939 και, μάλιστα, η έκδοση της γραμματικής, η ένσταση του κ. Τσοπανάκη με τη δημοσίευση μιας μονογραφίας και οι αντιδράσεις της επιτροπής Τριανταφυλλίδη εκτυλίχθηκαν όλα εν μέσω γερμανικής κατοχής. «Είναι θαύμα το πώς μπόρεσε το 1941, με την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα, να κυκλοφορήσει και η νεοελληνική γραμματική, η λεγόμενη της Επιτροπής, ενώ είναι έργο του Τριανταφυλλίδη· και θα ήταν τελείως αδύνατον να βγει -από την εμπειρία που έχω εγώ τώρα, που δούλεψα 5-6 χρόνια συστηματικά γι' αυτό- αν δεν έδινε τροφή ο Τριανταφυλλίδης στην Επιτροπή. Η Επιτροπή είχε έναν ρόλο, τον οποίο υποθέτω εγώ ρυθμιστικό, αν κρίνω και από την αντίδραση του μακαρίτη του Ανδριώτη έναντί μου και εναντίον μου, όταν εγώ σαν αφελής επιστήμονας ενόμισα ότι μπορούσα να συζητήσω ορισμένα προβλήματα της νεοελληνικής αυτής γραμματικής». Ο καθηγητής Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ήταν τότε γραμματέας της συντακτικής επιτροπής που ορίστηκε από τον Τριανταφυλλίδη με την εντολή του Μεταξά.
Η διαφωνία ξεκίνησε από το κλιτικό σύστημα, αλλά σήμερα εξαπλώνεται σε πολύ περισσότερα σημεία. «Εγώ, το 1944, είχα γίνει υφηγητής Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, πρέπει να ήταν Φεβρουάριος-Μάρτιος του 1944, και σαν άμισθος υφηγητής είχα υποχρέωση να διδάσκω στο Πανεπιστήμιο. Ο Ανδριώτης μου ανέθεσε να διδάξω νεοελληνική γραμματική, και δίδαξα τρία χρόνια με πολύ ζήλο. Δεν μπόρεσα να εξηγήσω την εχθρότητα που δημιουργήθηκε από το γεγονός ότι εγώ, βλέποντας ότι ο Τριανταφυλλίδης είχε δεχθεί ένα κλιτικό σύστημα το οποίο δημιουργούσε μπελάδες μάλλον παρά έλυνε προβλήματα -θα το ξέρετε, είναι α΄ κλίση αρσενικά, β΄ κλίση θηλυκά και γ΄ κλίση ουδέτερα, οπότε ο άνθρωπος - του ανθρώπου θεωρείται ότι ανήκει στην α΄ κλίση, αλλά ο χτίστης - του χτίστη - οι χτίστες είναι μια άλλη κατηγορία που δεν έχει καμία σχέση με το προηγούμενο, και ούτω καθεξής-, εγώ, διδάσκοντας τη γραμματική, είδα αμέσως ότι εδώ υπήρχε ένα κενό, ένα χάσμα που δεν ήταν βολικό, και κάθησα και έκανα μια μελέτη των καταλήξεων σε σχέση με το γένος και πρότεινα μια λύση -από τότε- η οποία, λόγω του ότι ήμουν υφηγητής της Γλωσσολογίας, δημοσιεύτηκε στα 1946 ή 1947 στην Επιστημονική Επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής, στον έκτο τόμο. Ήταν μια καθαρά επιστημονική εργασία, που κρίθηκε πολύ ευνοϊκά».
Παρά την ευνοϊκή αντιμετώπιση στο Μόναχο και αλλού, στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης οι εξελίξεις ήταν διαφορετικές: ο κ. Τσοπανάκης στράφηκε στη κλασική φιλολογία, χωρίς να αφήσει την επιστημονική ενασχόληση με τα γλωσσικά προβλήματα. Τελικώς, «μου δόθηκε μια σπάνια ευκαιρία να συνδυάσω το εργαλείο ως τύπο, ως ανατομία -που είναι η γραμματική- και το εργαλείο ως μηχανή πλέον που εργάζεται- που είναι η φιλολογία. Έτσι ασχολήθηκα πάρα πολύ και με γλωσσολογικά προβλήματα και με ορισμένα φιλολογικο-γλωσσικά, όπως το τελευταίο μου βιβλίο "Ομηρικές έρευνες. Από την ομηρική προσωδία ως τη δομή του στίχου"». Πολύ γνωστή είναι, βεβαίως, και η εργασία του κ. Τσοπανάκη για την έκδοση της Γραμματολογίας του A. Lesky στα ελληνικά.
Η εκτίμηση του κ. Τσοπανάκη προς τον Τριανταφυλλίδη είναι αμείωτη, παρά τις αντιρρήσεις όσον αφορά τη γραμματική του. «Ο Τριανταφυλλίδης, ο οποίος ήταν ανώτερος άνθρωπος, μόλις έλαβε γνώση της εργασίας μου, θέλησε να με γνωρίσει. Και είναι χαρακτηριστικό για τον Τριανταφυλλίδη, για το ήθος του -γιατί είναι αδύνατον να το ξεχάσει κανείς-, ότι με είχε ορίσει στη διαθήκη του ως μέλος του πρώτου Συμβουλίου του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη, χωρίς καλά-καλά να θυμάται το μικρό μου όνομα. Ούτε ο Χριστόφορος Χρηστίδης, που ήταν ο νομικός του σύμβουλος και έκανε τη διαθήκη του, ούτε ο Τριανταφυλλίδης, γιατί η αρρώστια του είχε προχωρήσει, θυμόταν το όνομά μου· και ο Χρηστίδης, επηρεασμένος από έναν Ζομπανάκη, που ήταν εκπαιδευτικός πολύ γνωστός και αξιόλογος, έγραψε στη διαθήκη ότι θα είναι μαζί με τους άλλους - που ήταν οι Κακριδής, Πολίτης, Κριαράς και άλλοι - και ο κύριος Ζομπανάκης». Αυτά συνέβησαν λίγο πριν από το 1959, χρονιά που πέθανε ο Τριανταφυλλίδης, και «δείχνουν πώς ο Τριανταφυλλίδης έβλεπε τα επιστημονικά πράγματα. Μου εμήνυσε να πάω να τον δω και γνώρισα τον Τριανταφυλλίδη, ο οποίος ήταν διστακτικός: "Πρέπει να το μελετήσουμε, αν το δούμε…". Αλλά η κατάστασή του τότε με το πάρκινσον ήταν προχωρημένη και έτσι δεν έγινε τίποτε». Ήδη, λοιπόν, ο κ. Τσοπανάκης κλείνει περίπου 50 χρόνια προπαρασκευής της δικής του γραμματικής, η οποία ωστόσο αναφέρεται στις σημερινές γλωσσικές δομές.
Το χρονικό ορόσημο για τη σημερινή δομή της γλώσσας είναι ο πόλεμος, κατά τον κ. Τσοπανάκη, όταν η καθαρεύουσα άρχισε να κερδίζει έδαφος ερήμην των δημοτικιστών. «Η γραμματική του Τριανταφυλλίδη δεν έχει καμία σχέση με τη γλωσσική εξέλιξη, όπως αυτή εμφανίστηκε ξαφνικά από τον πόλεμο και ύστερα. Από το 1945 και ύστερα έχουμε μια ανατροπή των γλωσσικών δεδομένων από την άποψη του ότι η παιδεία αναπτύσσεται περισσότερο, σε ευρύτερη κλίμακα, η καθαρεύουσα έχει επικρατήσει στη διοίκηση, στο στρατό, στη νομοθεσία, παντού, χωρίς να το υποψιάζονται δυστυχώς οι δημοτικιστές. Η γλώσσα έχει υποστεί μια μεταμόρφωση, εννοώ έναν εμπλουτισμό, ο οποίος επηρέασε και την τυπολογία της, τη μορφολογία της. Εν τω μεταξύ κανείς δεν έχει προσέξει ότι λέμε οι θάλασσες - των θαλασσών, αλλά οι ελπίδες - των ελπίδων, που είναι κατάλοιπο από την αρχαία ανισοσύλλαβη κλίση: ενώ λοιπόν και τα δύο τα κατατάσσουμε στα πρωτόκλιτα, αλλιώς πάει το ένα και αλλιώς το άλλο. Αυτά όλα, λοιπόν, τα στοιχεία στην περασμένη φάση ή αποφεύγονταν ή δεν έμπαιναν μέσα στην εξέταση διότι αποτελούσαν κάποια παρέκκλιση από τους κανόνες. Αν προσέξετε, στην προηγούμενη γραμματική, επίθετα του τύπου ο διαρκής - η διαρκής - το διαρκές είναι πάρα πολύ περιορισμένα, ενώ σήμερα είναι πάρα πολύ διαδεδομένα».
Αυτό σημαίνει ότι και η γραμματική Τσοπανάκη θα θέλει σε 30 χρόνια αναθεώρηση; «Εγώ ο ίδιος σκέφτομαι αν ζήσω αναθεώρηση από τώρα. Δεν υπάρχει τίποτε που να μη θέλει αναθεώρηση. Η γλώσσα διαρκώς υφίσταται μεταβολές. Σήμερα διάβασα έναν τύπο, τον οποίο δεν πρόφτασα να σημειώσω, και πολλούς άλλους, που βρίσκονται ακόμη σε αβεβαιότητα, όπως "αμφισβητιόταν" ή "αμφισβητούνταν" και άλλα τέτοια που τα σημειώνω διαρκώς. Υπάρχει κάτι πολύ ρευστό. Καθώς ξέρετε καλύτερα, έχουμε παρεμβάλει τώρα και πολλές γλωσσικές φωνές ανάμεσα στη ραδιοφωνία και την τηλεόραση: κάποια κοπέλα μεταφράζοντας από τα αγγλικά έλεγε Τόλεμι μιλώντας για τον βασιλιά Πτολεμαίο!».
Η έκδοση μιας νεοελληνικής γραμματικής δεν είναι τόσο απλή υπόθεση. Ποια περιμένει ο κ. Τσοπανάκης ότι θα είναι η απήχηση του έργου του; «Έχει ήδη εκδηλωθεί ενδιαφέρον να μπει ως επιστημονικό βοήθημα στις Παιδαγωγικές Ακαδημίες. Δηλαδή, δημιουργείται τώρα ένα ζήτημα αν τα Παιδαγωγικά Τμήματα των Πανεπιστημίων νομίσουν ότι μπορούν να το δώσουν ως διδακτικό βοήθημα και ως ένα στοιχείο για έρευνα και συζήτηση. Από 'κει και πέρα, εξαρτάται από την υποδοχή που θα βρει στους συναδέλφους γλωσσολόγους. Θα δημιουργήσει τουλάχιστον ερωτηματικά, και επομένως θα δούμε την εξέλιξη. Προβλέπω ότι θα υπάρξουν ανάμεικτες αντιδράσεις, διότι πάρα πολλοί θα δουν ότι έχουμε μια επιστροφή στην καθαρεύουσα».