ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός 

Το γλωσσικό ζήτημα [Δ2] 

Ρένα Σταυρίδη-Πατρικίου (2001) 

Κείμενο 7: Σταυρίδη-Πατρικίου, Ρ. 1999. Γλώσσα, εκπαίδευση και Πολιτική. Αθήνα: Oλκός, σελ. 26-32, 33-34, © .

Νομίζω πως είμαστε υποχρεωμένοι να διαπιστώσουμε ότι το σημείο εκκίνησης για τη δημιουργία του δημοτικιστικού κινήματος, βρίσκεται στα τελευταία τρικουπικά χρόνια, κι έχει ληξιαρχική πράξη γεννήσεως: 1888. Η χρονιά που κυκλοφορεί το Ταξίδι του Ψυχάρη. Το ότι το Ταξίδι του Ψυχάρη είναι το μανιφέστο του δημοτικισμού -ο όρος είναι ένα στερεότυπο πια- είναι πασίγνωστο. Εκείνο που έχει μείνει ανεξερεύνητο είναι η αμφίδρομη σχέση ανάμεσα σ' αυτό το κείμενο και στη χρονική περίοδο κατά την οποία δημοσιεύεται και η οποία ορίζεται από τις τρικουπικές συνθήκες. Εκείνο δηλαδή που πρέπει να δούμε είναι το κατά πόσο ο χαρακτήρας εκείνης της περιόδου επέτρεψε τη γένεση των ιδιαίτερων ιδεολογικών γνωρισμάτων του κινήματος, και κατά πόσο, ενδεχομένως, τα γνωρίσματα αυτά ενίσχυσαν από ένα σημείο και πέρα τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της περιόδου. Με άλλα λόγια, αυτό που πρέπει να εξεταστεί είναι όχι μόνο γιατί κυκλοφόρησε τότε, πράγμα που έχει να κάνει με την ετοιμότητα και τη διορατικότητα του Ψυχάρη, άλλα κυρίως γιατί "έπιασε", γιατί ριζοβόλησε τότε. Από κει και πέρα οι ρίζες που έπιασε ήταν φυσικό να αντλήσουν από το πρόσφορο έδαφος και να μεταδώσουν και στον μελλοντικό κορμό τα ιδιαίτερα συστατικά του εδάφους αυτού. Αυτή είναι η εικόνα της αμφίδρομης σχέσης. Οι ιδέες που διατυπώθηκαν σ' αυτό το βιβλίο ήρθαν σε αρμονία με τις ιδέες του τρικουπικού κοινωνικοπολιτικού πλαισίου, συνδέθηκαν μαζί τους και μέστωσαν, όπως ήταν φυσικό, από το μπόλιασμά τους. Αυτή η αρμονία επέτρεψε στο κείμενο να γίνει μανιφέστο και στο κίνημα να γίνει κίνημα, να συναρμολογήσει, δηλαδή, συστηματικά τις αντιλήψεις του και να αποκτήσει την ιδεολογική του αυτονόμηση.

Αμέσως παρακάτω, θα εξετάσουμε τα διάφορα επίπεδα σύνδεσης του βιβλίου του Ψυχάρη με τις πραγματικότητες του τότε κοινωνικοπολιτικού και ιδεολογικού περιβάλλοντος για να δούμε ποιο ήταν το περιεχόμενο αυτής της αρμονίας και ποια ήταν τα στοιχεία με τα οποία παραδόθηκε το δημοτικιστικό κίνημα στους οπαδούς του 20ού αιώνα.

Ας σημειωθεί πως όταν κυκλοφορεί το Ταξίδι, έχει ήδη προηγηθεί μία έκδοση, το 1885, του έργου του Ροΐδη Πάρεργα, στο οποίο ο συγγραφέας προτάσσει μία εισαγωγή με τον τίτλο Περί της σημερινής ελληνικής γλώσσης. O πρόλογος αυτός δημοσιεύεται μόνος του στο περιοδικό Εστία και αποτελεί οξεία κριτική κατά των "διορθωτών", όπως ονομάζει τους καθαρολόγους και τους αττικίζοντες, και θερμή συνηγορία υπέρ του χυδαϊσμού, όπως αποκαλείται από τους πολέμιους ο δημοτικισμός. "[Εις τας λέξεις] της γλώσσης οι διορθωταί ενεκόλαψαν […] το στίγμα του χυδαϊσμού.[…] αι λέξεις και οι τύποι της λαλουμένης ευρίσκονται εις ην περίπου θέσιν άνθρωπος καταδικασθείς δι'αδίκου αποφάσεως, του οποίου πάντες μεν αναγνωρίζουσι την αθωότητα, αλλ'ουδείς δύναται να εξαλείψη τον υπό μωρού ή ασυνειδήτου δικαστού στιγματισμόν"

Υπερασπιστής λοιπόν του χυδαϊσμού, ο κατεξοχήν τρικουπικός λόγιος. "Ο τρόπον τινά εξ απορρήτων του Τρικούπη -όπως τον λέει ο Παλαμάς- αρχισυντάκτης της Ώρας. Ο Ψυχάρης το γνωρίζει μια και συνεργάζεται κι ο ίδιος με την Εστία του Δροσίνη, φιλολογικό φύλλο, επίσης φιλοτρικουπικό. Στο κλίμα που διαγράφεται, στο κλίμα δηλαδή που θα δεξιωθεί το Ταξίδι, γίνονται ήδη φανερές κάποιες παράμετροι: ο Ροΐδης κι ο ορθολογισμός του, ο Δροσίνης και η γενιά του '80, το τέλος του ρομαντισμού.

Επανέρχομαι στο κείμενο του Ταξιδιού και τους συνδετικούς κρίκους που το ενώνουν με το περιβάλλον του. Πιστεύω πως ο κυριότερος στόχος του Ψυχάρη -εκτός από το να γράψει ένα υποδειγματικό πεζό στη δημοτική- είναι ακριβώς αυτοί οι συνδετικοί κρίκοι, δηλαδή, οι τοποθετήσεις της δημοτικής γλώσσας μέσα σ' ένα πλέγμα εννοιών που θα της δώσουν τη δυνατότητα μετατροπής της σε σύμβολο αγώνα. Οι συνδέσεις αυτές είναι :

α) Οι ατομικές φωνές θα γίνουν συλλογικό κίνημα. Η αδήριτη ανάγκη του αγώνα είναι το πρώτο στοιχείο που μπορεί κανείς να απομονώσει στην ανάλυση του Ψυχάρη: Η ανεπάρκεια της ατομικής φωνής, το επιβεβλημένο της συλλογικής δράσης και το επείγον μιας συνθηματοποίησης των αιτημάτων. Έχει ήδη βρει δύο λέξεις, "Ιδέα" και "Ρωμιοσύνη". Έχει κανείς την αίσθηση ότι μιλάει ο γάλλος διανοούμενος της υπόθεσης Ντρέυφους. Πάντως μιλάει ο διανοούμενος που ζει σε μιαν ατμόσφαιρα, τη γαλλική, στην οποία όλο και τονίζεται η σημασία του συνόλου : "Όλοι μας ένα", γράφει στο Ταξίδι και αμέσως μετά, το γνωστό "Θέλω δόξα και γροθιές".

β) Το κίνημα αυτό θα είναι εθνικό: Η εθνική προβληματική συνιστά βέβαια τον κυρίαρχο ιδειλογικό άξονα γύρω από τον οποίο στρέφονται τόσο οι δημοτικιστές όσο και οι καθαρολόγοι. Μια ενιαία γλώσσα αποτελεί την τελειότερη αποκρυστάλλωση της εθνικής ενότητας μέσα και κυρίως έξω από τα ελληνικά σύνορα. Ο Ψυχάρης ωστόσο κατορθώνει να εκσυγχρονίσει το εθνικό περιεχόμενο -το κατεξοχήν, δηλαδή, περιεχόμενο του γλωσσικού ζητήματος τότε -και αν αποσπάσει από τον ενιαίο εθνικό προβληματισμό τον προβληματισμό του δημοτικισμού: Καταφέρνει να τοποθετήσει τη δημοτική με τέτοιο τρόπο ώστε να διατηρεί απόσταση από την αρχαιότητα αλλά ταυτόχρονα να εξασφαλίζει την οικειοποίησή της. Η δημοτική είναι το γνήσιο παιδί της αρχαίας. "Πρέπει να σπουδάξουμε καλύτερα την αρχαία για να καταλάβουμε την ιστορική αξία της δημοτικής" γράφει. Η συμφιλίωση με την αρχαιότητα αποκαθιστά και αναβαθμίζει τη νεότερη Ελλάδα.

Η εκσυγχρονιστική διατύπωση της εθνικής προβληματικής νομίζω πως κορυφώνεται με τη φράση : "Ένα έθνος για να γίνει έθνος, θέλει δύο πράματα· να μεγαλώσουν τα σύνορά του και να κάμη φιλολογία δική του". Και παρακάτω: "Το πρώτο θεμέλιο είναι η γης. μόνο με τέτοια βάση, κατορθώνει κάτι να κάμη ένας λαός. Θέλει όμως και γλώσσα δική του, γλώσσα καινούργια κι όχι παλιά. Μόνο με τέτοια γλώσσα, βγάζει εθνική φιλολογία κι έχει σωστή λεφτεριά, ανεξαρτησία ολάκαιρη". Στο βιβλίο, λοιπόν, υπάρχει τονισμός του εθνικού περιεχομένου της δημοτικής και της εθνικής συνέχειας. Η σύλληψη του Ψυχάρη βρίσκεται εξαιρετικά κοντά στη σύλληψη του άλλου φανατικού τρικουπικού, του Κωσταντίνου Παπαρρηγόπουλου: Μια ιστορία που εξελίσσεται αδιάκοπα. Μια γλώσσα που εξελίσσεται αδιάκοπα.

γ) Το κίνημα θα είναι πολιτικό: Ο όρος του πολιτικού ως χαρακτηριστικού του γλωσσικού ζητήματος δεν είναι καινούργιος. "Έχει χρησιμοποιηθεί και στις προεπαναστατικές διενέξεις, και νωρίτερα, τον 19ο αιώνα, από τον Σπυρίδωνα Ζαμπέλιο. Expressis verbis, διατυπώνει τον όρο κι ο Ψυχάρης, συνδέοντάς τον φυσικά με το εθνικό ζήτημα. "Το γλωσσικό ζήτημα είναι ζήτημα πολιτικό· ό,τι πολεμά να κάμη ο στρατός για τα φυσικά σύνορα, θέλει η γλώσσα να το κάμη για τα σύνορα τα νοερά· πρέπει και τα δυο τους να παν πολύ μακριά, να πάρουν πιότερο τόπο".

Τον όρο "πολιτικός" ο Ψυχάρης θα τον χρησιμοποιήσει επανειλημμένα, αργότερα, όταν θα υπάρξει πραγματική εμπλοκή του γλωσσικού θέματος με τις πολιτικές διαδικασίες, κυρίως μέσω της σύνδεσης με την εκπαίδευση. Όσο μεγαλύτερη είναι η εμπλοκή τόσο πιο ικανοποιημένος είναι ο Ψυχάρης, μια και πιστεύει πως η τελική λύση του ζητήματος θα είναι οπωσδήποτε πολιτική.

Για την ώρα, στα 1888, μπορεί οι συζητήσεις να είναι έντονες αλλά εμπλοκή πολιτική δεν υπάρχει σε καμία περίπτωση. Γι' αυτό τη δημιουργεί ο ίδιος. Στις τελευταίες σελίδες του Ταξιδιού μιλάει για τον Τρικούπη, θεωρώντας ότι είναι ο μόνος ηγέτης που μπορεί να βγάλει τον ελληνισμό από το αδιέξοδο. "Δεν αρέσουν οι άντρες που ζητούν κάθε μέρα από το λαό θυσίες και θυσίες, που προβλέπουν τι θα γίνη και που χωρεί ο νους τους μακρινές ιδέες και μεγάλους σκοπούς. Θα μας αρέσουν κατόπι. Κατά που είναι ένας τέτοιος και τώρα! Τι να πω τ' όνομά του, αφού το γνωρίζει ο καθένας; ας ζήσει το γερό το κεφάλι!" Με την κατακλείδα αυτή, ο Ψυχάρης κάνει σαφή την πρόθεσή του: Το μανιφέστο του δημοτικισμού θα κυκλοφορήσει κάτω από τον τρικουπικό αστερισμό.

δ) Το κίνημα θα είναι φιλελεύθερο. Ο όρος δεν χρησιμοποιείται από τον Ψυχάρη αλλά οι βασικές αρχές του φιλελευθερισμού όπως έχουν υιοθετηθεί από μια μεγάλη μερίδα γάλλων διανοουμένων και έτσι όπως λειτουργούν μέσα στο πολιτικό πλαίσιο της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας βρίσκονται διάσπαρτες σ' όλο το κείμενο του Ταξιδιού και μία, η χαρακτηριστικότερη, αποτελεί την πεμπτουσία της φιλοσοφίας του: Η δημοτική είναι η γλώσσα του λαού, όργανο της λαϊκής παιδείας, έκφραση της λαϊκής βούλησης. Ας σημειωθεί σε παρένθεση πως ο φιλελευθερισμός αποτέλεσε έναν πολύ ισχυρό συνδετικό κρίκο του δημοτικισμού με τα πολιτικά ρεύματα που υποτίθεται πως κληρονόμησαν τον Τρικούπη και για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα και στον 20ό αιώνα. Μέχρις ότου ανεβεί στην επιφάνεια η άλλη δυνατότητα ιδεολογικής προσέγγισης της δημοτικής. Μέχρις ότου φορτωθεί ένα νέο ιδεολογικό φορτίο και από γλώσσα του λαού γίνει γλώσσα της εργατικής τάξης.

ε) Το κίνημα θα είναι επιστημονικό. Ο θετικισμός του Ψυχάρη κι ο επιστημονικός οπλισμός, τον οποίο εξασφαλίζει στη δημοτική, το "αντίδοτο στη ρομαντική ανεδαφικότητα", όπως λέει ο Κ. Θ. Δημαράς, είναι ένας άλλος σοβαρός αρμός, που συνδέει το δημοτικισμό με τις τρικουπικές αντιλήψεις, έτσι όπως διαμορφώνονται σε πολιτική και μετατρέπονται σε έργα.

Αυτά πιστεύω πως είναι τα φανερά σημεία επαφής του δημοτικισμού με τα τρικουπικά συστήματα ιδεών και μέσω αυτών των σημείων πραγματοποιείται η αμφίδρομη σχέση για την οποία μίλησα πιο πάνω. Υπάρχει, ωστόσο, ένα τελευταίο στοιχείο, συστατικό και των δύο ρευμάτων -και του τρικουπικού και του δημοτικιστικού -απολύτως ευδιάκριτο, και το οποίο αποτέλεσε τη διαρκώς βαλλόμενη πλευρά και των δύο, την ουσιαστικότερη και μονιμότερη αιτία των αδιάκοπων επιθέσεων που υπέστησαν: το εκσυγχρονιστικό στοιχείο.

Όπως και η τρικουπική πολιτική, ανεξάρτητα από την παθολογία που παρουσιάζεται στην εφαρμογή της, έτσι και ο δημοτικισμός αναπτύσσεται και προάγεται ως κίνημα εκσυγχρονισμού. Διαθέτει, δηλαδή, όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που παραπέμπουν σ' αυτό που γινόταν τότε αλλά γίνεται και τώρα αντιληπτό από την κοινωνιολογία και την ιστορία ως εκσυγχρονισμός. Όμως οι εκσυγχρονιστικές πιέσεις όπως ξέρουμε, έρχονται από τις δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες, όπου γεννήθηκαν και εξελίχθηκαν οι παραπάνω αλλαγές. Έτσι, ο εκσυγχρονισμός γίνεται συνώνυμο του ευρωπαϊσμού.

Ο Ψυχάρης μέσω του Ταξιδιού εφοδιάζει το δημοτικισμό με τα εκσυγχρονιστικά-ευρωπαϊκά του στοιχεία. Πρόκειται για μοσχεύματα τα οποία δέχεται πολύ εύκολα ο δημοτικιστικός οργανισμός, μια και προέρχονται από το προγονικό σώμα του Διαφωτισμού, και δεν του είναι ξένα. Τα στοιχεία αυτά ενοποιούνται απολύτως φυσιολογικά με τα εκσυγχρονιστικά γνωρίσματα του τρικουπικού ρεύματος, και έτσι ενισχυμένα, θεμελιώνουν τις νέες προσδοκίες του κινήματος.

Αυτές είναι και οι ιδιότητες του δημοτικισμού, οι οποίες θα ελκύσουν και τις κοινωνικές δυνάμεις εκείνες που θα στηρίξουν το κίνημα για τα όσα συνολικά εκφράζει, χωρίς καν να γράψουν στη δημοτική. Η χαρακτηριστικότερη, βέβαια, τέτοια περίπτωση είναι του Ροΐδη. Εδώ θα μπορούσε να ενταχθεί και ο ίδιος ο Τρικούπης.

Τα πραγματολογικά στοιχεία, σχετικά με την επαφή του Ψυχάρη με τον Τρικούπη και τη γνώμη του τελευταίου για το γλωσσικό ζήτημα, θεωρώ ότι επιβεβαιώνουν το ότι ο Τρικούπης, μολονότι επιφυλακτικός απέναντι στην ψυχαρική γλώσσα, δεχόταν τη συνολική νεοτερικότητα του κινήματος. Τα περισσότερα από τα στοιχεία αυτά τα έχει συλλέξει και τα έχει καταθέσει ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης. Πρόκειται είτε για μαρτυρίες του ίδιου του Ψυχάρη, ο οποίος αναφέρεται σε κάποιες ανταλλαγές επισκέψεων με τον Τρικούπη, είτε για μαρτυρίες τρίτων, όπως ενός άγγλου ζωγράφου που έμενε εκείνο το διάστημα στην Αθήνα, του ποιητή Μιλτιάδη Μαλακάση που μίλησε μαζί του, του Γρηγόριου Ξενόπουλου ή και του ίδιου του Ροΐδη, ο οποίος σε γράμμα του προς τον Ψυχάρη με ημερομηνία Απριλίου του 1889 του λέει: "Με ρωτάτε αν μπόρεσα να μεταστρέψω κανένα. Η μόνη μεταστροφή που γνωρίζω είναι του κ. Τρικούπη. Η μεταστροφή αυτή θα ήταν χρήσιμη στην υπόθεσή μας εάν ο μόνος εξέχων άνθρωπος που έχει να παρουσιάσει η Ελλάδα είχε τον καιρό να σκεφτεί άλλο πράγμα εκτός από τη μεταστροφή του εισοδήματος. Συμμερίζεται απολύτως τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τα πράγματα, βρίσκει πολύ ενδιαφέρον το Ταξίδι σας, αλλά κύπτων υπό το βάρος των επειγουσών εκκρεμοτήτων, αναβάλλει συνεχώς για την επομένη τα σχέδια τα σχετικά με την μεταρρύθμιση του Πανεπιστημίου".

Στα επόμενα χρόνια και όσο το κίνημα θα αναπτύσσεται, όσο δηλαδή τα θεμέλια της νεοτερικότητας θα γίνονται στερεότερα, τόσο θα μεγαλώνουν και οι κοινωνικές αντιστάσεις, οι οποίες θα πάρουν τελικά μορφές ιδεολογικής τρομοκρατίας και πολιτικού διωγμού.

Στις εκσυγχρονιστικές πιέσεις, η άμυνα που οργανώνεται, εδραιώνεται πάντα σε ευαίσθητες σφαίρες συμπεριφορών και παραπέμπει στην προάσπιση τομέων της ζωής που δεν έχουν καμία σχέση με το ζητούμενο του εκσυγχρονισμού, αλλά έχουν σχέση με τις βαθύτερες ευαισθησίες των ανθρώπων. Παραπέμπει, δηλαδή, στην προάσπιση της ηθικής, της θρησκευτικότητας και του πατριωτισμού.

Έτσι, το νέο ιδεολόγημα που θα εμπνέει τις συντηρητικές δυνάμεις θα στηρίζεται σ' αυτές τις τρεις έννοιες οι οποίες βρίσκονται στην καρδιά οποιασδήποτε πολεμικής απέναντι σε οποιαδήποτε νεωτερική απόπειρα: Από τις αρχές του 20ού αιώνα κι έπειτα η δημοτική γλώσσα δεν θα είναι πια "χυδαία". Θα είναι ανήθικη, αντεθνική και αντιθρησκευτική…

Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 12:07