Statistical validity
Στατιστική εγκυρότητα. Τσομπάνογλου 2007:16.
Η στατιστική εγκυρότητα αναφέρεται στο κύρος που προσδίδει σε μία εξέταση η σύγκριση των αποτελεσμάτων της με τα αποτελέσματα μιας άλλης εξέτασης, η οποία θεωρείται έγκυρη. Η συγκεχυμένη έννοια της στατιστικής εγκυρότητας φαίνεται να είναι συνώνυμη της «εμπειρικής εγκυρότητας» (empirical validity), η οποία, με τη σειρά της, υπάγεται στην ευρεία έννοια της εγκυρότητας στη βάση κριτηρίων (Τσιμπούκης 1979:93, Ingenkamp 2001:76).
Για τον υπολογισμό της στατιστικής εγκυρότητας, ο εξεταστής πρέπει να έχει στη διάθεσή του τα αποτελέσματα κάποιου άλλου μέτρου, το οποίο λειτουργεί ως κριτήριο «είτε ταυτόχρονα, είτε υστερόχρονα» (Τσομπάνογλου 2007:16).
Κατά τη διαδικασία υπολογισμού της στατιστικής εγκυρότητας, δίνεται ένα τεστ σε μία ομάδα εξεταζόμενων, οι οποίοι παρακολουθούνται συστηματικά. Επιλέγεται ένα συγκεκριμένο κριτήριο και γίνεται η εκτίμηση συνάφειας μεταξύ των αποτελεσμάτων του τεστ και του κριτηρίου μέτρησης (Thorndike & Hagen 1977:60-61). Όσο μεγαλύτερη είναι η συνάφεια αποτελεσμάτων - κριτηρίου, τόσο πιο αποτελεσματικό θεωρείται το τεστ και τόσο μεγαλύτερη είναι η εγκυρότητα πρόγνωσης που διαθέτει.
Βιβλιογραφία
Τσιμπούκης Ι. Κ. (1979). Η Μέτρηση και η Αξιολόγηση στις Επιστήμες της Αγωγής: Βασικές έννοιες. Τ. Α’. Αθήνα: Ορόσημο.
- Τσομπάνογλου Μ. (2007). Πρότυπο αξιολόγησης της εγκυρότητας δομής συστημάτων πιστοποίησης γλωσσομάθειας. Εφαρμογή του στο Κρατικό Πιστοποιητικό Γλωσσομάθειας του Επιπέδου Β2 της Αγγλικής Γλώσσας. Διδακτορική διατριβή. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
- Ingenkamp K. (2001). Εγχειρίδιο Παιδαγωγικής Διαγνωστικής (μτφρ. Λ. Κουτσούκης). Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη.
- Thorndike
R. L., Hagen E.
P. (19774). Measurement and
Evaluation in Psychology and Education. New York: John Wiley & Sons.